Home >> Αφιέρωμα >> Λωτοφάγοι της αριστερής όχθης

Λωτοφάγοι της αριστερής όχθης

Η παιδική ζωή του Λευτέρη Παπαδόπουλου. Σε ένα τραγούδι. Το σμίξιμο με το μουσικό επιμελητή του Νέου Κύματος στην Ελλάδα. Ο Γιάννης Σπανός, ο απηλιώτης των καλοκαιριών της Ελλάδας. Κατά τη διάρκεια της δύσης, η ροζ ανατολή. Το επερχόμενο μελτέμι, η αστάθεια στον αέρα, άλλαξε τον καιρό.

Ο Γιώργος Παπαστεφάνου, η Αρλέτα και η Καίτη Χωματά. Κάθισε ευγενικά και μελωδικά στο πιάνο του και περιέγραψε τη μελαγχολία. Όσα έφυγαν, όσα επιθυμήσαμε βαθιά. Με τα τραγούδια εκείνης της εποχής άνοιξε ένας μουσικός δρόμος με ατμοσφαιρικές φωλιές αηδονιών. Συστατικά απλότητας. Από το σταφύλι στο μούστο.

Δεν είναι καθόλου εύκολο να αποδοθεί και να συντεθεί λαϊκό, λυρικό, ιδίωμα στο πεντάγραμμα, με μελωδικά μέρη από την παράδοση, η τροφός, εάν ο δημιουργός δεν έχει αφομοιώσει πλήρως τις αιτίες ανάπτυξης του ήχου, ανάλογα με το φυσικό περιβάλλον, την ιστορική μεταβλητότητα και τη μορφή ανάπτυξης της εργασίας. Σε διαφορετική περίπτωση, ευτελίζεται το παρελθόν και το νέο, παρουσιάζει θνησιγενές περιεχόμενο.

Έγραφε και περιποιήθηκε με αγάπη τους κορυφαίους ποιητές. Άφησε 525 τραγούδια και χιλιάδες αναμνήσεις ερώτων και υποσχέσεων. Συνομίλησε με τη νυχτερινή ευωδία. Έφερε σε επαφή τη μυσταγωγία των ερωτικών επιστολών του ρεμπέτικου, κατά το Χατζιδάκι, με το κλίμα μιας εποχής που άλλαζε μυστηριωδώς. Απαιτούσε εγγύτητα, τα αγγίγματα, απέρριπτε την ανθισμένη ματαιότητα και τα ένδοξα κύπελλα. Τους θρύλους και τους θούριους.

Το 1984 συνάντησε τη Λίνα Νικολακοπούλου και ακολούθησε έκρηξη συναισθημάτων. Ήταν αθόρυβος, διακριτικός. Έφυγε από τη ζωή τον Οκτώβριο του 2019 ακριβώς όπως έζησε, με απόγειο αύρα. Όπως σημείωνε και ο Νίκος Εγγονόπουλος, «η αγάπη είναι ο μόνος τρόπος».

Εκτός της γενικότερης συμβολής του στο μεταπολεμικό ελληνικό τραγούδι, ο Σπανός θεωρείται ως ο σημαντικότερος συνθέτης του «νέου κύματος», του ιδιαίτερου είδους τραγουδιού που άνθισε στις μπουάτ του ’60 με τη λιτή συνοδεία μιας κιθάρας ή ενός πιάνου. Μουσικό και κινηματογραφικό ρεύμα της μεταπολεμικής Ευρώπης με αισθητικά χαρακτηριστικά αποστάγματα από το Παρίσι.

Στη γαλλική πρωτεύουσα γράφει για τη Μπριζίτ Μπαρντό, τη μούσα των υπαρξιστών. Παρότι δεν τη γνώρισε ποτέ διότι ο πύργος που διέμενε, ξέχασε να του στείλει πρόσκληση! Επίσης, συνεργάστηκε με τη Ζιλιέτ Γκρεκό. Κάνει παρέα, στη Γαλλία και με το σκηνοθέτη Κώστα Γαβρά.

Βρέθηκε στη Γαλλία έπειτα από ένα ταξίδι το οποίο του χάρισε ο πατέρας του, με απώτερο σκοπό να επιστρέψει και να σπουδάσει οδοντιατρική, ώστε να γνωρίσει την Ευρώπη. Με τη Μπαρμπαρά κάνει δίσκο με τίτλο: Complainte Amoureuse. Αποφεύγει τη δεξιά όχθη του γαλλικού ποταμού Σηκουάνα, την εμπορική και ταιριάζει με τα κεριά, το ημίφως και τις ερμηνεύτριες όρθιες.

