Η κυνική Όγκαστ υποτίθεται ότι μετακομίζοντας στην Νέα Υόρκη θ’ αποδείξει ότι έχει δίκιο: ότι πράγματα, όπως η μαγεία και τα κινηματογραφικά λαβ στόρι, δεν υπάρχουν κι ο μόνος έξυπνος τρόπος ζωής είναι η μοναξιά. Δεν μπορεί να φανταστεί πώς γίνεται να είναι αλλιώς, όταν δουλεύει σερβιτόρα σ’ ένα εικοσιτετράωρο εστιατόριο που σερβίρει τηγανίτες και ζει με κάτι περίεργους συγκάτοικους. Και, οπωσδήποτε, δεν υπάρχει περίπτωση οι καθημερινές της διαδρομές με το μετρό να είναι κάτι παραπάνω απ’ αγγαρεία.
Όμως, μέσα στον συρμό βλέπει αυτήν την πανέμορφη κοπέλα. Την Τζέιν. Την εκθαμβωτική, την γοητευτική, την μυστηριώδη, την απίθανη Τζέιν. Την Τζέιν με τις ατέλειές της και το χαμογελάκι της, που εμφανίζεται με το δερμάτινο μπουφάν της, για να φτιάξει την μέρα της Όγκαστ ακριβώς την στιγμή που πρέπει. Η καψούρα της Όγκαστ μετατρέπεται στην καλύτερη στιγμή της μέρας της, πολύ γρήγορα, όμως, ανακαλύπτει ότι υπάρχει ένα μεγάλο πρόβλημα: η Τζέιν δεν μοιάζει, απλώς, με πανκιό παλιάς κοπής. Στην κυριολεξία έχει ταξιδέψει στον χρόνο απ’ την δεκαετία του εβδομήντα, όπου ανήκει, κι η Όγκαστ θα πρέπει να χρησιμοποιήσει όσα προσπάθησε ν’ αφήσει στο δικό της παρελθόν, για να την βοηθήσει. Ίσως είναι καιρός ν’ αρχίσει να πιστεύει σε κάτι, τελικά.
Ένα μαγικό, σέξι, μεγαλόκαρδο ρομαντικό μυθιστόρημα όπου τ’ αδύνατα γίνονται δυνατά. καθώς η Όγκαστ κάνει ό,τι μπορεί, για να βοηθήσει ένα κορίτσι χαμένο στον χρόνο.
“Η τελευταία στάση” αποτελεί το πρώτο βιβλίο που διαβάσω απ’ την Κέισι Μακκουίστον κι ομολογώ ότι με παίδεψε ως προς το να βγάλω το τελικό συμπέρασμα για το αν μού άρεσε ή όχι.
Είναι απ’ τα ελάχιστα βιβλία των εκδόσεων Μεταίχμιο που έχω διαβάσει κι ακόμη αναρωτιέμαι για την γεύση που μού άφησε. Άξιζε ή δεν άξιζε τον κόπο; Κι αυτό, από μια άποψη, το λες και κέρδος, απ’ την στιγμή που εβδομάδες μετά την άναγνωσή τους το σκέφτομαι, ακόμη…
Ουσιαστικά, για εμένα, αποτέλεσε το πρώτο δείγμα γραφής της δημιουργού κι ομολογώ δεν ταιριάζει στο ύφος μου. Ανέμενα πολλά απ’ την περιγραφή και το περιεχόμενο και, εν τέλει, μού έδωσε λιγότερα απ’ αυτά που προσδοκούσα.
Το booktok έχει τρελαθεί με το εν λόγω βιβλίο αλλά, προσωπικά, κούρασε η ακατάπαυστη φλυαρία του και, δυστυχώς, θαρρώ πως αρκετές απ’ τις σελίδες του θα μπορούσαν να παραλειφθούν. 560 σελίδες, με την συγκεκριμένη ανάπτυξη κι οπτική, ήταν “του ματς”.
Αυτό, όμως, που μπορώ να πω με περισσή σιγουριά είναι ότι η κα. Μακκουίστον έχει άπειρη φαντασία. Αυτό αποδεικνύεται απ’ το γεγονός ότι ο κεντρικός πυρήνας του αναγνώσματος εντοπίζεται στις γραμμές του μετρό, στα βαγόνια του οποίου ανθεί ο έρωτας μεταξύ της Όγκαστ και της περίεργης οντότητας που ακούει στ’ όνομα Τζέιν.
Επιπρόσθετα, μού άρεσε το σκηνικό μέσα στ’ οποίο μπλέχτηκε η πρωταγωνίστρια. Απ’ την απόλυτη μοναξιά στο να συγκατοικεί με 3 αλλόκοτες προσωπικότητες, να ερωτεύεται άλλη μία, να εργάζεται σ’ ένα εστιατόριο με τους υπάλληλους του οποίου προσπαθεί να το σώσει από βέβαιο κλείσιμο. Αυτό αποτέλεσε μια ζεστασιά που η Κέισι μού την πούλησε αμάσητη! Η φιλία που άρχισε ν’ ανθίζει και να καρποφορεί κι ο έρωτας που κατέχει πρωταγωνιστικό ρόλο στο βιβλίο αυτό σε συνδυασμό με το “διαφορετικό” μ’ εντρύφησαν στην queer λογοτεχνία, η οποία παρουσιάζει, μεν, ενδιαφέρον, αλλά με την προσέγγιση και τους διαλόγους μ’ έχασαν.
Απ’ τις εκδόσεις Μεταίχμιο και την Κέισι Μακκουίστον κυκλοφορεί, επίσης, και το βιβλίο της “Φίλησα την Σάρα Γουίλερ”.