Είναι μακράν το πιο πολυσυζητημένο πρόσωπο στην Ελλάδα και αυτό που έχει επηρεάσει όσο κανένα άλλο το ποδόσφαιρο στη χώρα μας. Κατάφερε να αγαπηθεί, να μισηθεί, να διχάσει σε μεγάλο ή στον απόλυτο βαθμό. Όλοι μπορούν να τον κατηγορήσουν για τα πάντα. Ένα, όμως, οφείλουν να παραδεχτούν: Ότι είναι –βάσει τίτλων- ο πιο επιτυχημένος προπονητής που δούλεψε στην Ελλάδα. Κυρίες και κύριοι, Ντούσαν Μπάγεβιτς.
Τα πρώτα βήματα στο Μόσταρ
Ο Ντούσαν Μπάγεβιτς γεννήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου του 1948, στο Μόσταρ της Ερζεγοβίνης. Έπαιξε σχεδόν 400 παιχνίδια για τη Βελέζ του Μόσταρ όπου σκόραρε 170 γκολ από το 1966 έως το 1977, πριν έλθει στην ΑΕΚ. Είναι μία από τις πιο αμφιλεγόμενες προσωπικότητες στην ιστορία του συλλόγου. Ήταν ένας επιτυχημένος παίκτης, αγαπήθηκε από τους οπαδούς της ΑΕΚ που του έδωσαν το παρατσούκλι «Ο Πρίγκιπας». Σε αγαστή συνεργασία μαζί με άλλους μεγάλους παίκτες της εποχής, κέρδισε δύο πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο Ελλάδος. Η συνεργασία του με τον Θωμά Μαύρο ήταν μια από τις καλύτερες στην Ευρώπη και ένα από τα πιο αγαπημένα δίδυμα σκόρερς του συλλόγου. Ήταν, επίσης, πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος κατά τη διάρκεια της περιόδου 1979/80.
Επέστρεψε στην Βελέζ το 1981 και έμεινε έως το 1983 πριν αποσυρθεί. Κατά τη διάρκεια της καριέρας του ήταν μαζί με τον Σλόμπονταν Σάντρατς (Slobodan Santrač) ο Κορυφαίος Σκόρερ στο Γιουγκοσλαβικό πρωτάθλημα της σεζόν 1969/70 (20 γκολ). Έπαιξε για τη Γιουγκοσλαβία στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974, όπου σημείωσε τρία γκολ εναντίον του Ζαΐρ. Σκόραρε 29 φορές για τη Γιουγκοσλαβία μεταξύ 1970-1977. Προπονητικά, ξεκίνησε από τη Βελέζ για να έλθει στην ΑΕΚ και να πανηγυρίσει ακόμα 4 ελληνικά πρωταθλήματα.
Το 1970, σημειώνοντας 20 γκολ, αναδείχτηκε πρώτος σκόρερ του γιουγκοσλαβικού πρωταθλήματος, βοηθώντας παράλληλα την ομάδα του να τερματίσει στην 3η θέση. Τη σεζόν 1973/74, έχοντας πάντα ως κύριο εκφραστή των επιθετικών ενεργειών της τον Μπάγεβιτς, η Βελέζ έφτασε για πρώτη φορά στην ιστορία της μια ανάσα από τον τίτλο, τερματίζοντας τελικά 2η, μειονεκτώντας έναντι της πρώτης Χάιντουκ του Σπλιτ, στη διαφορά τερμάτων. Με 166 γκολ σε 322 παιχνίδια, όλα με τη φανέλα της Βελέζ, καταλαμβάνει την 3η θέση στον πίνακα των κορυφαίων σκόρερ του πρωταθλήματος της πρώην ενωμένης Γιουγκοσλαβίας. Είναι ο πρώτος σκόρερ όλων των εποχών στην ιστορία της Βελέζ του Μόσταρ. Το 1970 είχε αναδειχτεί πρώτος σκόρερ της γιουγκοσλαβικής λίγκας και το 1972 κέρδισε το βραβείο του καλύτερου Γιουγκοσλάβου παίκτη της χρονιάς.
Οι εξαιρετικές εμφανίσεις του Σερβοβόσνιου σέντερ φορ, του άνοιξαν την πόρτα για το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της χώρας. Για μια επταετία (1970-1977) συγκαταλέγονταν στις μόνιμες επιλογές των εκλεκτόρων της Εθνικής Γιουγκοσλαβίας, με κορυφαία στιγμή τη συμμετοχή του στο Μουντιάλ του 1974. Στη διοργάνωση αυτή μάλιστα υπήρξε ο τοπ σκόρερ της ομάδας του, χάρη στα τρία γκολ που πέτυχε στη νίκη της Γιουγκοσλαβίας επί του Ζαΐρ με 9-0. Με τα χρώματα της Εθνικής Γιουγκοσλαβίας σημείωσε 29 τέρματα σε 37 συμμετοχές. Είναι ο 5ος σκόρερ όλων των εποχών στην ιστορία του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος της πρώην ενωμένης Γιουγκοσλαβίας (1919-1991).
Στην ΑΕΚ
Το «κεφάλαιο ΑΕΚ» στο βιβλίο της ζωής του Μπάγεβιτς προστέθηκε το καλοκαίρι του 1977. Ο Λουκάς Μπάρλος, επιθυμώντας να χαρίσει στην Ένωση τα εγχώρια πρωτεία (είχαν προηγηθεί τρεις ικανοποιητικές σεζόν από πλευράς θεάματος και ευρωπαϊκών διακρίσεων, αλλά όχι εγχώριων τίτλων), έκανε την υπέρβαση και έντυσε στα κιτρινόμαυρα τον 29χρονο αστέρα από το Μόσταρ. Ατυχώς, εξαιτίας ενός τραυματισμού σε φιλικό προετοιμασίας, ο «Ντούσκο» έχασε το Α’ μισό της σεζόν 1977/78 και ντεμπουτάρισε στη 14η αγωνιστική του πρωταθλήματος, στις 18 Δεκεμβρίου κόντρα στην Καστοριά. Πολλοί έσπευσαν να τον αφορίσουν ως «τελειωμένο», όμως φρόντισε να τους αποστομώσει μόλις τρεις ημέρες αργότερα, σημειώνοντας καρέ τερμάτων απέναντι στα Χανιά για το κύπελλο. Έκτοτε αναδείχτηκε σε ένα από τα βασικότερα γρανάζια της ομάδας-μηχανής που είχε χτίσει ο «θείος Λουκάς» και πρωταγωνίστησε σε όλες τις μεγάλες στιγμές της, σκοράροντας με κάθε πιθανό τρόπο: με σουτ, κεφαλιές, απευθείας φάουλ, ακόμα και με απευθείας κόρνερ (ενάντια στην Αναγέννηση Επανωμής για το κύπελλο του 1978). Με τον παρτενέρ του στην επίθεση, το Θωμά Μαύρο, ταίριαξε αμέσως και μαζί συνέθεσαν το κορυφαίο -κατά γενική ομολογία- επιθετικό δίδυμο στην ιστορία της ΑΕΚ. Χαρακτηριστικό είναι ότι στην τετραετία που συνδυάστηκαν στη γραμμή κρούσης πέτυχαν μαζί 190 γκολ, 99 ο Μαύρος, 91 ο Μπάγιεβιτς. Το 1981, με τρεις ομαδικούς τίτλους (νταμπλ 1978, πρωτάθλημα 1979) και μια ατομική διάκριση (1ος σκόρερ Α’ Εθνικής 1980) στο παλμαρέ του, αποχώρησε από το Δικέφαλο για να κλείσει την καριέρα του στα γνώριμα λημέρια του Μόσταρ. Η σχέση του με την ΑΕΚ βέβαια έμελλε να συνεχιστεί…
Ο Πρίγκιπας της προπονητικής
Το 1983, μετά από μια 17χρονη ποδοσφαιρική καριέρα, ο Μπάγεβιτς αποφάσισε να «κρεμάσει τα παπούτσια του» και να ασχοληθεί με την προπονητική. Η καινούρια αρχή έγινε και πάλι από το Μόσταρ. Σε σύντομο χρονικό διάστημα κατάφερε να καταστήσει την Βελέζ πρωταγωνίστρια δύναμη του πρωταθλήματος, οδηγώντας την δύο φορές στην 3η θέση (1986 και 1988) και μία φορά στη 2η (1987). Παράλληλα, το 1986, κατέκτησε και το εγχώριο κύπελλο, με νίκη επί της ισχυρής Ντιναμό Ζάγκρεμπ (3-1) στον τελικό. Οι επιδόσεις του αυτές δεν έμειναν απαρατήρητες από τους ανθρώπους της ΑΕΚ και έτσι το καλοκαίρι του 1988, επί προεδρίας Στράτου Γιδόπουλου, κλήθηκε να αντικαταστήσει τον Τόζα Βεσελίνοβιτς (Todor “Toza” Veselinović) στον πάγκο της ομάδας και να την βγάλει από το σκοτεινό τούνελ των «πέτρινων χρόνων». Η αποστολή ήταν εκ προοιμίου δύσκολη. Παρ’ όλα αυτά, ο Μπάγεβιτς κατόρθωσε να την φέρει εις πέρας «με το καλημέρα». Εφαρμόζοντας σιδηρά πειθαρχία και δουλεύοντας σκληρά στο τακτικό κομμάτι, κατόρθωσε να κεφαλαιοποιήσει στο 100% τις δυνατότητες ενός όχι ιδιαίτερα πλούσιου ρόστερ και να επικρατήσει έτσι στη μάχη του τίτλου έναντι του πολυδιαφημισμένου Ολυμπιακού του Λάγιος Ντέταρι και των εκατομμυρίων του Κοσκωτά.
Το διάστημα της παρουσίας του στον κιτρινόμαυρο πάγκο και ειδικότερα την τελευταία χρονιά του Στράτου Γιδόπουλου στον προεδρικό θώκο, ο Μπάγεβιτς δέχεται αλλεπάλληλο pressing για να εγκαταλείψει την τεχνική ηγεσία της ΑΕΚ και να συνεχίσει σε άλλον ελληνικό σύλλογο. Εκείνο που ελάχιστοι γνωρίζουν – και ειδικά εκείνη την εποχή σχεδόν κανείς – είναι ότι ο Ντούσαν Μπάγεβιτς, λίγο πριν την έλευση της διοίκησης Πρωτοδικείου του Κώστα Γενεράκη στο σύλλογο το 1991, βρέθηκε πραγματικά μια ανάσα από τον ΠΑΟΚ του Θωμά Βουλινού. Ο Βουλινός ήταν ένας καθαρός και ντόμπρος άνθρωπος που με το διακριτικό του ενδιαφέρον και την προσέγγισή του, «ανάγκασε» το Μπάγεβιτς να σκεφθεί για πρώτη φορά στη διάρκεια της θητείας του στην ΑΕΚ, το ενδεχόμενο να αποχωρήσει. Οι συζητήσεις δεν τελεσφόρησαν, ο Γιδόπουλος μετά και από τον ανηλεή αγώνα της Ορίτζιναλ αποχώρησε από την ΑΕΚ και ο Μπάγεβιτς ουσιαστικά μετετράπη σε εμβληματική φυσιογνωμία, πάνω από θεσμούς και αξιώματα.
Ο Μπάγεβιτς αποκτά έρεισμα και εκτός ΑΕΚ, αφού το αριστοκρατικό του παράστημα και τα λίγα λόγια στις συνεντεύξεις Τύπου, επιδοκιμάζονται καθολικά από κοινό και δημοσιογράφους. Ακόμη και άνθρωποι που δεν ασχολούνται με το ποδόσφαιρο, μαθαίνουν να εκτιμούν τον προπονητή Μπάγεβιτς, την παλιά δόξα της ομάδας του Μπάρλου που κάνει το παραμύθι πραγματικότητα. Για μια οκταετία ο Μπάγεβιτς χτίζει έναν απαράμιλλο μύθο στη Νέα Φιλαδέλφεια. Όταν δε, το 1992 πρωτοεμφανίζεται το δίδυμο Μελισσανίδη – Καρρά στα διοικητικά δρώμενα της ΠΑΕ, το feeling του 40χρονου τότε επιχειρηματία με τον 44χρονο τεχνικό της ομάδας είναι η βάση της κατάλληλης χημικής ένωσης για τη «χρυσή» τριετία συνεχόμενων τίτλων της ομάδας.
