Για άλλη μια φορά (μετά το κείμενο για τον Ντέρεκ Χάρπερ) ο τίτλος του κειμένου δεν αφορά τον πρωταγωνιστή του, αλλά τον γράφοντα. Αναμφίβολα, η ζωή είναι μικρή και ο άνθρωπος τείνει να καταναλώνει το χρόνο του με λανθασμένο τρόπο. Ο γράφων, λοιπόν, χαρακτηρίζεται σε απόλυτο βαθμό από τον τίτλο του κειμένου (και στίχο γνωστού τραγουδιού των “Ριφιφί”), γιατί επέτρεψε σε μια προσωπική του υπόθεση να καθυστερήσει την αποθέωση του μεγάλου Κάρλος Αρόγιο.
Ο Κάρλος Αλμπέρτο Αρόγιο Μπερμούδες θεωρείται αυτή τη στιγμή κορυφαίος τραγουδιστής της ”Ρεγκετόν”, ενός είδους μουσικής για την προέλευση της οποίας το Πουέρτο Ρίκο είναι σε ”διαμάχη” με τον Παναμά. Ο ίδιος άνθρωπος υπήρξε κορυφαίος μπασκετμπολίστας. Προφανώς, δεν συναντούμε συχνά έναν άνθρωπο με πολύπλευρο ταλέντο. Ωστόσο, ο γράφων, ως άμουσος, θα αρκεστεί στην ανάλυση του μπασκετικού μεγαλείου του Πορτορικανού σταρ.
Ο ξάδελφος του Μπενίτσιο Τελ Τόρο ξεκίνησε τη διαδρομή του στο χώρο του επαγγελματικού μπάσκετ από την Καριντούρος Ντε Φαχάρδο της πατρίδας του. Σύντομα, βρέθηκε στο FIU του κολεγιακού Πρωταθλήματος των ΗΠΑ και συνέβαλε στην εξάπλωση της φήμης ενός προγράμματος το οποίο μέχρι και σήμερα έχει να επιδείξει – πλην του Αρόγιο – μόνο τον γνωστό στο ευρύ κοινό Ράτζα Μπελ, τον Κλάιντ Κόρλει και τον Ισραηλινό πρώην παίκτη και πια προπονητή Ορέν Αχαρόνι. Ντραφτ δεν έγινε ποτέ, αλλά στο NBA αγωνίστηκε σε 603 ματς (6,6 π.μ.ο, 3,1 α.μ.ο, 1,7 ρ.μ.ο).
Στο Τορόντο και το Ντένβερ περισσότερο ταλαιπωρήθηκε παρά αγωνίστηκε, βρέθηκε ακόμα και στη Βιτόρια για χάρη της Ταού Κεράμικα συνεχίζοντας, έστω για λίγο, την πορτορικανική παρουσία στη χώρα των Βάσκων μετά την περίοδο του Ραμόν Ρίβας. Στην ουσία η καριέρα του ξεκίνα το 2002. Η μετακίνηση του στη Γιούτα αποτέλεσε το κλειδί για την μετέπειτα πορεία του. Την πρώτη χρονιά, δεν αγωνίστηκε πολύ, αλλά και μόνο η συνύπαρξη του με ” ιερά τέρατα” του παγκόσμιου αθλητισμού, όπως ο Τζον Στόκτον και ο Μαρκ Τζάκσον χαρακτηρίζεται ως μέγα όφελος. Τελικά, αποτέλεσε βασικό πλεϋμεικερ των ”Τζαζ” για ένα χρόνο μέχρι τη σύγκρουση με τον Τζέρι Σλόαν και την φυγή του για το Ντιτρόιτ τον Ιανουάριο του 2005. Αξίζει να σημειωθεί ότι την 15η Αυγούστου του 2004 οδήγησε το Πουέρτο Ρίκο στην σπουδαιότερη νίκη της Ιστορίας του, στο ματς εναντίον των Αμερικανών για την 1η αγωνιστική της φάσης των ομίλων του Ολυμπιακού τουρνουά της Αθήνας με το θρυλικό και πιθανώς ανεπανάληπτο 92-73…
Όπως, αναφέραμε και στο κείμενο για τον Κάρλος Ντελφίνο, το Ντιτρόιτ εκείνης της περιόδου ήταν ομάδα Πρωταθλητισμού. Συνεπώς, ο χρόνος του Αρόγιο περιορίστηκε σημαντικά. Ακολούθως, βρέθηκε στο ισχυρό Ορλάντο και έπειτα υπέγραψε ένα τριετές συμβόλαιο 7,5 εκατομμυρίων ευρώ με τη Μακάμπι Τελ Αβίβ! Στο Ισραήλ αναδείχθηκε Πρωταθλητής, αλλά η πορεία της ομάδας στην Ευρωλίγκα δεν ήταν καλή και το καλοκαίρι του 2009 αποδεσμεύθηκε. Επέστρεψε στο NBA και το τελευταίο μέρος της διαδρομής του στο κορυφαίο Πρωτάθλημα περιελάμβανε μια καλή παρουσία στο Μαϊάμι υπό τον Λεμπρόν Τζέιμς και μια πολύ σύντομη στη Βοστώνη υπό τον Πολ Πιρς.
