Μόλις τελείωσε το σχολείο, ο Ιγνάτιος Καραθοδωρής ήξερε ότι ήθελε να ξεφύγει: απ’ την Κομοτηνή, μία πόλη π’ αποτελείται «από μία πλατεία κι ένα σιντριβάνι»· απ’ την μητέρα του, που όλη την ώρα καθάριζε ένα σπίτι με παλιά και βαριά έπιπλα· απ’ τον πατέρα του, που το μυαλό του βρισκόταν συνέχεια σ’ ένα γελοίο μαγαζί με καλτσόνε· από μία βαρετή ζωή.
Γι’ αυτό κι, όταν, επιτέλους, μετακόμισε στην Αθήνα, ο Ιγνάτιος αποφάσισε να γίνει ένας άλλος άνθρωπος. Ως φοιτητής, πια, είναι πρωτόγνωρα χαρούμενος. Όλα τού φαίνονται «τρελά» και τ’ απολαμβάνει αχόρταγα. Όμως, όσο περισσότερο εξερευνά ο Ιγνάτιος την νέα του ζωή, τόσο δυσκολότερη μοιάζει να γίνεται.
Η νέα του φίλη, η Βιργινία, είναι πλασμένη απ’ αλλόκοτα υλικά. Γιατί, ο κύριος Μαρκέζε; Πολύ περίεργη περίπτωση εργοδότη. Για να μην μιλήσουμε για τον κύριο Γόπα: ο άνθρωπος θέλει συνέχεια κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο!
Ο Ιγνάτιος δεν θέλει με τίποτα ν’ αποτύχει η νέα του ζωή στην Αθήνα. Προσπαθώντας, όμως, να εξαντλήσει όλες του τις δυνατότητες, εξαντλείται ο ίδιος. Και, καθώς βλέπει τον εαυτό του ν’ αλλάζει μέσα σ’ έναν αχανή ψηφιακό κόσμο, όπου όλα είναι πιθανά, μαθαίνει από πρώτο χέρι τι θα πει να χάνεις τα πάντα.
Θα ξεκινήσω λέγοντας πως για κάποιον αρκετά στερεοτυπικό λόγο δειλιάζω να διαβάζω Έλληνες –άνδρες– συγγραφείς, γι’ αυτό και τελευταία προτιμώ να τούς επιλέγω, για α εξαλειφθεί αυτή η παντελώς ηλίθια επιμονή, η οποία δεν ξέρω που έχει τις ρίζες της και γιατί μού έχει “κάτσει” έτσι, που λένε.
Τα παρόν βιβλίο είναι το τέταρτο που διαβάζω απ’ τις Εκδόσεις Μεταίχμιο (και το 6ο συνολικά) που έχω διαβάσει τους τελευταίους μήνες. Ε, λοιπόν, ένας προς ένας οι άνδρες συγγραφείς με διέψευσαν πανηγυρικά!
Τόσο ο κος. Κιοσσές, ο κος. Ακριβός, ο κος. Μάινας και τώρα ο κος. Άρης Αλεξανδρής (ο πέμπτος είναι ο κύριος Τζιτζικάκης, του οποίου διάβασα δύο βιβλία) μ’ άφησαν άφωνη!
Λοιπόν, χωρίς υπερβολές και πολλά – πολλά, μιλάμε για ένα καταπληκτικό κι άκρως σύγχρονο βιβλίο!!!!
Αναφέρω τα δομικά χαρακτηριστικά, ώστε να περάσουμε γρήγορα στην ουσία…
Όχι δύσκολο βιβλίο, όχι βαρύ, ούτε κυριολεκτικά, ούτε μεταφορικά. Σε δυο μέρες θα το έχετε διαβάσει. Θα σάς τριβελίζει, όμως, τα μυαλό για πολλές περισσότερες. Πιστέψτε με. Η πρωτοπρόσωπη αφήγησή του με τον συνεχή ρέοντα λόγο καθιστούν το βιβλίο άμεσο! Η κινηματογραφική του ροή (γιατί πιστεύω ακράδαντα πως θα μπορούσα να δω μια κινηματογραφική εκδοχή του βιβλίου αυτού στην μεγάλη οθόνη) με κράτησε με αγωνία πάνω απ’ τις σελίδες.
Last but not least! Παιδιά, δεν φαντάζεστε πόσο γέλασα! Πόσο χιούμορ έχει ο κύριος Αλεξανδρής. Καυστικός, φλεγματικός, ρεαλιστής. Ειλικρινής, ευθύς, ωμός, ετοιμόλογος. Τον λάτρεψα!
Πάμε τώρα στο κυρίως, στο ζουμί. Στις σελίδες του βιβλίου του κυρίου Αλεξανδρή ή αλλιώς του Ιγνάτιου Καραθοδωρή περιγράφεται κάτι περισσότερο από γλαφυρά η πόλη της Κομοτηνής. Σ’ αντιδιαστολή, φυσικά, περιγράφεται και η Αθήνας όχι όμως με τόση διεισδυτικότητα… Η άποψή του για την Κομοτηνή θα σηκώσει την τρίχα σου όρθια.