Την σεζόν, 1989/90 η ΑΕΚ έπαιξε ομορφότερο ποδόσφαιρο, κατέκτησε δυο τρόπαια (Σούπερ Καπ και Λιγκ Καπ), αλλά δεν διατήρησε το θρόνο της πρωταθλήτριας, τερματίζοντας 2η. Το 1990-91 η ομάδα δεν ενισχύθηκε μεταγραφικά, τερμάτισε 3η και οι Γιδόπουλος-Μπάγεβιτς ήρθανε σε ρήξη. Ο κιτρινόμαυρος λαός και ειδικά η «Ορίτζιναλ» επέλεξαν τότε να στηρίξουν τον «Πρίγκιπα». Ο Γιδόπουλος αποτέλεσε παρελθόν και ο ιδιοκτήτης της ΠΑΕ, Ανδρέας Ζαφειρόπουλος, όρισε νέο πρόεδρο τον Κώστα Γενεράκη. Απολαμβάνοντας τη λατρεία του κόσμου και την εμπιστοσύνη της νέας διοίκησης που πραγματοποίησε κάθε επιθυμία του (π.χ. αγορές Κώστα Δημητριάδη – Αλέξη Αλεξανδρή), ο Μπάγεβιτς μπόρεσε να δουλέψει απρόσκοπτα και το αποτέλεσμα ήταν το 9ο πρωτάθλημα στην τροπαιοθήκη του συλλόγου. Η ιδιοκτησιακή αλλαγή του 1992 ενίσχυσε ακόμα περισσότερο τη θέση του (Μελισσανίδης – Μπάγεβιτς συνδέονται έκτοτε με βαθιά φιλία) και τα σκήπτρα της πρωταθλήτριας παρέμειναν για άλλα δύο χρόνια στη Νέα Φιλαδέλφεια.
Ο Μελισσανίδης ουσιαστικά παρέχει στήριξη στον Σερβοέλληνα προπονητή και ο σύλλογος γνωρίζει τη δεύτερη πιο ένδοξη περίοδο της ιστορίας του, μετά την εποχή του Λουκά Μπάρλου. Συνδετικός κρίκος των δύο περιόδων, είναι ο Ντούσαν Μπάγεβιτς: την πρώτη φορά ως ποδοσφαιριστής, τη δεύτερη ως προπονητής. Το 1994 μάλιστα, επί Προεδρίας Μελισσανίδη, ο Γιουγκοσλάβος αποκτά και την ελληνική ιθαγένεια, λογιζόμενος πλέον ως συμπατριώτης μας. Η φιλία Μπάγεβιτς – Μελισσανίδη είναι τόσο ισχυρή, που όμοιά της δεν έχει επανεμφανιστεί στο χώρο του ελληνικού ποδοσφαίρου και ακριβώς εξ αιτίας αυτής της φιλίας δημιουργήθηκε και το απόλυτο συνωμοσιολογικό σενάριο όταν αργότερα ξέσπασε η θύελλα της μετακόμισης του Σερβοέλληνα τεχνικού στον Ολυμπιακό.
Το 1994-95 ήρθε και το ευρωπαϊκό παράσημο, με τη συμμετοχή της Ένωσης στους ομίλους του Champions League. Η τελευταία -μέχρι την επόμενη- παράσταση (σεζόν 1995-96), συνοδεύτηκε με ποδόσφαιρο απίστευτης ομορφιάς, ένα κύπελλο (με σκορ ρεκόρ στον τελικό, 7-1 επί του Απόλλωνα), αλλά και μια αυτοκτονία στο πρωτάθλημα που χάθηκε από τον Παναθηναϊκό.
«Οι σειρήνες» από τον Πειραιά το 1996
Το καλοκαίρι του 1995 το δίδυμο Μελισσανίδη – Καρρά πούλησε την ομάδα στον Μιχάλη Τροχανά, έναν επιχειρηματία που ασχολούνταν με τα διαβόητα πυραμιδοειδή συστήματα. Δεν είχε καμιά σχέση με αυτούς ως χαρακτήρας, ούτε καν με το Στράτο Γιδόπουλο. Οι κόντρες ξεκίνησαν ευθύς εξαρχής. Ο Τροχανάς μίλαγε πολύ ενώ πολλές φορές απαντούσε και για λογαριασμό του Σερβοβόσνιου και αυτό δεν άρεσε στο Μπάγεβιτς. Σε αντίθεση με τους προκατόχους του, ο νέος ιδιοκτήτης επιχείρησε να αναμειχθεί στο αγωνιστικό κομμάτι και το έργο του προπονητή. Προς τα μέσα της σεζόν, η κόντρα κορυφώθηκε και κυκλοφόρησαν οι πρώτες φήμες, πως ο Μπάγιεβιτς απηυδισμένος επιθυμούσε να αποχωρήσει. Είχε εκμυστηρευτεί σε δικούς του ανθρώπους «Είναι αδύνατον να συνεννοηθώ με αυτόν, αν δεν αλλάξουν τα πράγματα θα φύγω».
Ο Τροχανάς ασκούσε κριτική ανοιχτά στο Μπάγεβιτς, ζητώντας του το λόγο που είναι πίσω απ’ τον Παναθηναϊκό στη βαθμολογία. Παράλληλα, αμφισβητούσε όλες τις επιλογές του Μπάγεβιτς για μεταγραφές και αντιπροτείνει δικούς του παίκτες. Τα πράγματα δεν άλλαζαν όμως και κάπου εκεί μπαίνει στο παιχνίδι ο Σωκράτης Κόκκαλης. Ο Σέρβος αρχικά απέφευγε να σχολιάσει τις φήμες, προς το τέλος της περιόδου όμως, όταν πια αυτές είχαν φουντώσει για τα καλά, υποσχέθηκε στον κόσμο πως θα παραμείνει στη ομάδα, αρκεί να κατακτηθεί το κύπελλο. Στις 15 Μαΐου του 1996, το τρόπαιο κατέληξε σε κιτρινόμαυρα χέρια, ο κόσμος κλαίγοντας αγκάλιαζε και επευφημούσε τον ήρωά του που θα συνέχιζε με το Δικέφαλο στο στήθος, αλλά τελικά οι προσδοκίες του διαψεύστηκαν. Ένα μήνα μετά, ο Μπάγεβιτς κατηφορούσε στον Πειραιά για να φορέσει την κόκκινη φόρμα του Ολυμπιακού και έγινε persona non grata για τους φιλάθλους της αγαπημένης του ΑΕΚ όταν σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Το Βήμα» παραδέχθηκε πως «είχα δώσει τα χέρια με τον κύριο Κόκκαλη από τον Φεβρουάριο».
Στον Ολυμπιακό
Ο Μπάγεβιτς λοιπόν αναλαμβάνει τον Ολυμπιακό το καλοκαίρι του 1996, με σκοπό να χτίσει μια ομάδα που θα επιστρέψει στους τίτλους μετά απο μια «πέτρινη» σειρά ετών. Ο Κόκκαλης κάνει πράξη όλες τις εισηγήσεις του Μπάγεβιτς και φέρνει στην ομάδα εκτός του Ρέφικ Σαμπανάτζοβιτς τον Αλέκο Κακλαμάνο απ’τον Ιάλυσο, τον Ανδρέα Νινιάδη απ’τον Εθνικό, κλείνει μετά από “μάχη” με Παναθηναϊκό και ΑΕΚ “πακέτο” τους Στέλιο Γιαννακόπουλο και Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς απ’τον Πανηλειακό (δίνοντας ταυτόχρονα και δανεικό τον Κυριάκο Τοχούρογλου στην ομάδα της Ηλείας), ενώ την τελευταία μέρα των μεταγραφών θα αποκτηθεί και ο Βόσνιος μπακ Μίρσα Βαρεσάνοβιτς που δοκιμαζόταν στην προετοιμασία. Η σεζόν ξεκινάει με “πεντάρα” στην Καστοριά, πολύ καλή εμφάνιση της ομάδας και τον κόσμο ενθουσιασμένο απ’ την εικόνα της ομάδας τόσο απ’ τα φιλικά, όσο και απ’ την εμφάνιση στον πρώτο αγώνα. Ακολουθεί όμως το “σοκ” του Ουλάι Ουτ, όταν ο Ολυμπιακός χάνει απ’ τη σαφώς υποδεέστερη του Φερεντσβάρος με 3-1. Ακολουθεί η νίκη επί του ΟΦΗ με 1-0 στο Καραϊσκάκης, νέος ενθουσιασμός, αλλά και νέα “σφαλιάρα” : Η Φερεντσβάρος θα πάρει την ισοπαλία στο στάδιο Καραϊσκάκη (2-2), σε ένα παιχνίδι που ουσιαστικά «τελείωσε» τον Φώτη Στρακόσια από τον Ολυμπιακό που επέστρεψε με κλάματα στ’ αποδυτήρια απ’ το «κράξιμο» που έφαγε από τον κόσμο, ο οποίος ήταν εμφανώς απογοητευμένος από τον αποκλεισμό της ομάδας απ’ τον πρώτο μόλις γύρο του κυπέλλου UEFA.
Κάπου εκεί έρχεται ο πρώτος σοβαρός τσακωμός του Μπάγεβιτς με παίκτη του. Ο Αλέκος Ράντος θεωρούσε πως ήταν σε καλύτερη κατάσταση απ’τον Φώτη Στρακόσια εκείνη την περίοδο και θα έπρεπε να παίζει. Το «τάιμινγκ» έδειχνε σωστό, καθώς ο Στρακόσια ήταν χάλια ψυχολογικά μετά τα παιχνίδια με τη Φερεντσβάρος, αλλά ο Ράντος ταλαιπωρούταν από έναν τραυματισμό. Ο Ράντος δηλώνει «έτοιμος, αν και τραυματίας» αλλά ο Μπάγεβιτς κάνει τη μεγάλη έκπληξη και δίνει τη φανέλα του βασικού στον πιτσιρικά Δημήτρη Ελευθερόπουλο, αφήνοντας παράλληλα το Ράντο εκτός αποστολής. Ο αγχωμένος Ελευθερόπουλος τα πάει καλά, ο Ολυμπιακός περνάει και απ’ το Καυταντζόγλειο (1-0) και ο Ράντος «βράζει» με τον Μπάγεβιτς. Ο Ελευθερόπουλος παραμένει στην 11άδα για άλλα δύο παιχνίδια, στα οποία ο Ολυμπιακός θα κάνει μια νίκη και μια ήττα (2-2 Καλαμάτα, με το γκολ της ισοφάρισης για την Καλαμάτα απ’τον 16χρονο Πίτερ Οφορίκουε, και 3-0 τον Απόλλωνα Αθηνών) ώσπου στην 11άδα επανέρχεται ο πιο έμπειρος – και όχι πια τραυματίας – Αλέκος Ράντος.
