Home >> Γιάννης Ρίτσος

Επιτάφιος

Ήταν Μάιος του 1936. Οι απεργίες ξεσηκώνουν όλη τη χώρα. Η καπνεργατική απεργία στη Θεσσαλονίκη, όμως, κατέληξε σε αιματοχυσία. Ανάμεσα στους 12 που χάθηκαν ήταν και ο 25χρονος αυτοκινητιστής Τάσος Τούσης. Την επομένη, στις 10 Μαΐου, ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει μια συνταρακτική φωτογραφία: τη μάνα του αδικοχαμένου νέου να θρηνεί τον γιο της. Αυτήν τη φωτογραφία…

Διαβάστε περισσότερα

Τα κόκκινα παπούτσια της Κικής Δημουλά…

Έχουμε πάνω από μία ώρα που δοκιμάζουμε παπούτσια. Άσπρα. Αστραφτερά, χαρωπά, ανθισμένα παπούτσια. Πασχαλιάτικα. Παιδικά. Τέσσερα πόδια γεύονται κατά κόρον το «καινούργιο» και το «αλλιώτικο», δοκιμάζοντας και απορρίπτοντας ό,τι δεν τους αρέσει, με το αιτιολογικό, αυτό με στενεύει… αυτό μου είναι μεγάλο… αυτό μου είναι μεγάλο και με στενεύει. Εγώ και ο υπάλληλος έχουμε κυριολεκτικά…

Διαβάστε περισσότερα

Δεκέμβρης του 44΄

Εδώ σε τούτη την παράξενη χώρα που τα ποτάμια της, που οι πέτρες και τα φαράγγια της, τα σύννεφα και τα βουνά της βγαίνουν μαζί με μας στον πόλεμο και πολεμάνε και πληγώνονται, εδώ σ΄αυτά τα δέντρα που οι αρματολοί και οι κλέφτες κρέμασαν τα τραγούδια τους, πέθανε ο Μπάιρον! Πάει καιρός που έχει πεθάνει…

Διαβάστε περισσότερα

Γιάννης Ρίτσος, “Ημερολόγιο μιας εβδομάδας”

ΑΘΗΝΑ 16 Νοεμβρίου 1973 Ωραία παιδιά με τα μεγάλα μάτια σαν εκκλησίες χωρίς στασίδια ωραία παιδιά δικά μας με τη μεγάλη θλίψη των ανδρείων αψήφιστοι, όρθιοι στα Προπύλαια στον πέτρινο αέρα, έτοιμο χέρι, έτοιμο μάτι πως μεγαλώνει το μπόι, το βήμα κι η παλάμη του ανθρώπου 17 Νοεμβρίου Βαριά σιωπή διάτρητη απ΄τους πυροβολισμούς, πικρή πολιτεία,…

Διαβάστε περισσότερα

Νίκος Μπελογιάννης

Χαραβγή κατεπάνω του θανάτου βάδιζεν η καρδιά σου, Παληκάρι, λες κ’ είταν άλλος: άγουρος που ορθρίζει ν’ ανταμώσει κρυφά την πρώτη αγάπη. Σε κάθε βήμα ψήλωνε η κορφή σου, το ηλιοστεφάνι τ’ ουρανού να φτάσει. Κι αν χάραζε για σένα αιώνια Νύχτα, η προδοσιά χορέβοντας σε φτυούσε. Με χέρι’ αλυσωμένα, που αγαπούσαν να κρατάνε για…

Διαβάστε περισσότερα

Ἡ σονάτα τοῦ σεληνόφωτος

Ἀνοιξιάτικο βράδι. Μεγάλο δωμάτιο παλιοῦ σπιτιοῦ. Μιὰ ἡλικιωμένη γυναίκα ντυμένη στὰ μαῦρα μιλάει σ᾿ ἕναν νέο. Δὲν ἔχουν ἀνάψει φῶς. Ἀπ᾿ τὰ δυὸ παράθυρα μπαίνει ἕνα ἀμείλικτο φεγγαρόφωτο. Ξέχασα νὰ πῶ ὅτι ἡ γυναίκα μὲ τὰ μαῦρα ἔχει ἐκδώσει δυό-τρεῖς ἐνδιαφέρουσες ποιητικὲς συλλογὲς θρησκευτικῆς πνοῆς. Λοιπόν, ἡ Γυναίκα μὲ τὰ μαῦρα μιλάει στὸν νέο. Ἄφησέ με…

Διαβάστε περισσότερα