Ο Λουίς Φαν Χάαλ είναι ο άνθρωπος των ειδικών αποστολών. Το παρελθόν του βρίθει από “σκηνές” που άλλοι πρωταγωνιστές θα έβαζαν κασκαντέρ στη θέση τους, αλλά ο Ολλανδός επέλεξε να τις παίξει ο ίδιος. Χρειάζεται κανείς να έχει μεγάλη πίστη στις δυνατότητές του ώστε να αναλάβει την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, στην μεταφέργκιουσον εποχή, πόσο μάλλον όταν έχει μεσολαβήσει μια καταστρεπτική χρονιά για τους “κόκκινους διαβόλους” υπό την καθοδήγηση του Ντέιβιντ Μόγιες. Ο Φαν Χάαλ όχι μόνο ανέλαβε τα κουρέλια που άφησε ο Σκωτζέζος, αλλά στην πρώτη του χρονιά κατάφερε να οδηγήσει ξανά την ομάδα στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ.
Στη Γιουνάιτεντ αν και ξόδεψε αρκετά χρήματα για να φέρει τους Ντι Μαρία, Φαλκάο, Ερέρα το ξεκίνημα ήταν πολύ άσχημο, όπως συμβαίνει άλλωστε σε όποια ομάδα έχει πάει. Στο πρώτο ματς για την Premier League έχασε 1-2 εντός από την Σουόνσι, ενώ έπρεπε να περάσουν 4 αγωνιστικές για να γευτεί τη νίκη στο πρωτάθλημα. Αξιοσημείωτες ήττες στο ξεκίνημα της χρονιάς είναι το 3-5 από την Λέστερ και το 4-0 εκτός έδρας από την Μίλτον Κέινς Ντονς για το Κύπελλο. Από εκεί και πέρα μπήκε πολύ νερό στο αυλάκι και η Γιουνάιτεντ σιγά σιγά σκαρφάλωσε στην πρώτη τετράδα του πρωταθλήματος παίζοντας κατά καιρούς ωραία μπάλα. Ο Ολλανδός έφερε και την Ανάσταση ανήμερα του Πάσχα για την Γιουνάιτεντ μιας και στο ντέρμπι του Μάντσεστερ νίκησε με 4-2 βάζοντας τέλος σε ένα σερί τεσσάρων αρνητικών αποτελεσμάτων απέναντι στην Σίτι. Κέρδισε, μάλιστα, όλους τους μεγάλους από τουλάχιστον μία φορά, πλην της Τσέλσι. Αν η Γιουνάιτεντ είχε βάλει μπροστά τις μηχανές πριν τα Χριστούγεννα, σίγουρα θα είχε τερματίσει ψηλότερα στον βαθμολογικό πίνακα και ίσως είχε βάλει ακόμα και την Τσέλσι σε πίεση.
Το καλοκαίρι επέλεξε να αποκτήσει τους Σβάινσταϊγκερ και Σνάιντερλεν από τη Μπάγερν και τη Σαουθάμπτον αντίστοιχα για να γεμίσει τη μεσαία γραμμή της ομάδας του, το Ρομέρο ως ελεύθερο από τη Σαμπτόρια για να υπάρχει ένας αξιόπιστος αντικαταστάτης του Ντε Χέα,αναμόρφωσε αγωνιστικά,πλήρως, το Σο, απέκτησε το Νταρμιάν από την Τορίνο για να αποκτήσει ισορροπία η άμυνα της ομάδας στα δεξιά, το Ντεπάι από την Αϊντχόφεν ως τον επόμενο,άγουρο μεν, εξτρέμ υψηλού επιπέδου δε στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο,ενώ στην εκπνοή της περιόδου των μετεγγραφών επέλεξε να επενδύσει ένα τεράστιο ποσό για να αγοράσει από τη Μονακό το Μαρσιάλ,με στόχο να τον τοποθετήσει στην κορυφή της επίθεσης και να εκμεταλλευτεί τις ικανότητες,την ποιότητα και την παρουσία του Ρούνι σε όλο το πλάτος του γηπέδου.