Στις 26 Οκτωβρίου του 1996 ο Ολυμπιακός παίζει με τον Αθηναϊκό στο Βύρωνα. Ο Ίβιτς στο 18′ ανοίγει το σκορ για τον Ολυμπιακό και λίγο αργότερα, σε μια βαθιά μπαλιά προς την περιοχή του Ολυμπιακού, ο Ράντος κάνει κακό υπολογισμό σε έξοδο έξω απ’ την περιοχή και αναγκάζεται να πιάσει τη μπάλα με τα χέρια. Κόκκινη κάρτα, μπαίνει ο Ελευθερόπουλος και δε ξαναβγήκε ποτέ στην υπόλοιπη σεζόν! Ο Ολυμπιακός κέρδισε τον Αθηναϊκό αλλά την επόμενη αγωνιστική θα κάνει απρόσμενη εντός έδρας γκέλα με την Παναχαϊκή (0-0). Ακολουθούν τρεις σερί νίκες (Εδεσσαϊκός 3-2, Άρης 4-0, Ιωνικός 1-0) και έρχεται η μητέρα των μαχών! Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός στο Καραϊσκάκης, το γνωστό πέναλτι Παπουτσέλη στη φάση με τους Καλιτζάκη – Ίβιτς, 1-0 ο Τζόρτζεβιτς και το γνωστό ξέσπασμα-σύνθημα ακούγεται απ’ τον Πειραιά μέχρι το… Νότιο Πόλο. Νέα απρόσμενη γκέλα όμως (0-1 με Βέροια, με γκολ του… 39χρονου Τάσου Μητρόπουλου) και δύο αγχωτικές νίκες (ΠΑΟΚ 1-0, Πανηλειακός 1-0). Παράλληλα, ο Ολυμπιακός θα πετάξει έξω απ’το κύπελλο Καλαμάτα και ΠΑΟΚ και θα περάσει στους «8» του κυπέλλου. Όμως, η πιο δύσκολη στιγμή του Μπάγεβιτς και του Ολυμπιακού έχει φτάσει.
Στις 13 Ιανουαρίου του 1997 ο Ολυμπιακός πηγαίνει στη Νέα Φιλαδέλφεια, στα πλαίσια της 15ης αγωνιστικής για τον αγώνα με την ΑΕΚ. Με το που έφτασε το πούλμαν του Ολυμπιακού και κατέβηκε ο Μπάγεβιτς, άρχισαν να ίπτανται πέτρες, πορτοκάλια, νεράντζια. Έσπασαν δύο τζάμια του πούλμαν, ενώ μία φωτοβολίδα έσκασε σε λίγα μέτρα απόσταση από τον Mπάγεβιτς, ο οποίος εμφανίστηκε στη N. Φιλαδέλφεια με κόκκινη φόρμα ερεθίζοντας ακόμα περισσότερο τους αφιονισμένους οπαδούς της ΑΕΚ. Εκείνη την ημέρα έβρεχε πολύ. Πάρα πολύ. Τόσο, που ο Δραμινός διαιτητής Χατζησταυρίδης, λίγο πριν από τις 20:00 ανακοίνωσε πως ο αγώνας δε μπορεί να γίνει, λόγω ακαταλληλότητας του τερέν. Το ματς θα γινόταν την επόμενη ημέρα, Δευτέρα 14/01/1997.
Δευτέρα 14 Ιανουαρίου του 1997 λοιπόν. Βροχή δεν υπήρχε, αλλά το τερέν ήταν ήδη χάλια. Γεμάτη πάλι η Φιλαδέλφεια, που εκρήγνυται τη στιγμή που ο Μπάγεβιτς – φορώντας την κόκκινη φόρμα – μπαίνει στο γήπεδο. Πεντοχίλιαρα με τυπωμένη τη φωτογραφία του Μπάγεβιτς γέμισαν τον ουρανό. Στο αγωνιστικό κομμάτι, η ΑΕΚ κέρδισε εύκολα με 2-0. Με τη λήξη του αγώνα, ο γνωστός πολέμιος του Μπάγεβιτς από την εποχή της παντοδυναμίας του ακόμα, Λευτέρης Παπαδόπουλος, ζήτησε το μικρόφωνο για να ξεσπαθώσει εναντίον του πρώην προπονητή της ΑΕΚ : «Ο Mπάγεβιτς επιχείρησε να μας διαλύσει, αλλά τώρα θα πληρώσει. Πήγε να μας πάρει όλη την ομάδα, όμως, να που τα βρίσκει μπροστά του! H AEK απέδειξε πόσο πιο σημαντική από τον Ολυμπιακό είναι. Ο Ολυμπιακός προπορεύεται εξαιτίας του ευνοϊκού προγράμματος και της διαιτησίας».
Το παιχνίδι της Νέας Φιλαδέλφειας τελείωσε και ο Κόκκαλης σε συνεννόηση με τον Μπάγεβιτς ενισχύει τον Ολυμπιακό. Έρχονται οι Στέλιος Σφακιανάκης (Καβάλα), Γιώργος Ανατολάκης (Ηρακλής) και η μεταγραφή-έκπληξη, Σίνισα Γκόγκιτς (Ανόρθωση), μια μεταγραφή που λοιδωρήθηκε αλλά έμελλε να μνημονεύεται ως σήμερα μια απ’ τις πλέον εύστοχες. Η ομάδα συνεχίζει τις υποχρεώσεις της με γκέλα εντός έδρας (0-0 με Ξάνθη) αλλά αποκλείει τον Απόλλωνα Αθηνών στο Κύπελλο. Η μοίρα παίζει άσχημο παιχνίδι στο Μπάγεβιτς και φέρνει την ΑΕΚ αντίπαλο του Ολυμπιακού. Η ΑΕΚ με 2 νίκες (1-2, 0-1) θα προκριθεί αυτή στον τελικό, αλλά ο Ολυμπιακός μετά την ήττα στη Φιλαδέλφεια για το πρωτάθλημα δεν ξανακοίταξε πίσω : Σε 15 αγώνες θα κάνει 12 νίκες και 3 ισοπαλίες (μεταξύ αυτών και το πεντακάθαρο όσο και άνετο 2-0 στο ΟΑΚΑ επί του Παναθηναϊκού), λίγο πριν πληρώσει την ΑΕΚ με το ίδιο νόμισμα στο Καραϊσκάκης στις 11/5/1997 (2-0). Ο Ολυμπιακός έκανε πάρτι στην Ξάνθη (5-3) και στις 25/5/1997, σ’ ένα κατάμεστο στάδιο Καραϊσκάκης, ο Μπάγεβιτς θα γιορτάσει το πρώτο του πρωτάθλημα με τον Ολυμπιακό και ο Ολυμπιακός το πρώτο του μετά από 10 στείρα χρόνια!
Στον Πειραιά είναι όλοι ενθουσιασμένοι με την κατάκτηση του πρωταθλήματος, ο Μπάγεβιτς έχει αναδειχτεί σε “αναμορφωτή” και ο στόχος για τη νέα σεζόν είναι το «repeat». Όλες οι εισηγήσεις του Μπάγεβιτς γίνονται δεκτές και έτσι έρχονται οι Μπόζινταρ Μπάντοβιτς (Πανηλειακός), Ηλίας Πουρσανίδης (ΟΦΗ), Κώστας Καρτερουλιώτης και Δημήτρης Μαυρογενίδης (Άρης). Παράλληλα, η διοίκηση κάνει και δύο «δικές της» μεταγραφές : Φέρνει πίσω τον 40χρονο Τάσο Μητρόπουλο που αγωνίστηκε την περασμένη σεζόν στη Βέροια, ο οποίος ζήτησε να παίξει μια χρονιά στον Ολυμπιακό για να κλείσει την καριέρα του (ο Μπάγεβιτς ήταν ενήμερος για το θέμα Μητρόπουλου τον οποίο άλλωστε ήξερε απ’ τη συνεργασία τους και στην ΑΕΚ και φυσικά δεν έφερε καμία αντίρρηση για την επιστροφή του). Η άλλη όμως μεταγραφή, προσωπική επιλογή των Σωκράτη Κόκκαλη – Γιώργου Λούβαρη, έμελλε να είναι ένα μόνιμο «αγκάθι» για τον Μπάγεβιτς : Το όνομα του εκλεκτού; Πίτερ Οφορίκουε, Γκανέζος της Καλαμάτας, 17 ετών, τον οποίο είδε ο πρόεδρος να σκοράρει στο 2-2 του Ολυμπιακού με την Καλαμάτα και πολύ εκτίμησε το ταλέντο του. Ο Μπάγεβιτς όμως ούτε που ήθελε να τον ακούει και να τον βλέπει, αλλά τέλος πάντων συμβιβάστηκε. Επίσης – με εισήγηση Μπάγεβιτς – επέστρεψε στην ομάδα ο δανεικός στον Πανηλειακό Κυριάκος Τοχούρογλου, ο οποίος έκανε πολύ καλή χρονιά.
Ο Οφορίκουε κλέβει την παράσταση στην προετοιμασία. Ο Μπάγεβιτς προειδοποιεί πως ο Οφορίκουε έχει ταλέντο αλλά θέλει πολλή δουλειά ακόμα, οπότε δε θα πρέπει να βγαίνουν βιαστικά συμπεράσματα. Εξάλλου, στην ομάδα υπάρχουν οι ικανότατοι σκόρερ Ίβιτς και Αλεξανδρής, συν το “γερο-Γκόγκα”, Σίνισα Γκόγκιτς, ο οποίος όμως αμφισβητείτο. Έρχεται όμως το φιλικό με τη Λέστερ στο Καραϊσκάκης, όπου ο Ολυμπιακός κερδίζει με 3-1 και τον Οφορίκουε να σκοράρει ένα πολύ όμορφο τέρμα και ο Γκανέζος βαφτίζεται «Γκανέζος Ρονάλντο», κάνοντας τον Μπάγεβιτς να χάνει τον ύπνο του.
Στις 13 Αυγούστου του 1997 και ο Ολυμπιακός προετοιμάζεται να δώσει το πρώτο επίσημο παιχνίδι του, τον προκριματικό αγώνα για την είσοδο στους ομίλους του Champions League. Αντίπαλος η Μοζίρ απ’τη Λευκορωσία. Ο Ολυμπιακός μπαίνει στο γήπεδο, αλλά κάτι λείπει : Ο Ίλια Ίβιτς. Μη μπορώντας να εξηγήσει κανείς τι έγινε, όλοι υπέθεσαν ότι κάποιος ξαφνικός τραυματισμός ή κάποιο πρόβλημα της τελευταίας στιγμής αφήνει εκτός ομάδας τον «αγαπημένο Ίλια» των οπαδών της ομάδας. Ο Ολυμπιακός βγαίνει στο γήπεδο και κάνει “μια χαψιά” τους Λευκορώσους (5-0), καθαρίζοντας ουσιαστικά την πρόκριση απ’ τον πρώτο αγώνα. Μετά τον αγώνα μαθεύτηκε ότι Ίβιτς και Μπάγεβιτς αντάλλαξαν βαριές κουβέντες επειδή ο Μπάγεβιτς σκόπευε να τον αφήσει στον πάγκο στο ξεκίνημα του αγώνα. Η πρώτη μεγάλη κόντρα του Μπάγεβιτς στη σεζόν είχε γίνει.
Ο Ολυμπιακός στη συνέχεια θα φέρει ισοπαλία στη Λευκορωσία με τη Μοζίρ (2-2) και ξεκινάει το πρωτάθλημα στο ΟΑΚΑ (που θα χρησιμοποιούσε ως έδρα στο εξής, λόγω ακαταλληλότητας του Καραϊσκάκη; για να φιλοξενήσει διεθνείς αγώνες) με αντίπαλο τον Εθνικό. Ο Εθνικός πολύ νωρίς στο παιχνίδι παίρνει το προβάδισμα με γκολ απ’τη σέντρα του Λύσσανδρου Γεωργαμλή, σε μια φάση που αρχικά φάνηκε ότι ο γκολκίπερ Δημήτρης Ελευθερόπουλος έκανε κακή εκτίμηση και «έπνιξε» γκολ από 40+ μέτρα. Ο Ελευθερόπουλος όμως έμεινε καθηλωμένος στο έδαφος σφαδάζοντας και στο ριπλέϊ φάνηκε ότι την ώρα που επιχείρησε να εκτιναχθεί για να αποκρούσει, το πόδι του «κόλλησε» στο χορτάρι με αποτέλεσμα να πάθει ρήξη χιαστών! Ότι χειρότερο δηλαδή για το Μπάγεβιτς που ανήκε στην κατηγορία των προπονητών που άλλαζαν τον τερματοφύλακα τους μόνο αν συνέβαινε κάτι πολύ άσχημο. Ο Τοχούρογλου μπαίνει στο γήπεδο, κάνει καλή εμφάνιση, ο Ολυμπιακός κερδίζει 3-1 κάνοντας μέτρια συνολικά εμφάνιση και το δεύτερο επεισόδιο είναι προ των πυλών.