«Μετά το Γυμνάσιο ψαχνόμουνα μουσικά. Τότε μεσουρανούσαν στον ελληνικό χώρο διάφορα πράγματα, εγώ όμως ένιωθα ότι αναζητούσα κάτι διαφορετικό. Το οποίο δεν ήξερα κιόλας τι ακριβώς είναι. Έμπαινε βέβαια και το ζήτημα ως προς το τι επάγγελμα θ’ ακολουθήσω. Ο πατέρας μου, όπως όλοι οι πατεράδες, με ήθελε επιστήμονα, ούτε λόγος ν’ ακούσει για μουσική. Μου έκανε πάντως το δώρο ενός μεγάλου ταξιδιού στην Ευρώπη, που είχε διάρκεια ενός χρόνου. Έτσι, πέρασα για ένα μικρό διάστημα από Ιταλία, Γερμανία και Αγγλία και κατέληξα στο Παρίσι, η ατμόσφαιρα του οποίου αμέσως κατάλαβα ότι μου ταίριαζε. Γυρίζοντας στην Ελλάδα, μπήκα στη Νομική για να κάνω το χατίρι του πατέρα μου. Αλλά μετά από λίγο αποφάσισα να ακολουθήσω αυτό που είχα στο κεφάλι μου και έφυγα ξανά για το Παρίσι.»

Πηγή: Περιοδικό Δίφωνο, αριθμός 183, Νοέμβριος 2011

Το 1965 τον έφερε στη δισκογραφική εταιρεία ΛΥΡΑ ο χαρισματικός Αλέκος Πατσιφάς. Το 1975 επιστρέφει, οριστικά, στην Ελλάδα. Αφήνει τα πολιτικά τραγούδια στο Θεοδωράκη, το Λοίζο και το Μαρκόπουλο. Βρίσκει το ζωτικό του χώρο στις μπουάτ. Ήταν του δόγματος «κάνε αυτό που αισθάνεσαι και άσε τον κόσμο να βάλει αυτός τις ετικέτες».

To Μάιο του 2005, τρεις μήνες πριν τις 16/8/2005 και το φευγιό της, η Βίκυ Μοσχολιού τηλεφωνεί στο Γιάννη Σπανού, στο σπίτι του. Εκεί, ούσα καταβεβλημένη από τις επεμβάσεις και τη μετάσταση, του τραγουδά τη Μαρκίζα σε στίχους του Μάνου Ελευθερίου. Το κάνει, κατά το συνθέτη, για να του αποδείξει ότι ακόμη έχει τη δύναμη να τραγουδά!

Για να φέρω μερικά παραδείγματα, ο Brassens, ο Reggiani και η Barbara ανήκαν στην αριστερή όχθη, ενώ ο Aznavour και ο Becaud στην δεξιά. Σε κάθε περίπτωση πάντως, η γαλλική παράδοση του τραγουδιού –και ειδικά στην αριστερή όχθη- έδινε πολύ μεγάλη σημασία στο μελοποιημένο κείμενο (το οποίο αρκετά συχνά ήταν ενός μεγάλου ποιητή), αλλά και την ερμηνεία του. Γι’ αυτό και λέμε συνήθως για κάποιον πως είναι interprète και όχι chanteur, δηλαδή ερμηνευτής και όχι τραγουδιστής. Διότι τα περισσότερα γαλλικά τραγούδια τότε ήταν σαν μικρά μονόπρακτα.»

Πηγή: Περιοδικό Δίφωνο, αριθμός 183, Νοέμβριος 2011

«Η γνωριμία μου με την Juliette Gréco ήταν περιπετειώδης: είχα γράψει κάποια τραγούδια τα οποία πίστευα ότι ταιριάζουν στη φωνή της και προσπαθούσα να την πλησιάσω. Όμως για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, κάθε φορά που επικοινωνούσα με το σπίτι της, έβρισκα στο τηλέφωνο μια αντρική φωνή που, μόλις άκουγε το όνομά μου. έβρισκε πάντα μια δικαιολογία και δεν μου την έδινε. Μια μέρα όμως έτυχε να σηκώσει το τηλέφωνο η ίδια. Αφού μου είπε ότι γνώριζε ήδη αρκετά τραγούδια μου και με εκτιμούσε, μου έκλεισε αμέσως ραντεβού. Πήγα λοιπόν στο σπίτι της, ένα φανταστικό σπίτι. Αυτό το πρώτο βράδυ φάγαμε μαζί με τον Michel Piccoli και την Françoise Sagan, οι οποίοι ήταν επίσης καλεσμένοι. Εγώ ήμουνα πολύ «ψαρωμένος» βέβαια, αν και η ομήγυρη με δέχτηκε πολύ φιλικά. Εκείνη την εποχή κάπνιζα, όμως παντού γύρω μου έβλεπα τόσα κρύσταλλα που δεν μπορούσα να καταλάβω ποιο είναι τασάκι και ποιο βάζο πολυτελείας. Άσε που στο τραπέζι υπήρχαν ένα σωρό μαχαιροπήρουνα και δεν ήξερα ποιο να πάρω, περίμενα να δω τι θα κάνουν οι άλλοι. Η Gréco μου είπε πως εκείνος που σήκωνε το τηλέφωνο ήταν ο πιανίστας της και πως μόλις έμαθε ότι δεν με έφερνε σε επαφή μαζί της τον έδιωξε. Είναι γραμμένο και στην αυτοβιογραφία της αυτό. Μου είπε ακόμα ότι της άρεσε ο μελωδικός μου τρόπος και ότι θα ήθελε να ερμηνεύσει τραγούδια μου.»