Στις σελίδες -που θυμίζουν ημερολόγιο- ο Ιγνάτιος περιγράφει την φιλία, τις νέες σχέσεις, την αντοχή τους, το που μπορούν να φτάσουν, το που μπορούν να σε φτάσουν… Το να διατηρείς μια φιλία ζωντανή είναι δύσκολη υπόθεση. Το να τερματίζεται, όμως, είναι ακόμα δυσκολότερη…
Πέρα απ’ το γεγονός ότι έχουμε να κάνουμε για ένα πολύ ευχάριστο ανάγνωσμα και μια ωδή, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, στο τι θα μπορούσαμε ν’ αποφεύγουμε, ώστε να γίνουμε σωστοί ψηφιακοί πολίτες, το βιβλίο μ’ άγγιξε γιατί μέσα του είδα εμένα.
Θα μού πείτε και τι σάς νοιάζει εσάς αυτό. Έχω, όμως, λόγο που το λέω.
Όλοι μας, όσοι έχουμε σπουδάσει ή μάθει κάποια τέχνη μακριά απ’ την ιδιαίτερη μας πατρίδα, νοσταλγούμε το διάστημα που λείψαμε, που προσπαθήσαμε μόνοι μας, που μάθαμε, που εξελιχθήκαμε, που δουλέψαμε. Νοσταλγούμε τις στιγμές που ζήσαμε, θυμόμαστε με λατρεία ή κι όχι, ενίοτε, πρόσωπα που ήρθαν στον δρόμο μας. Το ίδιο ακριβώς έπαθα κι εγώ! Μού ήρθαν μνήμες απ’ την Πάντειο και τον Νέο κόσμο. Μού ήρθαν μνήμες απ’ το εργαστήριο δημοσιογραφίας και την Καλλιθέα. Κι είναι ωραίες αυτές οι μνήμες, διάολε. Γλυκόπικρες και τόσο μα τόσο έντονες.
Πέρα, όμως, απ’ τα παραπάνω, θυμήθηκα και την δική μου πρακτική σ’ αρκετά μεγάλο κι αναγνωρίσιμο αθηναϊκό αθλητικό και ειδησεογραφικό μέσο… Όπως ο Ιγνάτιος δούλεψε αμισθί στ’ όνομα της “πρακτικής” σε διάφορα μέσα, για να “ψηθεί”, έτσι κι εγώ “χτυπούσα κάρτα” κι ολόκληρα 8ωρα για την ψυχή της μάνας μου… Όπως ο Ιγνάτιος, μπήκα κι εγώ στην γαλέρα της απλήρωτης και πολύ σκληρής εργασίας. Της εργασίας που δε σού πληρώνουν ούτε, καν, το αντίτιμο του εισιτηρίου του λεωφορείου, για να πας ως το γραφείο. Σε μια περίοδο, μάλιστα, που εργαζόμουν ,για να βγάλω και τα προς το ζην, και σ’ άλλη δουλειά, παράλληλα.
Πόσο εύστοχα περιγράφει την τακτική αυτή. “Αν θες δούλεψε. Αν δε θες, θα βρω άλλον.”. Κι εγώ, σ’ αντίθεση με τον Ιγνάτιο που αλλιώς του τα ‘φερε η ζωή, τούς άφησαν να βρουν άλλον…
Τώρα θα μού πείτε “και γιατί το βιβλίο είναι επίκαιρο;”.
Διότι περιγράφει τόσο βαθιά και ρεαλιστικά το πώς λειτουργεί το διαδίκτυο, τα Μέσα, η δημοσιογραφία, η ειδησεογραφία, για το πώς προκύπτει/βγαίνει το θέμα από εκεί που δεν υπάρχει, καν. Ο Ιγνάτιος -συνάδελφος κος Αλεξανδρής- περιγράφει τις απαιτήσεις των ιθυνόντων, των “από πάνω”, των αρχισυντακτών, για το πώς πρέπει να βγει και να προωθηθεί μια “είδηση”. Συγχωρείστε με για τον όρο αλλά μέσα απ’ το βιβλίο θυμήθηκα την σαπίλα που είδα κι εγώ με τα ίδια μου τα μάτια. Την σαπίλα που, ενίοτε, με κάνει να ντρέπομαι που φέρω και την ιδιότητα της δημοσιογράφου…
Τέλος, το βιβλίο μού άρεσε, γιατί κάνει λόγο για τα λαϊκά δικαστήρια, για την γνώμη που εξαπολύει ο καθένας χωρίς να έχει την απαιτούμενη γνώση, για την γνώμη που δεν ισχύει, που είναι λανθασμένη, όπως και να το κάνουμε. Αλλά η ανυπόστατη αυτή γνώμη κάνει τον γύρο του διαδικτύου κι επηρεάζει τον κόσμο. Το βιβλίο κάνει λόγο και για τον στρουθοκαμηλισμό. Για το γεγονός ότι κρίνουμε χωρίς να κοιτάμε την καμπούρα μας. Πόσο ειρωνικό… Κι αηδιαστικό παράλληλα…
Και μέσα σ’ όλο αυτό το “φάσμα” ο Ιγνάτιος προσπαθεί να φτιάξει μια νέα ζωή. Ενθουσιάζεται. Μαθαίνει τον εαυτό του. Κάπου αδυνατεί, ωστόσο, να διαχειριστεί τα πράγματα. Και οι ανατροπές/ αλλαγές θ’ ακολουθήσουν η μία την άλλη. Το θέμα είναι να τα καταφέρει και να μην επιστρέψει στην Κομοτηνή που τόσο απεχθάνεται. Είναι, όμως, αυτό εφικτό; Αν θες να μάθεις, προμηθεύσου το πρώτο και πολύ επιτυχημένο βιβλίο του Άρη Αλεξανδρή που κυκλοφορεί απ’ τις εκδόσεις Μεταίχμιο και χάσου εντός του…