Ο Αλέκος Ράντος, δεν είδε με καθόλου καλό μάτι το γεγονός ότι ο Μπάγεβιτς προόριζε για βασικό τον Τοχούρογλου και όχι τον ίδιο. Του ζητάει το λόγο, κουβέντα στην κουβέντα λίγο έλειψε να πιαστούν (και αυτοί) στα χέρια, ο Ράντος του πετάει τα γάντια στα μούτρα και ουσιαστικά τελειώνει άδοξα την καριέρα που δεν έκανε ποτέ στον Ολυμπιακό. Ο Μπάγεβιτς δεν κάνει πίσω φυσικά. Εκτός ομάδας ο Ράντος, βασικός ο Τοχούρογλου και στον πάγκο ο πιτσιρικάς Δημητρόπουλος. Ο Ολυμπιακός παίρνει αγχώδη νίκη επί του Αθηναϊκού με 2-1 στο Καραϊσκάκης (που χρησιμοποίησε ως έδρα ο Αθηναϊκός) και στις 17/09/1997, στην παρθενική του εμφάνιση στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση, ο Ολυμπιακός θα πετύχει την παρθενική του νίκη κερδίζοντας την Πόρτο με 1-0 με τη γκολάρα του Στέλιου Γιαννακόπουλου από την ασίστ του Ίλια Ίβιτς.
Ακολούθησε η ήττα απ’την ΑΕΚ στο ΟΑΚΑ με 0-1. Ο Ολυμπιακός θα κερδίσει τον ΟΦΗ στο Ηράκλειο με 3-2 και λίγες ημέρες μετά θα ταξιδέψει στο Τροντχάϊμ για να αντιμετωπίσει τη Ρόζενμποργκ. Οι Νορβηγοί κάνουν ότι θέλουν και το διόλου κολακευτικό 5-1 (με το γκολ της τιμής απ’ τον Οφορίκουε) φυσικό επακόλουθο. Την επόμενη ημέρα (02/10/1997) στο αεροδρόμιο του Ελληνικού, κατά την επιστροφή του Ολυμπιακού από το Τρόντχαϊμ, ένας υπάλληλος γραφείου ενοικιάσεως αυτοκινήτων και οπαδός του ΟΦΗ (όπως δήλωσε), ονόματι Μανώλης Μυριανάκης, πλησιάζει το Μπάγεβιτς και του λέει : «Πού είναι ο Χατζησταυρίδης, δεν τον είχες στην αποστολή; Μόνο τον Γκέραρντ ξέρεις να κερδίζεις». Ο ήδη φορτωμένος Μπάγεβιτς εξαγριώνεται και τον ρωτάει : «Ποιος είσαι;», για να πάρει την απάντηση «Λογαριασμό θα σου δώσω;» από τον Μυριανάκη. Η ανταπάντηση του Μπάγεβιτς ήταν να ορμήξει στον Μυριανάκη και να τον κάνει μαύρο στο ξύλο.
Τα πόδια των παικτών δείχνουν βαριά ακόμα και δεν υπάρχει στην ομάδα το «δέσιμο» της προηγούμενης σεζόν. Ο Ολυμπιακός διαλύει την Ξάνθη με 6-1 στο ΟΑΚΑ, αλλά χάνει στην Τούμπα με 2-1 από τον ΠΑΟΚ και σαν να μη φτάνουν όλα αυτά, έρχεται και η δεύτερη «πεντάρα» στη Μαδρίτη από τη Ρεάλ (5-1) να δυσκολέψει την κατάσταση. Ο Ολυμπιακός όμως φαίνεται σιγά σιγά να βρίσκει τα πατήματα του : Προοδευτική και Καλαμάτα φιλοδωρούνται με 3 τεμάχια έκαστος (3-0) και ακολουθεί η ισοπαλία (0-0) με τη Ρεάλ Μαδρίτης στο ΟΑΚΑ, με το Γερμανό Χέλμουτ Κρουγκ να μη δίνει πέναλτι και αποβολή του γκολκίπερ των Ισπανών, Σαντιάγκο Κανιθάρες, σε ανατροπή του Στέλιου Γιαννακόπουλου.
Κάπου εκεί ο Μπάγεβιτς έχασε ένα «όπλο» από το οπλοστάσιο του, καθώς ο Νίκος Νταμπίζας μεταγράφηκε στην Αγγλία και δη στη Νιουκάστλ. Αγωνιστικά πάντως, ο Ολυμπιακός ανέβαινε όλο και περισσότερο : Κερδίζει την Καβάλα (1-0) και τον Ηρακλή (5-2) για το πρωτάθλημα, αλλά κάνει ήττα-σοκ με 2-0 απ’τον Ηρακλή στο κύπελλο. Ακολουθεί νίκη επί του Ιωνικού με 1-0 και ήττα απ’ την Πόρτο στην Πορτογαλία (2-1). Ο Παναθηναϊκός θα γευτεί την 3η του σερί ήττα επί Μπάγεβιτς (3-1) λίγο πριν ο Ολυμπιακός «γκελάρει» στον Πύργο με τον Πανηλειακό (1-1) και κλείσει την Ευρωπαϊκή σεζόν με την ισοπαλία 2-2 στο ΟΑΚΑ με τη Ρόζενμποργκ. Μετά τη χαμένη πρόκριση στην Ευρώπη έρχεται και ο αποκλεισμός απ’ τον Ηρακλή στο κύπελλο (2-2 η ρεβάνς στο ΟΑΚΑ) και πλέον μόνος στόχος είναι το πρωτάθλημα : Ο Ολυμπιακός έχει πάρει φόρα και κάνει 6 σερί νίκες, μπαίνοντας στη θέση του οδηγού (Πανιώνιος 2-0, Απόλλων Αθηνών 5-0, Παναχαϊκή 2-1, Βέροια 4-1, Εθνικός 3-1, Αθηναϊκός 4-0), πριν την καθιερωμένη του «στάση» στη… Νέα Φιλαδέλφεια, όπου έχασε από την ΑΕΚ με 2-0.
Ο Ολυμπιακός είχε στρώσει πλέον το παιχνίδι του και πλέον έπαιζε και καλή μπάλα. Υπήρχαν όμως κάποια αγκάθια : Πρώτον, το νέο επεισόδιο με τον Ίβιτς. Στις 19/01/1998 είχαμε και δεύτερο «θερμό» επεισόδιο μεταξύ Μπάγεβιτς και Ίβιτς. Μετά το τέλος του αγώνα με τον Εθνικό, ο Μπάγεβιτς επιτέθηκε φραστικά στον Ίβιτς επειδή παράκουσε την εντολή του να πάρει κίτρινη κάρτα, έτσι ώστε να απουσιάσει από το παιχνίδι της 19ης αγωνιστικής με τον Αθηναϊκό και να δώσει το παρών στο ντέρμπι κορυφής με την ΑΕΚ. Ο Ίβιτς αντιμίλησε, με συνέπεια την έκρηξη του Μπάγεβιτς, ο οποίος κινήθηκε κατά του Ίβιτς ενώ και ο Σέρβος επιθετικός έκανε το ίδιο και παραλίγο να έχουμε πάλι κλωτσοπατινάδα, η οποία αποφεύχθηκε την τελευταία στιγμή με την παρέμβαση των ψυχραιμότερων. Δεύτερον, τη μουρμούρα του Γιώργου Λούβαρη για την περιορισμένη συμμετοχή του Οφορίκουε. Τρίτον, το νέο μέτωπο που είχε δημιουργηθεί με τους Γεωργάτο και Ελευθερόπουλο. Ο μεν Γεωργάτος αρνούμενος να μπει στο καλούπι που τον θέλει ο Μπάγεβιτς σε ρόλο μπακ-χαφ τρώει ανελέητο πάγκο, ο δε αποθεραπευμένος Ελευθερόπουλος κάθεται στον πάγκο και απλά βλέπει τον Τοχούρογλου βασικό, που άλλωστε έπαιζε καλά και όπως είπαμε ο Μπάγεβιτς άλλαζε τον τερματοφύλακα του μόνο έπειτα από τραγικά γεγονότα.
Οι όποιες μουρμούρες και γκρίνιες πάντως καλύφθηκαν, καθώς στις 14 αγωνιστικές που απέμεναν ο Ολυμπιακός δημιούργησε ρεκόρ, κάνοντας 14 νίκες με 38 γκολ υπέρ και 9 κατά, κερδίζοντας το 2ο συνεχόμενο πρωτάθλημα και έχοντας κερδίσει για τέταρτο σερί ματς τον Παναθηναϊκό με το άνετο 2-0.
1998-99: Η χρονιά απογείωσης της κόκκινης αρμάδας του Πρίγκιπα
Η αγωνιστική περίοδος 1998/99 αποτελεί σημείο αναφοράς ακόμα και σήμερα. Ήταν η χρονιά που η καλοκουρδισμένη μηχανή του Ολυμπιακού “γλένταγε” τους αντιπάλους της στην Ελλάδα και διακρίθηκε στην Ευρώπη. Με παρακαταθήκη τα 2 συνεχόμενα πρωταθλήματα, ο παντοδύναμος πλέον Μπάγεβιτς ζήτησε και πήρε τους Κόφι Αμπονσά (Γκαπόα Ρίντερς), Παρασκευά Άντζα (SKODA Ξάνθη), Λουτσιάνο (SKODA Ξάνθη) και τον αλησμόνητο Φέλιξ Αμποάγκουε (Αλ Αχλί) ως «αντι-Ίβιτς». Παράλληλα, η διοίκηση για να ικανοποιήσει τον προπονητή της ομάδας, αποδέσμευσε τους δύο «πλακωμένους» μαζί του, Αλέκο Ράντο και Ίλια Ίβιτς. Η προετοιμασία τελειώνει σιγά σιγά και στις 12/08/1998 ο Ολυμπιακός καλείται να ξεπεράσει το εμπόδιο της Κυπριακής Ανόρθωσης για την πρόκριση στους ομίλους του Champions League. Ο Ολυμπιακός προηγείται με 2-0, αλλά κάνει τα εύκολα δύσκολα και το ματς θα λήξει 2-1 με τη ρεβάνς να γίνεται στην Κύπρο. Ακολουθεί ο αγώνας πρωταθλήματος με τον Απόλλωνα Αθηνών, έναν αγώνα που ο Ολυμπιακός προηγήθηκε με 4-0 και κινδύνευσε με… ισοφάριση (!) για να κερδίσει τελικά με 5-2. Στην ομάδα υπάρχει ένας πεσιμισμός, ενώ τα ΜΜΕ αναγάγουν την Ανόρθωση σε… Μάντσεστερ Γιουνάϊτεντ, με τον πρόεδρο της, Κίκη Κωνσταντίνου, να δηλώνει σίγουρος για την νίκη-πρόκριση της ομάδας του. Ένας εξαγριωμένος Κόκκαλης κάνει την επίσκεψη του στου Ρέντη και δίνει το σαφές μήνυμα σε Μπάγεβιτς και παίκτες : «Αν δεν περάσετε την Ανόρθωση, να μη γυρίσετε πίσω!».