Πηγή: Περιοδικό Δίφωνο, αριθμός 183, Νοέμβριος 2011

Σημαντικότεροι δίσκοι του:

1965 Ο Γιάννης Σπανός Παίζει Σπανό
1965 Αποδημίες – Καίτη Χωματά
1966 Η Σούλα Μπιρμπίλη σε τραγούδια του Γιάννη Σπανού και του Νότη Μαυρουδή
1967 Α’ Ανθολογία -Νέο Κύμα
1968 Β’ Ανθολογία -Νέο Κύμα
1968 Ο Γιάννης Σπανός Διευθύνει Γιάννη Σπανό
1969 Σκιές στην άμμο -Καίτη Χωματά, Μιχάλης Βιολάρης
1969 Μια Κυριακή -Γρηγόρης Μπιθικώτσης, Σταμάτης Κόκοτας, Βίκυ Μοσχολιού
1969 Όλο το καλοκαίρι -Μπέμπα Μπλάνς
1971 Εκείνο το καλοκαίρι- Αφροδίτη Μάνου (Α’ Βραβείο Μουσικής Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης)

1972 Η γλυκειά Ίρμα -Έλλη Λαμπέτη
1973 Μέρες Αγάπης -Δήμητρα Γαλάνη
1974 Ο Μορμόλης – Χρήστος Λεττονός, Γιάννης Φέρτης, Ξένια Καλογεροπούλου, Τάνια Τσανακλίδου
1974 Οδός Αριστοτέλους -Γιάννης Πάριος, Χάρις Αλεξίου ,Γιάννης Καλατζής
1975 Γ’ Ανθολογία -Αρλέτα, Κώστας Καράλης
1976 η Αλέκα Κανελλίδου τραγουδάει Γιάννη Σπανό
1977 Η Βίκυ Μοσχολιού τραγουδάει Γιάννη Σπανό
1978 Μ’αγαπούσες θυμάμαι -Δήμητρα Γαλάνη
1981 Στου καιρού τα ρέματα -Μανώλης Μητσιάς

1982 Φίλε -Τάνια Τσανακλίδου
1984 Έξοδος Κινδύνου -Άλκηστις Πρωτοψάλτη
1985 Χάρτινες Καρδιές – Γιάννης Πουλόπουλος
1988 Προσωπικά -Ελένη Δήμου
1991 Ανάμεσα σε δυο αγάπες (β’ πλευρά με στίχους Αντ. Ανδρικάκη)-Χριστίνα Μαραγκόζη

1992 Η Τάνια Τσανακλίδου τραγουδάει Γιάννη Σπανό
1992 Να’χα δυο καρδιές να σ’αγαπώ -Κατερίνα Κούκα
1993 Ο Δημήτρης Μητροπάνος τραγουδάει Γιάννη Σπανό
1996 Άκου λοιπόν -Ελένη Δήμου

Τα πιο γνωστά τραγούδια του είναι: “Σαν με κοιτάς”, “Οδός Αριστοτέλους”, “Σπασμένο καράβι”, “Μια φορά θυμάμαι”, “Μαρκίζα”, “Είπα να φύγω”, “Βροχή και σήμερα”, “Θα με θυμηθείς”, “Στην αλάνα”, “Μια Κυριακή” κ.ά. Έχει συνεργαστεί με διάσημους Γάλλους μουσικούς και ηθοποιούς στην αρχή της καριέρας του.

Έχει μελοποιήσει στίχους μεταξύ άλλων των Λευτέρη Παπαδόπουλου, Γιώργου Παπαστεφάνου, αλλά και ποιήματα των Βασίλη Ρώτα, Γεωργίου Βιζυηνού, Μυρτιώτισσας, Νίκου Καββαδδία, Μίλτου Σαχτούρη.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *