Από την απόρριψη του 1969 στη Λύρα του Πατσιφά μέχρι τη Μίνος, το ηχόχρωμα της φωνής, το υλικό ενός κοριτσιού από τη Θήβα. Ήταν τέτοιος ο ενθουσιασμός στη δισκογραφική εταιρία που δίστασαν να της το πουν εκείνη τη στιγμή και άφησαν 15 ημέρες να περάσουν. Το σημερινό σημείωμα είναι αφιερωμένο, με άκρως υποκειμενικά κριτήρια, στην καλλιτεχνική πορεία της Χαρούλας Αλεξίου.
Η φωνή της είναι το όπλο που ανορθώνει ο οποιοσδήποτε απέναντι στην απειλή του θανάτου. Η αποθέωση του έρωτα. Ο γιος της πενίας και του πλούτου. Ο αναξιοπρεπής, με τα δάκρυα στα πεζούλια. Η εμμονική πλευρά.
Στα μεγάλα πάθη κρύβεται πάντα ένας υπόκωφος ερωτισμός. Όπως σημείωνε ο Ρεμπώ: και από τα μάτια μου κύλησαν τόσα δάκρυα όσα ο Θεός δε ζήτησε ποτέ από κανέναν άνθρωπο.
Ο Μάνος Χατζιδάκις την χαρακτήρισε σαν Μπάρμπαρα Στρέιζαντ της Ελλάδας. Ο Στέλιος Καζαντζίδης σημείωνε ότι μονάχα εκείνος και η Αλεξίου μπορούσαν να ερμηνεύσουν τις μωβ νότες. Εμείς οι υπόλοιποι μετά τη συνέντευξη της καλλιτέχνιδας στο Φώτη Απέργη και το Δεύτερο Πρόγραμμα, γίναμε μάρτυρες στην πτώση της.
Διαμάντι δαχτυλίδι σε πανσέληνο έρωτα με υπογραφή αίματος καρδιάς στη σκηνή.
Η Μαριάνθη των ανέμων υπενθυμίζει ότι η αγάπη θα σε βρει όπου κι να σαι.
«Οχι, σε κυνηγούν, πώς δεν το βλέπεις;»
Γιώργος Σεφέρης, «Ο ηδονικός Ελπήνωρ»