Την αποκαλούν με διάφορα ονόματα: σφαίρα, τόπι, στρογγυλή θεά.
Στη Βραζιλία δεν αμφιβάλλει κανείς ότι είναι γυναίκα. Οι Βραζιλιάνοι τη λένε χοντρούλα, γκορντουτσίνια, ή κοριτσάκι, μενίνα, και της δίνουν διάφορα ονόματα, Μαρικότα, Λεονόρ ή Μαργαρίτα.
Ο Πελέ τη φίλησε στο Μαρακανά, όταν έβαλε το χιλιοστό του γκολ, και ο Ντι Στέφανο της έστησε μνημείο στην είσοδο του σπιτιού του, μια μπρούντζινη μπάλα με την επιγραφή:
Σ’ ευχαριστώ, παλιοκόριτσο.
Η μπάλα είναι πιστή. Στον τελικό του Μουντιάλ του ’30 οι δυο ομάδες επέμεναν να παίξουν με τη δική τους μπάλα. Ο κριτής, σαν τον σοφό Σολομώντα, αποφάσισε ότι στο πρώτο ημίχρονο θα έπαιζαν με την μπάλα της Αργεντινής και στο δεύτερο με την μπάλα της Ουρουγουάης. Η Αργεντινή κέρδισε στο πρώτο ημίχρονο, και η Ουρουγουάη στο δεύτερο.
Όμως η μπάλα έχει και τις ιδιοτροπίες της, και καμιά φορά δεν θέλει να μπει στο τέρμα, γιατί αλλάζει γνώμη στον αέρα, και λοξοδρομεί. Είναι, βλέπετε, πολύ μυγιάγγιχτη. Δεν ανέχεται να την κλοτσάνε εκδικητικά, ή να την κακομεταχειρίζονται. Απαιτεί να τη χαϊδεύουν, να τη φιλάνε, να τη νανουρίζουν στο στήθος, ή στο πόδι τους. Είναι πολύ περήφανη, και ίσως λιγάκι αλαζονική, αλλά δεν έχει άδικο: ξέρει καλά πως δίνει χαρά σε πολλές ψυχές, και πως πολύς κόσμος κοψοχολιάζεται όταν πέφτει άγαρμπα.
Το ποδόσφαιρο στη σκιά και στο φως, εκδόσεις Πάπυρος.