Στις 26 Αυγούστου του 1998 και το γήπεδο είναι κατάμεστο. Ο μουδιασμένος Ολυμπιακός έχει την κατοχή της μπάλας, αλλά δεν έχει απειλήσει σοβαρά την Ανόρθωση που σιγά σιγά παίρνει τα ηνία του αγώνα. Στο 35ο λεπτό ο Βέσκο Μιχαΐλοβιτς κάνει το 1-0 για την Ανόρθωση και το γήπεδο παίρνει φωτιά. Ο Ολυμπιακός πάει με το σκορ αυτό στα αποδυτήρια και στο 2ο ημίχρονο βγαίνει… αφιονισμένος στο γήπεδο. Στο 47′ ο Γεωργάτος κάνει το 1-1 με μακρινό σουτ. Ο Τζόρτζεβιτς στο 59′ κάνει το 2-1 και ο Ολυμπιακός κλείνει την Ανόρθωση στο μισό γήπεδο. Σε μια αντεπίθεση, ο Μπόμπαν Κριτσμάρεβιτς κάνει το 2-2, αλλά ο Τζόρτζεβιτς και πάλι δίνει το προβάδισμα στον Ολυμπιακό και το σκορ κλείνει – αποθεούμενος – ο Σίνισα Γκόγκιτς. Τελικό σκορ, Ανόρθωση-Ολυμπιακός 2-4 και πρόκριση στους ομίλους του Champions League.
Η κληρωτίδα στη Γενεύη έχει βγάλει Πόρτο (πάλι), Άγιαξ και Κροάσια Ζάγκρεμπ για τον Ολυμπιακό. Οι ερυθρόλευκοι κερδίζουν άνετα με 3-0 τη Βέροια και πάνε για την πρώτη μάχη του πολέμου στο Ντας Άντας. Τότε, 10 λεπτά πριν τη λήξη, όλα φαίνεται να τελειώνουν πριν καν ξεκινήσουν, καθώς η Πόρτο προηγείται με 2-0. Όμως ο Στέλιος Γιαννακόπουλος και ο Σίνισα Γκόγκιτς ισοφαρίζουν και ο Ολυμπιακός ξεκινά τη σεζόν στην Ευρώπη φέρνοντας και αποτέλεσμα, προς τέρψιν των οπαδών της ομάδας. Ο ΟΦΗ γίνεται εύκολη λεία για τον Ολυμπιακό (3-0), αλλά ο Πανηλειακός προσγειώνει τον Ολυμπιακό (0-1) σε δεύτερη απρόσμενη γκέλα μέσα σε 5 αγωνιστικές. Ο Ολυμπιακός βρίσκει σιγά σιγά – όπως είχε γίνει και στο ξεκίνημα της περυσινής σεζόν – τα πατήματα του και κάνει ένα σερί πέντε νικών: Καθαρίζει Προοδευτική (6-1), Εθνικό Αστέρα (3-1) και ΠΑΟΚ στην Τούμπα (2-1) για το πρωτάθλημα, ενώ με μεγάλους πρωταγωνιστές τους Αλεξανδρή και Γκόγκιτς «παίρνει το σκαλπ» της Κροάσια Ζάγκρεμπ (2-0) και του Άγιαξ (1-0) στο ΟΑΚΑ.
Ο Άγιαξ παίρνει την εκδίκηση του κερδίζοντας τον Ολυμπιακό με 2-0 στο Άμστερνταμ, για να την πληρώσουν ο Ιωνικός (2-0) και το Αιγάλεω (4-2). Η ήττα απ’τον Άρη (0-1) στη Θεσσαλονίκη έρχεται ως φυσικό επακόλουθο απ’το άγχος για τον αγώνα με την Πόρτο στο ΟΑΚΑ που εν πολλοίς κρίνει την υπόθεση πρόκριση στο Champions League. Όλα πάνε καλά καθώς στις 25/11/1998 με μεγάλους πρωταγωνιστές τους Σίνισα Γκόγκιτς και Δημήτρη Ελευθερόπουλο (που μεταξύ άλλων έπιασε και πέναλτι του Ζλάτκο Ζάχοβιτς) κερδίζει 2-1 και είναι με το ένα πόδι στην επόμενη φάση. Τα αποτελέσματα έρχονται έτσι ώστε ο Ολυμπιακός να θέλει αποτέλεσμα και στην Κροατία απέναντι στην Κροάσια, ενώ λίγες ημέρες πριν έχει να παίξει με τον Παναθηναϊκό για το πρωτάθλημα! Η Καβάλα είχε σειρά όμως πριν από τον «αιώνιο» αντίπαλο, θα υποχρεωθεί σε βαριά ήττα με σκορ 4-1.
Στις 04/12/1998, ντέρμπι αιωνίων με το μυαλό στην Κροατία. Ο Παναθηναϊκός προηγείται με 2-0 και ο Ολυμπιακός θα μειώσει με αυτογκόλ του Αλεξόπουλου λίγο πριν τη λήξη του ημιχρόνου. Στο δεύτερο ημίχρονο εμφανίστηκε ένας άλλος Ολυμπιακός, που έκανε τον Παναθηναϊκό ό,τι ήθελε, διαλύοντας τον με 4-2. Πέμπτη σερί νίκη του Ολυμπιακού και του Μπάγεβιτς επί του Παναθηναϊκού και λίγες ημέρες μετά ο Ολυμπιακός στο παγωμένο «Μάξιμιρ» παίρνει την ισοπαλία από την Κροάσια (1-1) και προκρίνεται στα προημιτελικά του Champions League!
Ο Ολυμπιακός με ένα άγχος λιγότερο, παίρνει φόρα και πετάει έξω από το κύπελλο Άρη (3-1) και Ιωνικό (7-4!) και κερδίζει άνετα Εθνικό (2-0), Ηρακλή (2-0), Ξάνθη (3-1), Πανιώνιο (5-0) πριν κάνει πάλι τη γνωστή του ήττα : 2-0 απ΄την ΑΕΚ στη Νέα Φιλαδέλφεια. Σ’ αυτό το σημείο άρχισαν να ακούγονται οι πρώτες «δυνατές» μουρμούρες για τον Μπάγεβιτς. Επίσης, κάπου εκεί, στα μέσα της σεζόν, ο Μπάγεβιτς είχε αρχίσει να αντιλαμβάνεται ότι υπήρχε μία κλίκα στην ομάδα, προεξάρχοντος των Ελευθερόπουλου, Γεωργάτου και Ανατολάκη. Ο Μπάγεβιτς προτίμησε να μην έρθει σε ανοιχτή ρήξη μαζί τους, γνωρίζοντας ότι οι τρεις παίκτες έκαναν καταπληκτική χρονιά και είχαν μεγάλο έρεισμα στον κόσμο της ομάδας. Τα πυρά για τη διαχείριση των αγώνων με την ΑΕΚ αποκρούονται από το «γραφείο τύπου» του, με επιχειρήματα το «5×5» επί του Παναθηναϊκού και την πρόκριση στην Ευρώπη. Εν τω μεταξύ, στην παρέα είχε προστεθεί και ο Σάββας Πουρσαϊτίδης από τη Βέροια.
Ο Ολυμπιακός συνεχίζει με «γκέλα» στο ΟΑΚΑ (0-0) με τον Απόλλωνα Αθηνών, περνάει στο κύπελλο το εμπόδιο της Ξάνθης (3-1, 1-0) και κερδίζει για το πρωτάθλημα Βέροια (5-0) και ΟΦΗ (2-1). Η κλήρωση εν τω μεταξύ του έχει φέρει στη φάση των προημιτελικών τη Γιουβέντους, από την οποία χάνει με 2-0 ως το 90′, όταν ο Νινιάδης ευστοχεί σε πέναλτι, μειώνει σε 2-1 και δίνει άλλο ενδιαφέρον στη ρεβάνς του ΟΑΚΑ. Πανηλειακός (3-0) και Προοδευτική (1-0) αποτελούν πρόγευμα για τη μητέρα όλων των μαχών με τη Γιουβέντους και στις 17/03/1999, σ’ ένα κατάμεστο ΟΑΚΑ, ο αγαπημένος «γερο-Γκόγκα» δίνει το προβάδισμα στον Ολυμπιακό και βάζει φωτιά. Ο Ολυμπιακός ελέγχει το ματς καθ΄ όλη του τη διάρκεια, λες και δεν υπάρχει Γιουβέντους στο γήπεδο. Γύρω στο 70′, ο Γιώργος Αμανατίδης πιάνει την καρφωτή κεφαλιά και βλέπει τον 38χρονο Μικελάντζελο Ραμπούλα να απογειώνεται και να γλυτώνει τη Γιουβέντους από το βέβαιο 2-0. Και εκεί, γύρω στο 85′, γκρεμίζεται ο κόσμος… Ο Μπιριντέλι κάνει μια σέντρα από δεξιά, η μπάλα παίρνει ύψος, ο Ελευθερόπουλος έχει αρχίσει να βγαίνει, αλλά βλέπει ότι ο αέρας τραβάει τη μπάλα πιο έξω από εκεί που βρίσκεται. Το απελπισμένο πλονζόν του δεν έχει αποτέλεσμα και ο Αντόνιο Κόντε από κοντά κάνει το 1-1 που έμελλε να είναι το τελικό σκορ. Ο Ολυμπιακός έχασε μέσα απ’ τα χέρια του μια ιστορική πρόκριση.
Ο κόσμος όμως δεν εναντιώθηκε στην ομάδα, ούτε καν στον «υπεύθυνο», Δημήτρη Ελευθερόπουλο. Σε πολύ κόσμο όμως δεν άρεσε καθόλου η κίνηση του Μπάγεβιτς να αντικαταστήσει τον διαπρέψαντα Βασίλη Καραπιάλη με τον Κόφι Αμπονσά στο 78′, κίνηση που σε καμία περίπτωση δε δικαιώθηκε. Η ευδαιμονία όμως για τις μεγάλες εμφανίσεις της ομάδας εκείνη τη σεζόν «φρέναρε» την όποια γκρίνια και ακολουθούσαν διθύραμβοι και όνειρα: «Αυτό ήταν μόνο η αρχή», έλεγαν και οι παίκτες της ομάδας γνώριζαν την αποθέωση όπου κι αν πήγαιναν.
Ο Ολυμπιακός έπαιζε απίστευτη μπάλα με αυτοματισμούς και φουλ επιθετικό ποδόσφαιρο, με τους Μαυρογενίδη-Γιαννακόπουλο από δεξιά και τους Γεωργάτο-Τζόρτζεβιτς από αριστερά να κάνουν “παπάδες” κατά το κοινώς λεγόμενον. Συνεπικουρούμενοι απ’ τον… ξανανιωμένο Βασίλη Καραπιάλη και τους «φονιάδες» Αλεξανδρή και Γκόγκιτς μπροστά, ο Ολυμπιακός πέρασε άνετα το εμπόδιο του Ηρακλή στον ημιτελικό και έκανε πλάκα στους αντιπάλους του: Εθνικός Αστέρας (4-2), ΠΑΟΚ (2-1), Ιωνικός (3-1), Άρης (1-0), Καβάλα (2-0) ήταν το ορντέβρ, πριν πυραυλοκίνητος Ολυμπιακός περάσει στο κυρίως πιάτο του: Τελικός κυπέλλου Ελλάδας με αντίπαλο τον Παναθηναϊκό. Ο διαιτητής Γιώργος Δούρος αποβάλλει το Γιώργο Αμανατίδη απ’ το 34ο λεπτό, αλλά ο Ολυμπιακός ακόμα και με 10 παίκτες παίρνει το κύπελλο κερδίζοντας με 2-0 με γκολ των Μαυρογενίδη και Οφορίκουε.
