Ο Βασίλης Σπανούλης αποφάσισε να βάλει τέλος στην ασύλληπτη καριέρα του, σε ηλικία 39 ετών. Η αποχώρηση του Kill Bill είναι πλήγμα για το ελληνικό, το ευρωπαϊκό και το παγκόσμιο μπάσκετ, αλλά ο μύθος του αθλήματος αποφάσισε ότι τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να πει «αντίο». Εμείς το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε είναι να υποκλιθούμε στο ταλέντο του.
Ο Βασίλης Σπανούλης είπε «αντίο». Η είδηση της αποχώρησής του προκάλεσε κύμα αποθεωτικών σχολίων από νυν και πρώην συμπαίκτες, από αντίπαλους συμπαίκτες, προπονητές, απλούς φιλάθλους που θέλησαν μ’ αυτόν τον τρόπο να δείξουν το θαυμασμό τους στο πρόσωπο του 39χρονου πρώην πλέον αθλητή, ενός εκ των κορυφαίων στην ιστορία του παγκόσμιου μπάσκετ.
Ο Βασίλης Σπανούλης ονειρεύτηκε να παίξει μπάσκετ από τη στιγμή που γεννήθηκε εκείνη την εβδόμη Αυγούστου 1982 στη Λάρισα. Το μπάσκετ δεν ήταν απλά το πάθος του, αλλά ολόκληρη η ζωή του. Είπε «θέλω να γίνω πρωταθλητής» και εκπόνησε το στόχο του στον απόλυτο βαθμό.
Ο Kill Bill για να φτάσει να συγκαταλέγεται χθες, σήμερα, αύριο και για πάντα στους κορυφαίους αθλητές του μπάσκετ, δούλεψε σκληρά, ατελείωτες ώρες και έριξε πάρα πολύ ιδρώτα. Βέβαια, σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε και το σπουδαίο ταλέντο του που έτσι και αλλιώς είναι απαραίτητο σε οτιδήποτε κι αν επιλέξει να κάνει ο καθένας στη ζωή του.
Ο Σπανούλης ήθελε να είναι πάντα το πρώτο βιολί στην εκάστοτε ομάδα του και όταν αυτό δεν συνέβαινε τον «χαλούσε», τον «τσάντιζε». Κάπως έτσι το καλοκαίρι του 2010 πήρε τη μεγάλη απόφαση να μεταπηδήσει από τον Παναθηναϊκό στον – αιώνιο αντίπαλο των Πράσινων – Ολυμπιακό. Μία απόφαση που άλλαξε όχι μόνο την ιστορία του Ολυμπιακού, αλλά και του μπάσκετ.
Στον Παναθηναϊκό της «χρυσής» εποχής του Ομπράντοβιτς, καθώς και των πολλών αστέρων στο παρκέ, ο Σπανούλης αντιλαμβανόταν ότι δεν μπορούσε να έχει το ρόλο που ήθελε. Επίσης, γνώριζε ότι πάντα θα ζούσε στη σκιά του Διαμαντίδη ό,τι κι αν έκανε. Αντίθετα, κατηφορίζοντας στον Πειραιά ήξερε ότι ο Ολυμπιακός που «έχτιζε» ο Ίβκοβιτς θα ήταν «η ομάδα του Σπανούλη» και αυτό τον εξίταρε, τον δελέασε από την πρώτη στιγμή.
Δεν υπάρχει άνθρωπος που μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο Βασίλης Σπανούλης είναι ο αναμορφωτής της σύγχρονης ιστορίας του Ολυμπιακού. Πήγε σε μια ομάδα που μέχρι εκείνο το διάστημα μετρούσε μόλις δύο τρόπαια Κυπέλλου Ελλάδος (2002, 2010) και την εκτόξευσε οδηγώντας τους Ερυθρόλευκους στην κατάκτηση τριών Πρωταθλημάτων Ελλάδας (2012, 2015, 2016), ενός Κυπέλλου Ελλάδος (2011), δύο Πρωταθλημάτων Euroleague (2012, 2013) και ενός Διηπειρωτικού Κυπέλλου (2013).
Είναι ευλογία για την Ελλάδα που στο δικό της μπάσκετ εμφανίστηκε αυτός ο μύθος του αθλήματος που λέγεται Βασίλης Σπανούλης. Θα είναι ακόμα μεγαλύτερη, αν ο Kill Bill, μείνει στο μπάσκετ και από οποιοδήποτε πόστο (προπονητής, βοηθός προπονητή, προπονητής ακαδημιών, General Manager). Ότι κι αν επιλέξει, δεν έχουμε την παραμικρή αμφιβολία πως θα ανταποκριθεί πλήρως στο ρόλο του.