Το καλοκαίρι του 2011, σε προχωρημένη πια ηλικία, συμφώνησε να αγωνιστεί με την Μπεσίκτας. Όταν έφθανε στην Τουρκία δεν μπορούσε να φανταστεί το μέγεθος της δόξας την οποία θα λάμβανε στη χώρα αυτή. Ο Κάρλος Αρόγιο μετέτρεψε εν μία νυκτί τη Μπεσίκτας σε ομάδα Πρωταθλητισμού, την οδήγησε στην κατάκτηση του Πρωταθλήματος, του Κυπέλλου και του Euochallenge και συνδύασε με το δικό του τρόπο, θέαμα και ουσία. Η υπογραφή ηγεμονικού συμβολαίου με τη Γαλατασαράι του Εργκίν Αταμάν ήταν η φυσική συνέχεια. Στην Κωνσταντινούπολη κέρδισε ακόμα ένα Πρωτάθλημα (2013), αλλά, τουλάχιστον κατά την άποψη του γράφοντος, η υστεροφημία του ενισχύεται περισσότερο από την απόδοση του στην Ευρωλίγκα της σεζόν 2013 – 2014. Η πορεία της “Τσιμ μπομ” μέχρι τα playoffs της διοργάνωσης βασίστηκε κατά πολύ στον Πορτορικάνο ”μάγο”. Κατά την επόμενη χρονιά, η ομάδα χρεοκόπησε και το καλοκαίρι του 2015 ο Κάρλος Αρόγιο αποκτήθηκε από τη Μπαρτσελόνα με μονοετές συμβόλαιο 900.000 ευρώ. Το ποσό δεν είναι σύνηθες για έναν 36χρονο, αλλά είναι, απολύτως, δικαιολογημένο.
Στη Βαρκελώνη δεν μπόρεσε να αποδώσει τα αναμενόμενα εξαιτίας ενός σοβαρού τραυματισμού. Την επόμενη χρονιά βρέθηκε στην πατρίδα του για χάρη της Λεόνες Ντε Πόνσε. Από το 2017 έως το 2019 φόρεσε ξανά τη φανέλα της Καριντούρος Ντε Φαχάρδο και αποσύρθηκε ως παίκτης της ομάδας με την οποία ξεκίνησε την καριέρα του, το πολύ μακρινό 1996… Ακολούθησε μια σύντομη παρουσία στην ειδική Λίγκα των ”Big 3”, όπου εθεάθη για τελευταία φορά με αθλητική περιβολή. Από το 2021 αποτελεί τον general manager της εθνικής ομάδας του Πουέρτο Ρίκο. Για κάποιους ήταν ένας ταλαντούχος πασέρ με ασταθή απόδοση, για τον γράφοντα, εάν έχει αξία η γνώμη του, ήταν ένας σπουδαίος σταρ με δράση κατά του καρκίνου και δεν διαφήμισε ποτέ ευτελή προϊόντα…