Στον αγώνα πρωταθλήματος μεταξύ των δύο που ακολούθησε ο Ολυμπιακός φάνηκε πιο… μεγαλόκαρδος, καθώς έμεινε στο 0-0 με τον Παναθηναϊκό (μένοντας αήττητος για 7ο σερί αγώνα με αντίπαλο τον Παναθηναϊκό) και περνάει πριονοκορδέλα τους Εθνικό (3-0), Ηρακλή (3-2), Ξάνθη (2-0), Πανιώνιο (4-1), πριν φέρει «λευκή ισοπαλία» την τελευταία αγωνιστική με την ΑΕΚ εντός έδρας (0-0), σε ένα αποτέλεσμα που ναι μεν δεν είχε σημασία μιας και το τρίτο συνεχόμενο πρωτάθλημα είχε ήδη κατακτηθεί, αλλά εκνεύρισε πολύ κόσμο που διέκρινε την ηττοπάθεια (που πέρναγε και στους παίκτες) του Μπάγεβιτς στα παιχνίδια με το συγκεκριμένο αντίπαλο. Ο Μπάγεβιτς είχε γερές γραμμές άμυνας, αλλά πλέον οι υποστηρικτές του – παρά το νταμπλ και την καλή πορεία στην Ευρώπη – δεν ήταν σε ποσοστό 100%. Το χειρότερο ήταν ότι το ποσοστό αυτό μειωνόταν σημαντικά εντός των γραφείων της ΠΑΕ.
Το τέλος της (πρώτης) βασιλείας του πρίγκιπα στο Λιμάνι
Καλοκαίρι του 1999. Ο κόσμος του Ολυμπιακού ζει ένα όνειρο, καθώς μετά το νταμπλ της περασμένης σεζόν και την πορεία της ομάδας στην Ευρώπη, δύο μεγάλα αστέρια «πιάνουν λιμάνι». Ο «πολύς» Ζλάτκο Ζάχοβιτς, αστέρι της εθνικής Σλοβενίας και κινητήριος μοχλός της Πόρτο και ο Τζιοβάνι Σίλβα ντε Ολιβέϊρα, αστέρι της Μπαρτσελόνα, υπογράφουν στον Ολυμπιακό. Ο Κόκκαλης και η πλειοψηφία του κόσμου του Ολυμπιακού σκέφτονται πως «αφού με Γκόγκιτς, Πασσαλή, Πουρσανίδη πήγα μέχρι τους 8 και παραλίγο να πάω στους 4 του Champions League, με Ζάχοβιτς – Τζιοβάνι χτυπάω μέχρι τελικό». Τα πράγματα, όμως, δεν ήταν ακριβώς έτσι…
Ο Μπάγεβιτς ξεκινάει προετοιμασία και λίγο πριν την έναρξη των επίσημων υποχρεώσεων, μαθαίνει πως ο Ολυμπιακός τα’ χει βρεί σε όλα με την Ίντερ για την πώληση του Γεωργάτου, πράγμα που σημαίνει πως ο Ολυμπιακός έμενε χωρίς το βασικό του αριστερό μπακ λίγο πριν την έναρξη του πρωταθλήματος αλλά και του Champions League. Συν τοις άλλοις, είχε συμφωνήσει για την απόκτηση του Ζάχοβιτς (που τον είχε μελετήσει και από τους αγώνες του Ολυμπιακού με την Πόρτο, αλλά και της εθνικής Σλοβενίας με την εθνική Ελλάδας), αλλά η απόκτηση του Τζιοβάνι του ‘ρθε… ξαφνική. Το άλλο μεγάλο του πρόβλημα ήταν πως θα μπορούσε να χωρέσει στην ίδια 11άδα τον Τζιοβάνι και τον Ζάχοβιτς που ουσιαστικά αγωνίζονταν στον ίδιο «ελεύθερο» ρόλο, αλλά με την άμυνα τα πήγαιναν άσχημα.
Ο Ολυμπιακός με εξαίρεση το βαρύ 6-1 στο φιλικό της Ρώμης από τη Ρόμα, έκανε καλές εμφανίσεις στα φιλικά και ξεκινάει τις υποχρεώσεις του στην Ελλάδα με 4 νίκες στο κύπελλο (Νάουσα 5-0, Ξάνθη 5-1, ΠΑΣ Γιάννινα 2-1, Εδεσσαϊκός 2-0). Μ’ αυτά και μ’ αυτά, έρχεται η ώρα για το πρώτο κρίσιμο τεστ της ομάδας: Πρώτη αγωνιστική των ομίλων του Champions League, Ολυμπιακός εναντίον Ρεάλ Μαδρίτης στο ΟΑΚΑ. Ο Ολυμπιακός κοίταξε στα μάτια τη «βασίλισσα», αλλά η ατυχία δεν του επέτρεψε να πανηγυρίσει μια τεράστια νίκη. Ο Τζιοβάνι με 2 γκολ και ο Ζάχοβιτς με άλλο ένα, πραγματικά απίστευτο τέρμα, είχε δώσει προβάδισμα με 3-2 στον Ολυμπιακό που ισοφαρίστηκε στο 80’ από τον Ραούλ. Ο κόσμος είχε μείνει έκθαμβος με το εντυπωσιακό ποδόσφαιρο που είχε παρακολουθήσει.
Τα πράγματα όμως δεν ήταν και τόσο καλά όσο έδειχναν. Υπήρχαν παίκτες που γκρίνιαζαν για τη μη χρησιμοποίηση τους (π.χ. Σφακιανάκης, Νινιάδης), ο Γιώργος Λούβαρης γκρίνιαζε για τον παραγκωνισμό του Οφορίκουε, ενώ ο Ζάχοβιτς ήταν μια μουρμούρα από μόνος του: Εντελώς στραβωμένος που ήρθε στον Ολυμπιακό ενώ ήθελε η Πόρτο να τον δώσει στη Βαλένθια, έκανε όσο μπορούσε φανερό ότι δε γούσταρε που βρισκόταν στην Ελλάδα. Αντιθέτως, ο έτερος σταρ, ο Τζιοβάνι, έβγαζε μάτια με την απόδοση του σε Ελλάδα και Ευρώπη. Η συγκομιδή της ομάδας όμως στην Ευρώπη δεν ήταν και ότι καλύτερο, πράγμα που καθόλου δεν άρεσε στη διοίκηση. Το 3-3 με τη Ρεάλ ακολούθησε η ήττα με 2-0 απ’ την Πόρτο, ενώ τη νίκη επί της αδύναμης Μόλντε στο ΟΑΚΑ (3-1) ακολούθησε η απρόσμενη ήττα από την ίδια ομάδα στη Νορβηγία με 3-2, ενώ ο Ολυμπιακός στο ημίχρονο προηγήθηκε με 2-0 και ο Μπάγεβιτς έκανε τεράστιες γκάφες στη διαχείριση του αγώνα (αλλάζοντας στο ημίχρονο τον Καραπιάλη με τον… Οφορίκουε και τον Κυριάκο Καραταΐδη λίγο αργότερα με τον Παρασκευά Άντζα, με αποτέλεσμα στο πεντάλεπτο 54′-59′ το 0-2 να γίνει 2-2). Ο Ολυμπιακός έπρεπε να παίξει «τα ρέστα του» στη Μαδρίτη απέναντι στη Ρεάλ, ο Μάρκους Μερκ δεν δίνει την παράβαση στο χέρι του Ρομπέρτο Κάρλος στο πλασέ του Γκόγκιτς, ο Ολυμπιακός καταρρέει και με μοναδικό διασωθέντα τον Ζάχοβιτς θα χάσει εύκολα με 3-0, μένοντας εκτός συνέχειας Champions League. Η νίκη επί της Πόρτο στο ΟΑΚΑ έσωσε τουλάχιστον τη χρονιά, καθώς έδινε την ευκαιρία στον Ολυμπιακό να συνεχίσει στο κύπελλο UEFA.
Στο πρωτάθλημα πάντως, ο Ολυμπιακός έδειχνε να μην έχει αντίπαλο : 6 νίκες σε ισάριθμες αγωνιστικές (Προοδευτική 3-0, Πανιώνιος 5-0, Απόλλων Αθηνών 1-0, Καβάλα 5-0, Τρίκαλα 3-1, ΠΑΟΚ 4-1) δίνοντας μια μοναδική παράσταση στον αγώνα με τον ΠΑΟΚ στο ΟΑΚΑ, με τον μαέστρο Τζιοβάνι να κάνει όργια και να πετυχαίνει ένα απίστευτο γκολ στο 45ο λεπτό. Ακριβώς σε αυτό το παιχνίδι, το καλύτερο παιχνίδι του Ολυμπιακού της σεζόν, μαζί με το αλησμόνητο 3-3 με τη Ρεάλ, τέλειωσε και η συνεργασία του με τον Μπάγεβιτς. Αφορμή για να ξεχειλίσει το ποτήρι ήταν η δυσαρέσκεια του Ζάχοβιτς, ο οποίος όταν έγινε αλλαγή ζήτησε εξηγήσεις πετώντας επιδεικτικά τη φανέλα του. Ο Μπάγεβιτς ζήτησε την παραδειγματική τιμωρία του Σλοβένου, κάνοντας έξαλλο τον Κόκκαλη. Όταν μάλιστα ο Σλοβένος μάζεψε τα μπογαλάκια του και γύρισε στη Σλοβενία, απαιτώντας μεταγραφή, ο μπαρουτιασμένος Κόκκαλης ουσιαστικά απέλυσε τον Μπάγεβιτς, παρά τις πληροφορίες που έλεγαν για διαζύγιο «κοινή συναινέσει». Ο Κόκκαλης καταλόγισε στον προπονητή λάθη στις μεταγραφικές υποδείξεις του, διέκρινε μια αδυναμία συνεννόησής του με συγκεκριμένους ποδοσφαιριστές οι οποίοι ένιωθαν παραγκωνισμένοι, διεπίστωσε μια στασιμότητα σε ζητήματα τακτικής καθώς η ομάδα επαναλάμβανε τα ίδια αμυντικά λάθη και κυρίως τον κατηγόρησε για συγκεντρωτισμό και έλλειψη Ευρωπαϊκού οράματος. Έτσι, η (πρώτη) βασιλεία του «πρίγκηπα» Μπάγεβιτς στον Ολυμπιακό έληξε άδοξα μετά από 3,5 χρόνια, σε μια απόφαση πάντως που εκνεύρισε την πλειοψηφία του κόσμου της ομάδας, που θεωρούσε πως ο Μπάγεβιτς θα έπρεπε να κριθεί στο τέλος της σεζόν.
Η επιστροφή στην ΑΕΚ
Για τα επόμενα 2,5 χρόνια, ο Σερβοέλληνας τεχνικός βρήκε προπονητική στέγη στον ΠΑΟΚ, τον οποίο ανέδειξε κυπελλούχο Ελλάδας το 2001. Η ώρα της πρώτης επιστροφής σήμανε τον Μάιο του 2002. Ο τότε πρόεδρος Μάκης Ψωμιάδης διέγνωσε πως με μια τέτοια κίνηση, το ενδιαφέρον οργανωμένων και μη οπαδών θα στρεφόταν στην αμφιλεγόμενη φιγούρα στον πάγκο, ενώ ο ίδιος θα μπορούσε να «αλωνίζει» ελεύθερα σε «άλλα» λημέρια. Καθαρά αγωνιστικά πάντως, το σύνολο που παρέταξε ο Μπάγεβιτς έπαιξε πολύ όμορφο και επιθετικό ποδόσφαιρο, διακρίθηκε στο Champions League, με το διάσημο «αήτηττο» στη φάση των ομίλων και αν ήταν λίγο πιο προσεκτικό σε ορισμένα παιχνίδια (π.χ. στις ήττες από Ακράτητο και ΠΑΟΚ το Νοέμβριο του 2002), θα μπορούσε στο τέλος να πάρει το πρωτάθλημα.
