Θυμάμαι ήμουν στη δευτέρα γυμνασίου (2007). Εκείνη τη χρονιά είχα αρχίσει να ασχολούμαι σοβαρά με το μπάσκετ! Όταν λέω σοβαρά, φυσικά, δεν εννοώ να παρακολουθώ απλά του αγώνες, αλλά να μαθαίνω τα στατιστικά στοιχεία των παικτών που μου αρέσουν, κυρίως, απ’έξω ( και όχι μόνο της ομάδας μου, του Παναθηναϊκού), να μελετάω συστήματα, να προσπαθώ ακόμα και να κατανοήσω τη γενικότερη φιλοσοφία του ευρωπαϊκού μπάσκετ.
Σήμερα, θεωρώ ότι εκείνη η χρονιά ήταν ιδανική για ένα τέτοιο ξεκίνημα. Πρώτα απ’ όλα είχα παρακολουθήσει ένα εκπληκτικό παγκόσμιο με μια εξαιρετική εθνική ομάδα. Δεύτερον, η ομάδα μου, ο Παναθηναϊκός, βρισκόταν σε καλή κατάσταση όπως επίσης και Ολυμπιακός άρχισε να οικοδομεί τις βάσεις για να γίνει μεγάλη ομάδα (λάτρευα τον Μάτσας, ο τραυματισμός του αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες αδικίες στην ιστορία του Ευρωπαϊκού μπάσκετ !!). Τρίτον, η μεγάλη απογοήτευση που σταδιακά άρχισε να μου προκαλεί το ελληνικό ποδόσφαιρο έδρασε και αυτή με τον τρόπο της.
Όπως είναι λογικό μια χρονιά γνωριμίας με το μπάσκετ δε θα μπορούσε να ολοκληρωθεί καλύτερα παρά με έναν τελικό final 4 στην Αθήνα με τον Παναθηναϊκό τροπαιούχο.
Είχα την τύχη να παρακολουθήσω μόνο τους ημιτελικούς. Το αστείο ήταν ότι τότε γκρίνιαζα γιατί δεν είδα από κοντά εκείνον τον τρομερό τελικό με τους Ρώσους. Σήμερα πια, με μια ψύχραιμη αντίληψη κατανοώ ότι μάλλον πρέπει να αισθάνομαι ξεχωριστός που είδα από κοντά έστω και τον αγώνα με τους Ισπανούς-Βάσκους της Ταουγκρές.
Η ατμόσφαιρα ήταν εξαιρετική, ένιωθες πως δε σε νοιάζει μόνο να κερδίσεις αλλά και το να ζήσεις μια τέτοια μοναδική εμπειρία! Αγωνιστικά θυμάμαι ότι παίζοντας σκληρές άμυνες καταφέραμε τελικά να κερδίσουμε. Η Ταού εκείνη τη χρονιά με Ρακόσεβιτς, Ερντογάν, Πλάνινιτς σε περιφέρεια αλλά και Σκόλα κάτω από το καλάθι και με τη βοήθεια του άψογου οργανωτή παιχνιδιού Πριτζιόνι είχε δημιουργήσει μια εξαιρετική στο σκοράρισμα ομάδα.
Ακόμη και εμείς οι φίλαθλοι γνωρίζαμε ότι η νίκη μπορεί να έρθει μόνο από καλή προσωπική αλλά και συνολική αμυντική προσπάθεια. Χαρακτηριστικά, δε μπορώ να ξεχάσω ότι και τις δυο φορές που πάτησε το παρκέ ο Τόνι Ντελκ (δηλαδή, ένας κακός αμυντικά παίκτης), η Ταού κατάφερε να ισορροπήσει το παιχνίδι.
Δείγμα του πόσο δύσκολο ήταν να την αντιμετωπίσεις είναι ότι αρκούσε ένας απλά αμυντικά κακός παίκτης για να προκαλέσει αταξία στην τακτική της ομάδας. Η αγωνία καθ’ όλη τη διάρκεια του αγώνα ήταν μεγάλη. Ωστόσο η σιγουριά που σου ενέπνεαν παίκτες σαν τον Διαμαντίδη, τον Μπατίστ και τον Σισκάουσκας ( ήταν εξαιρετικός εκείνη τη χρονιά) λειτουργούσαν τη στιγμή της κρίσης ως τα καλύτερα ηρεμιστικά!
Τέλος, μετά τη μεγαλειώδη νίκη όλη συζητούσαμε όλοι για το τελικό με την CSKA και πώς θα καταφέρουμε να στολίσουμε δίπλα στο τριφύλλι μας το τέταρτο αστέρι…