Τη δεύτερη σεζόν (2003/04) ξεκίνησαν τα προβλήματα. Ο Ψωμιάδης αποτελούσε παρελθόν, για τον ίδιο τον Μπάγεβιτς όμως το γεγονός αυτό επέδρασε αρνητικά. Οι οργανωμένοι, που παρά τις διάφορες επαναστατικές εξαγγελίες τους «στέκονταν προσοχή» μπροστά στον παράγοντα με το σκοτεινό παρελθόν, μπορούσαν πλέον ανενόχλητοι να εκδηλώσουν το μίσος τους για τον «βάτραχο». Κατά τη διάρκεια ενός ματς κόντρα στον Ηρακλή, τον Ιανουάριο του 2004, (το κέρδισε η ΑΕΚ με 4-0), ο Μπάγεβιτς, μην αντέχοντας τις ύβρεις προς το πρόσωπο της γυναίκας του, τα «βρόντηξε» και αποχώρησε για δεύτερη φορά από την ομάδα της καρδιάς του.
Η επιστροφή στον Ολυμπιακό και το οριστικό «αντίο»
Πλέον, 2004-2005. Είναι το καλοκαίρι που ο Σωκράτης Κόκκαλης έχει «ψηθεί» ότι πρέπει στον Ολυμπιακό να ακολουθηθεί το «γαλλικό μοντέλο». Ο Κόκκαλης συζητά επί μακρόν με τον Καρεμπέ και αποφασίζουν ότι η ομάδα πρέπει να πορευτεί με Γάλλο προπονητή, Γάλλο υπεύθυνο ακαδημιών και με τον Κριστιάν Καρεμπέ κάτι μεταξύ τεχνικού διευθυντή και συνεργάτη του προπονητή. Το σχέδιο μπαίνει μπρος και ο Ολυμπιακός προχωρά σε συνεργασία με τον Γάλλο μέντορα της Ναντ, τον Κλοντ Σουαντό. Πρόκειται για έναν “γκουρού” του γαλλικού ποδοσφαίρου (ηλικίας κοντά στα 70), ο οποίος ανέλαβε να οργανώσει τις ακαδημίες, όπως είχε κάνει και στη Ναντ. Ο πρώτος υποψήφιος προπονητής είναι ο Ρεϊνάλντ Ντενουΐ, φίλος του Καρεμπέ, πνευματικό παιδί του Σουαντό και προπονητής με μία πολύ μεγάλη επιτυχία στην Ισπανία με τη Ρεάλ Σοσιεδάδ. Τελικά ο Ντενουΐ – σε ένα σίριαλ που τράβηξε πολύ – δεν δέχεται να αναλάβει τον Ολυμπιακό και ακολουθούν κι άλλες αρνήσεις από άλλους Γάλλους προπονητές (όπως ο Γκι Λακόμπ – που έμελλε να αντιμετωπίσει τον Ολυμπιακό με τη Σοσό μέσα στη σεζόν) και ο Ελί Μπο. Στο τέλος Σουαντό και Καρεμπέ προτείνουν τον Αντουάν Κομπουαρέ, ο οποίος μόλις έχει αρχίσει την προπονητική καριέρα του και το βιογραφικό του δείχνει ότι έχει προπονήσει μόνο ομάδα Β’ κατηγορίας. Οι φήμες λένε ότι ο Κόκκαλης, βλέποντας τον βιογραφικό του Κομπουαρέ, αναφωνεί: “Άϊ Σιχτίρ με τους Γάλλους προπονητές”. Την επόμενη μέρα ανακοινώνεται η επιστροφή του Ντούσαν Μπάγεβιτς στον Ολυμπιακό, το Γαλλικό μοντέλο πήγε περίπατο και το ίδιο και οι Σουαντό – Καρεμπέ.
Η (επανα)πρόσληψη Μπάγεβιτς δε χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό από μερίδα οπαδών της ομάδας. Στην εκπομπή της «Θύρας 7» στον τότε τηλεοπτικό σταθμό TV Magic, το πιο επιεικές σχόλιο που ακούστηκε ήταν «ξαναζεσταμένο φαγητό». Οι προσβάσεις του Ντούσαν Μπάγεβιτς στον τύπο βέβαια παραμένουν ισχυρές και οι γραμμές άμυνας του προετοιμάζονται. Ο Μπάγεβιτς – έλεγαν – είχε «μαλακώσει» με την πάροδο των χρόνων. Δεν ήταν πια τόσο απόλυτος, δεν ήταν πια τόσο «μη συνεργάσιμος». Οι συνθήκες εργασίας που συνάντησε εργαζόμενος σε ΠΑΟΚ και ΑΕΚ τον έκαναν να αναθεωρήσει πολλά και να εκτιμήσει ακόμα περισσότερα. Ωστόσο και στη δεύτερη θητεία του στον Πειραιά θα είχε πολλά και-όπως αποδείχτηκε-αξεπέραστα προβλήματα.
Από την προετοιμασία ακόμα, στο Ζέεφελντ της Αυστρίας, ο Μπάγεβιτς τσακώνεται ανοιχτά με τους “Latin” της ομάδας (Ριβάλντο, Τζιοβάνι, Καστίγιο) όταν στη διάρκεια ταξιδιού στην Κύπρο για προγραμματισμένους φιλικούς αγώνες αργούν να κατέβουν για φαγητό. Ακολουθεί δεύτερο επεισόδιο στο πούλμαν της ομάδας, με το Μπάγεβιτς να επιπλήττει έντονα τους Καστίγιο και Τζιοβάνι, ως παλαιότερους. Ο Ουρουγουανός μπαίνει στο περιθώριο, κάτι που ενοχλεί τον πρόεδρο Σωκράτη Κόκκαλη που θεωρούσε «παιδί του» τον Καστίγιο, ενώ και ο Τζιοβάνι δεν είναι στις αρχικές επιλογές του. Τέλος πάντων, αρχίζουν τα επίσημα. Η πορεία του Ολυμπιακού στο πρωτάθλημα δεν είναι εντυπωσιακή, αλλά οι επιτυχίες στο Champions League κρατούν τις ισορροπίες και καθιστούν δημοφιλή στους περισσότερους, τον Μπάγεβιτς. Ο Ολυμπιακός ξεκινάει με ισοπαλία στην Ισπανία (0-0 με Λα Κορούνια), κερδίζει τη Λίβερπουλ στο νεότευκτο στάδιο Καραϊσκάκης με 1-0, χάνει 2-1 με διαιτητική αδικία και ακυρωμένο γκολ στη Γαλλία από τη Μονακό, αλλά την κερδίζει στο στάδιο Καραϊσκάκης με 1-0. Λίγο πριν, οι «Λάτιν» είχαν δώσει μια μοναδική παράσταση στο Φάληρο, συντρίβοντας τον ΠΑΟΚ με 5-1 και τους Τζιοβάνι – Ριβάλντο – Καστίγιο (ειδικά τους δύο πρώτους) να οργιάζουν. Κάπου εκεί, οι “Latin” αντεπιτίθενται : Έβδομη αγωνιστική, ΑΕΚ – Ολυμπιακός 0-0. Ο διαπρέψας Τζιοβάνι απουσίαζε από την αρχική εντεκάδα, ενώ ο σούπερ σταρ Ριβάλντο μετά το τέλος του αγώνα δηλώνει «έτσι όπως παίζουμε, ούτε πέμπτοι δε θα βγούμε», προκαλώντας την έντονη δυσαρέσκεια του Μπάγεβιτς. Ο στόχος όμως της πρόκρισης στην επόμενη φάση του Champions League κατευνάζει προσωρινά τα πνεύματα. Ακολουθούν τέσσερις μεγάλες νίκες : 3-0 επί του ΟΦΗ, 1-0 επί της Ντεπορτίβο Λα Κορούνια, 4-0 επί του Ιωνικού και το 1-0 επί του Παναθηναϊκού στο Καραϊσκάκη, με την εξέδρα να φωνάζει ρυθμικά «Ντούσαν, Ντούσαν» ξανά, μετά από 6 σχεδόν χρόνια. Η διαδρομή όμως από το ζενίθ στο ναδίρ είναι πολύ μικρή και ο Μπάγεβιτς – αλλά και ο λαός της ομάδας – το βίωσε με τον πιο άσχημο τρόπο…
Φτάνουμε στις 08/12/2004. Λίγες ημέρες πριν τα Χριστούγεννα, στη δύση του 2004, ο Ολυμπιακός θέλει την ισοπαλία στο «Άνφιλντ» με τη Λίβερπουλ για να περάσει στην επόμενη φάση, ενώ βολεύεται ακόμα και με ήττα με διαφορά όχι μεγαλύτερη του ενός γκολ. Ο Ριβάλντο ντύνεται Άγιος Βασίλης, σκοράρει με απευθείας εκτέλεση φάουλ και ο Ολυμπιακός πάει στα αποδυτήρια προηγούμενος με 1-0. Το δεύτερο ημίχρονο είναι αναβίωση του πιο σκοτεινού εφιάλτη του πιο απαισιόδοξου Ολυμπιακού. Το «Άνφιλντ» γίνεται κατηφόρα προς την εστία του Αντώνη Νικοπολίδη και η Λίβερπουλ θα σκοράρει με την έναρξη του δευτέρου ημιχρόνου. Ο Ολυμπιακός με νύχια και με δόντια κρατάει. Η είσοδος του Ιβαν Ρέζιτς σε ρόλο δεξιού μπακ-χαφ αποδεικνύεται εφάμιλλη της αντικατάστασης Καραπιάλη με Αμπονσά στο ΟΑΚΑ και με Οφορίκουε στο Μόλντε προ ετών και το καράβι αρχίζει να «μπάζει νερά». Η εικόνα του έξαλλου Γκαμπριέλ Σούρερ να χειρονομεί προς τον πάγκο για να μπει άλλος ένας αμυντικός για να κρατήσει ο Ολυμπιακός το πολυπόθητο αποτέλεσμα δεν εισακούονται. Ο Μπάγεβιτς παρακολουθεί με απλανές βλέμμα τα διαδραματιζόμενα, ενώ ο Ράφα Μπενίτεθ ρίχνει στη μάχη όποιον έχει και όποιον… δεν έχει. Στο 80ό λεπτό ένας νεαρός που σήμερα αγνοείται από τον ποδοσφαιρικό χάρτη, ονόματι Μέλορ, με κοντινή κεφαλιά κάνει το 2-1. Ακόμα κι έτσι όμως, ο Ολυμπιακός είναι στην επόμενη φάση, καθώς το εκτός έδρας γκολ είναι πολύτιμο. Κι όμως, ο Ολυμπιακός δε θα τα καταφέρει. Στο 86ο λεπτό, σε μια απ’ τις κλασικές στιγμές αδράνειας στην άμυνα, η μπάλα φτάνει στο Στίβεν Τζέραρντ που ερχόταν με φόρα έξω από την περιοχή. Το σουτ του πάνω στην κίνηση θα καρφωθεί στην αριστερή γωνία του Νικοπολίδη, ο Ολυμπιακός θα ηττηθεί με 3-1 και σε συνδυασμό με την πρωτοφανή ήττα της Λα Κορούνια στη Μονακό (μέσα στην Ισπανία, 0-5!) θα μείνει εκτός επόμενης φάσης στην ισοβαθμία, ενώ είχε συγκεντρώσει 10 βαθμούς!
Οι αντιφρονούντες που δεν επιθυμούσαν την επιστροφή Μπάγεβιτς είχαν – με το δίκιο τους – ένα πολύ γερό πάτημα για να διατρανώσουν τα πιστεύω τους. Η δυσαρέσκεια έγινε οργή, όταν ο Μπάγεβιτς υπερασπίζεται τη γραμμή της διοίκησης σχετικά με τις επικείμενες μεταγραφές λέγοντας τη φράση «είμαστε πλήρεις». Η ζωή συνεχίζεται όμως και οι υποχρεώσεις τρέχουν. Ο Ολυμπιακός περνάει στο κύπελλο Βέροια, Καλλιθέα και Ηρακλή και «γκελάρει» απροσδόκητα με Αιγάλεω (2-2), Καλλιθέα (1-1) και Ξάνθη (0-0), ενώ κερδίζει στο πρωτάθλημα Απόλλωνα Καλαμαριάς (2-0), Κέρκυρα (3-0), Άρη (2-1) και Πανιώνιο (2-0), αποτελέσματα που του δίνουν έναν αέρα +6 βαθμών από το δεύτερο. Η προσδοκία της κατάκτησης του πρωταθλήματος μειώνει τα παράπονα, αλλά η γκρίνια παραμένει. Η συνέχεια στο κύπελλο UEFA και η εντός έδρας νίκη επί της Σοσό (1-0) αποτελεί σύντομη ανακωχή των εχθροπραξιών, αλλά η ήττα με 1-2 στο Παγκρήτιο από το νεοφώτιστο Εργοτέλη ωθεί τα πράγματα στα άκρα. Ο Ριβάλντο κλείνεται στη σουΐτα του Κόκκαλη για συζητήσεις, ο Τζιοβάνι πάει να φτιάξει τα δόντια του παραμονές της ρεβάνς με τη Σοσό, ο Καστίγιο γκρινιάζει, ο Σούρερ έχει μπεί στο περιθώριο, ο αείμνηστος Νίκος Αλέφαντος ωρύεται στα κανάλια και στα ραδιόφωνα «να μπούν όλοι οι παικταράδες μέσα», η υπερασπιστική γραμμή του Ντούσαν ρίχνει «βόμβα», γράφοντας «Αλέφαντος εν όψει» και ο Σωκράτης Κόκκαλης κάνει τηλεφωνική παρέμβαση στην εκπομπή της Θύρας 7 για να διαψεύσει τα περί Αλέφαντου, συμβουλεύοντας παράλληλα τους παρουσιαστές να ντυθούν καλά για να μη κρυώσουν στη Γαλλία, επειδή έχει κρύο! Μέσα σ’ όλη αυτή τη μουρμούρα, το 1-0 με το γκολ του Ιεροκλή Στολτίδη που σήμανε την πρώτη εκτός έδρας νίκη της ομάδας στην Ευρώπη, μετά το 2-1 επί της Γιουβέντους το 1999 – που σήμανε και πρόκριση στη φάση των «16» του κυπέλλου UEFA – πέρασε σχεδόν απαρατήρητο.
Η κόντρα φτάνει σιγά-σιγά στα άκρα και αυτό έχει φανερά αντίκτυπο και στην ομάδα. Ο Ολυμπιακός κερδίζει τη Χαλκηδόνα με 3-0, αλλά χάνει από την Καστοριά με 2-1 στο κύπελλο. Ακολουθεί νέα γκέλα (1-1) με τον ΠΑΟΚ στην Τούμπα, ενώ η Νιούκαστλ στο στάδιο Καραϊσκάκη κερδίζει 3-1 και κάνει το θέμα πρόκριση στην επόμενη φάση του UEFA όνειρο. Η νέα γκέλα εντός έδρας με την ΑΕΚ (1-1) στο κεκλεισμένων των θυρών στάδιο Καραϊσκάκης, η συντριβή στην Αγγλία (4-0) από τη Νιούκαστλ και η νέα γκέλα (1-1) με τον ΟΦΗ, αρχίζουν να εξαγριώνουν και τους πλέον αισιόδοξους. Ο Ολυμπιακός παραπατάει. Καθαρίζει Καστοριά (5-1) για το κύπελλο και κερδίζει (3-1) τον Ιωνικό, αλλά στο ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό χάνει με 1-0 στη Λεωφόρο και απ’ το +6 βρίσκεται στο –3 από τον Παναθηναϊκό και τον Ντούσαν Μπάγεβιτς με το ένα πόδι εκτός Ρέντη. Ο Σωκράτης Κόκκαλης ζητάει «ενότητα για να πετύχουμε το στόχο», για τον κόσμο ο… στόχος είναι ο Μπάγεβιτς, καθώς ο Τζιοβάνι ανακοίνωσε την αποχώρηση του από την ομάδα το καλοκαίρι. Ο Μπάγεβιτς δεν έριξε απλά νερό στο κρασί του, αλλά… άδειασε τελείως το κρασί. Μέσα και ο Σούρερ, και ο Τζιοβάνι, και ο Καστίγιο, και ο Ριβάλντο. 5 αγώνες έμεναν για το πρωτάθλημα, συν το κύπελλο. Ο Ολυμπιακός «πετάει» έξω από το κύπελλο την ΑΕΚ (1-0, 0-1 / 2-1 στην παράταση), κερδίζει Απόλλωνα Καλαμαριάς (2-0), Αιγάλεω (3-1), Κέρκυρα (3-1), Πανιώνιο (3-0) την ίδια ώρα που Παναθηναϊκός και ΑΕΚ αυτοκτονούν και επιστρέφουν το μπαλάκι στα χέρια του Ολυμπιακού : Από τη μειονεκτική θέση και την κατακραυγή, σε 2 παιχνίδια, με Άρη και Ηρακλή, ο Ολυμπιακός παίζει την ύπαρξη του. Τα χάνει; οι εξελίξεις θα είναι απρόβλεπτες. Τα κερδίζει; κάνει νταμπλ.
Ο Ολυμπιακός κερδίζει τον Άρη με 3-0 στον τελικό της Πάτρας και κατακτά το κύπελλο, ενώ λίγες ημέρες αργότερα με νίκη στη Θεσσαλονίκη κερδίζει 1-0 τον Ηρακλή και κάνει νταμπλ. Ένα νταμπλ που στην αρχή φάνταζε τόσο εύκολο (λόγω της βαθμολογικής διαφοράς), αλλά κατακτήθηκε με τόσο άγχος… Η στιγμή του exit poll φτάνει: Φιέστα στο Στάδιο Καραϊσκάκης και ο Ντούσαν Μπάγεβιτς αποθεώνεται από τους μισούς, αλλά αποδοκιμάζεται από τους άλλους μισούς. Η παραμονή του ή όχι στον πάγκο της ομάδας γίνεται κυρίαρχο θέμα συζήτησης. Ο Σωκράτης Κόκκαλης δεν δείχνει πρόθεση να τον διώξει, αλλά ούτε και να τον κρατήσει. Υπήρχε όμως η αίσθηση ότι η πίεση των οργανωμένων της θύρας 7 θα ανάγκαζε τον Κόκκαλη να διώξει τον Μπάγεβιτς. Η αναμονή δεν κράτησε πολύ: Το μεσημέρι της Τετάρτης, 1 Ιουνίου 2005, ο Μπάγεβιτς ανακοίνωσε την παραίτηση του από την τεχνική ηγεσία του συλλόγου.
Ερυθρός Αστέρας, Άρης και η (τρίτη) επιστροφή στην ΑΕΚ
Στη συνέχεια προπόνησε τον Ερυθρό Αστέρα (2006/07) και τον Άρη (2007/08), τον οποίο οδήγησε στην τέταρτη θέση και τον τελικό κυπέλλου. Το Νοέμβριο του 2008 συντελέστηκε η τρίτη επιστροφή στην ΑΕΚ. Οι μέτοχοι της ΠΑΕ προσέλαβαν στη θέση του αποχωρήσαντα Γιώργου Δώνη τον 60χρονο ήδη προπονητή, θέλοντας ίσως να δελεάσουν τον φίλο του, Δημήτρη Μελισσανίδη, να αναμιχθεί στα διοικητικά. Κατά την επίσημη παρουσίασή του ο Μπάγεβιτς εντυπωσίασε, ζητώντας δημόσια συγγνώμη για τα γεγονότα του 1996. Αυτή τη φορά η πλειοψηφία του κόσμου δεν αντέδρασε στην παρουσία του στον πάγκο, ο ίδιος δούλεψε σχετικά πιο ήσυχα, αλλά τα θαύματα δεν ήταν δυνατόν να επαναληφθούν.
Τακτικά εγκλωβίστηκε στα δήθεν μοντέρνα 4-3-3 και 4-2-3-1 χωρίς η ομάδα να διαθέτει ούτε έναν εξτρέμ για να τα εφαρμόσει σωστά. Εντέλει, μετά από 2 περίπου χρόνια μέτριων προς κακών εμφανίσεων, ενός χαμένου τελικού κυπέλλου και υπό το βάρος της αναζωπύρωσης του μίσους εναντίον του (γεγονότα Καλλιθέας), αποχώρησε ξανά τον Σεπτέμβριο του 2010. Ακολούθησαν δύο σύντομες προπονητικές θητείες σε Ομόνοια (2010/11) και Ατρόμητο (2012).
Το καλοκαίρι του 2013 με την ΑΕΚ να επιχειρεί το «restart» από τη Γ’ Εθνική, ο Ντούσαν Μπάγεβιτς δέχθηκε την πρόταση του Δημήτρη Μελισσανίδη να συμμετάσχει στη νέα εποχή και ανέλαβε Εκτελεστικός Διευθυντής του αγωνιστικού τμήματος, θέση από την οποία παραιτήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2018 κλείνοντας οριστικά το κεφάλαιο ΑΕΚ.
Ο ΑΕΚτζής Ντούσαν, ο επαγγελματίας Μπάγεβιτς
Τον Φεβρουάριο του 2010 σε συνέντευξή του που είχε δώσει στην εφημερίδα «Καθημερινή», ο Ντούσαν Μπάγεβιτς είχε δηλώσει μεταξύ των άλλων: «Εγώ είμαι πάντα ΑΕΚτζής. Όπου δούλευα, πάντα ως οπαδό της ΑΕΚ με αντιμετώπιζαν. Όλοι είμαστε κάποια ομάδα, αλλά κάνουμε και κάποια δουλειά. Έτσι δεν είναι;».
Το παλμαρέ του Ντούσαν Μπάγεβιτς
Επαγγελματική καριέρα
- 1966–1977: Βελέζ Μόσταρ, 277 (144)
- 1977–1981: ΑΕΚ, 106 (65)
- 1981–1983: Βελέζ Μόσταρ, 45 (22)
Σύνολο καριέρας: 478 (292)
Διεθνής
- 1970–1977: Γιουγκοσλαβία, 37 (29)
Προπονητική καριέρα
1984/1988: Βελέζ Μόσταρ
- 1988/1996: ΑΕΚ
- 1996/1999: Ολυμπιακός
- 2000/2002: ΠΑΟΚ
- 2002/2004: ΑΕΚ
- 2004/05: Ολυμπιακός
- 2006/07: Ερυθρός Αστέρας
- 2007/08: Άρης
- 2008/2010: ΑΕΚ
- 2010/2012: Ομόνοια Λευκωσίας
- Ιούνιος 2012-Δεκέμβριος 2012: Ατρόμητος
Τίτλοι
Ως ποδοσφαιριστής
Με την ΑΕΚ
- Πρωτάθλημα Ελλάδος: 1978, 1979
- Κύπελλο Ελλάδος: 1978
Ως προπονητής
Με τη Βελέζ Μόσταρ
Κύπελλο Γιουγκοσλαβίας: 1986
Με την ΑΕΚ
- Πρωτάθλημα Ελλάδος: 4 (1988/89, 1991/92, 1992/93, 1993/94)
- Κύπελλο Ελλάδος: 1 (1995/96)
- Super CupΕλλάδος: 1 (1989)
- Λιγκ Καπ Ελλάδος: 1 (1990)
Με τον Ολυμπιακό
- Πρωτάθλημα Ελλάδος: 4 (1996/97, 1997/98, 1998/99, 2004/05)
- Κύπελλο Ελλάδος: 2 (1998/99, 2004/05)
Με τον ΠΑΟΚ
- Κύπελλο Ελλάδος: 1 (2000/01)
Προσωπικές Διακρίσεις
- Πρώτος Σκόρερ Γιουγκοσλαβικού Πρωταθλήματος: 1970
- Παίκτης της Χρονιάς για την Γιουγκοσλαβία: 1972
- Πρώτος Σκόρερ Ελληνικού Πρωταθλήματος: 1980