Τη φετινή χρονιά και έως αυτή τη στιγμή με εξαίρεση τον αγώνα με την Άρσεναλ στο Λονδίνο παρουσιάζει μία ομάδα ικανή να επανέλθει στην κορυφή του αγγλικού πρωταθλήματος και να δείξει πως η περσινή απουσία από το Τσάμπιονς Λιγκ ήταν απλά μία κακή παρένθεση! Αγωνιστικά, η τακτική της ομάδας άλλαξε. Το 3-4-3 ή 3-5-2 που εφάρμοζε τη χρονιά 2014-2015 άλλαξε σε ένα αυστηρό 4-2-3-1 με μικρό πλάτος και προσπάθεια για κάθετο ποδόσφαιρο. Ο σοκαριστικός τραυματισμός του Σο,ο οποίος μάλλον δεν θα προλάβει ούτε το Euro της Γαλλίας, επανέφερε τον “κομμένο” Ρόχο πάλι στην ομάδα και στο αριστερό άκρο της άμυνας. Οι Νταρμιάν,βασικά, και Βαλένσια μοιράζονται τις θέσεις στα δεξιά ενώ στο κέντρο της άμυνας η επιστροφή του Τζόουνς, έδωσε μία ακόμη λύση ενόψει της δύσκολης συνέχειας και βοήθεια στο δίδυμο Σμόλινγκ και Μπλίντ. Στη μεσαία γραμμή μέχρι στιγμής ο Σβάινστάιγκερ δεν μπορεί να αντέξει την ταχύτητα του αγγλικού ποδοσφαίρου ενώ και οι αποφάσεις του δεν είναι καλές,όπως και οι τοποθετήσεις του, γεγονός που φάνηκε στο 3-0 με την Άρσεναλ,όπου οι αδυναμίες του στο ανασταλτικό κομμάτι,έδωσαν τη δυνατότητα στους “κανονιέρηδες” να ανεβάζουν παίχτες από τις πίσω γραμμές και να πιέσουν ασφυχτικά,στα πρώτα είκοσι λεπτά του αγώνα. Το δίδυμο Σνάιντερλεν-Κάρικ φαίνεται ότι αυτή την εποχή μπορεί να προσφέρει περισσότερα τόσο στις αμυντικές τοποθετήσεις και τα κλεψίματα τους, όσο και την παραγωγή παιγνιδιού από χαμηλά. Το Μάτα φέτος, προτιμάει ο Ολλανδός τεχνικός να τον χρησιμοποιεί,τυπικά, στα δεξιά για να συμμετέχει κυρίως στην κυκλοφορία της μπάλας και να έχει καλύτερες επιλογές στοχέυοντας το κάθετο τρέξιμο των επιθετικών και τις κινήσεις ανάμεσα στον κεντρικό αμυντικό και τον ακραίο της άμυνας από την αριστερή πλευρά. Ο Ντεπάι παρουσιάζει τα συμπτώματα ενός νέου ποδοσφαιριστή, με δεδομένη ποιότητα, του οποίου όμως λείπει η σταθερότητα και η συνέπεια,όπως επίσης και το να διδαχθεί να δουλεύει περισσότερο για την ομάδα,κυρίως, στο αμυντικό και τακτικό σκέλος. Ο Ρούνι ελέγχει τις περισσότερες επιθέσεις της ομάδας, Ο Ερέρα κινείται με μαεστρία μεταξύ των γραμμών και έχει συνδετικό ρόλο στο χτίσιμο των επιθέσεων, στην αμυντική πίεση αλλά και στα τελειώματα των φάσεων. Ο Μαρσιάλ δείχνει ότι μπορεί να στηρίξει την επιθετική γραμμή της ομάδας, έχει ποιτικές εκτελέσεις, καλό έλεγχο της μπάλας ενώ δημιουργεί φάσεις και για τον εαυτό του εκτός από συνεργασίες με τους μεσοεπιθετικούς της ομάδας.
Με μόλις δύο βαθμούς πίσω από τη Σίτυ και με δεδομένο ότι πλησιάζει σε τέσσερις ημέρες η σύγκρουση των δύο, στο τοπικό ντέρμπυ του Μάντσεστέρ, ο Φαν Χάαλ έχει κάθε λόγο να αισιοδοξεί ότι η ομάδα που δομεί μπορεί να χτυπήσει την έτερη ομάδα της πόλης, εκμεταλλευόμενη της αδυναμίας της πρωταθλήτριας του 2014 να αμυνθεί όταν χάνει τη μπάλα. Στο Τσάμπιονς Λιγκ μετά από τις πρώτες τρεις αγωνιστικές έχει συγκεντρώσει 4 βαθμούς. Ωστόσο, οι επόμενες δύο αγωνιστικές με την ΤΣΣΚΑ και την Αϊντχόφεν στο Θέατρο των ονείρων μπορούν να εξασφαλίσουν στη Γιουνάιτεντ την πρόκριση και απλώς την τελευταία αγωνιστική να χρειάζεται τόσο εκείνη όσο και Η Βολφσμπουργκ από ένα βαθμό για να προκριθούν μαζί. Η πορεία της ομάδας έως σήμερα κρίνεται άκρως ικανοποιητική και τα περιθώρια τόσο της ατομικής όσο και της ομαδικής βελτίωσης του συλλόγου δεν μπορούν να μετρηθούν με ακρίβεια,ακόμη.
Αναφορικά,τέλος, με όσους είναι δυσαρεστημένοι με την απόδοση και την πορεία της ομάδας με το Φαν Χάαλ στην τεχνική ηγεσία της, θα σας θυμίσουμε τις δηλώσεις του πρώην αρχηγού της Γιουνάιτεντ,Ρίο Φέρντιναντ σχετικά με τις απαιτήσεις του Ντέιβιντ Μόις όσο εκείνος είχε την καθοδήγηση της ομάδας: «Προσπάθησε να επιβάλει ένα όραμα, αλλά ποτέ δεν φάνηκε να είναι απολύτως σαφές ποιο ήταν το όραμά του. Ακούσια, δημιούργησε ένα αρνητικό κλίμα, την ώρα που με τον Φέργκιουσον ήταν πάντα θετικό», «Σιγά-σιγά μας είχε χάσει. Δεν μου άρεσε να παίζω υπό τις οδηγίες του. Μερικές φορές, η κύρια τακτική μας ήταν η μεγάλη, ψηλή, διαγώνια σέντρα. Ήταν ντροπιαστικό. Οι καινοτομίες του Μόγιες οδήγησαν στην αρνητικότητα και την σύγχυση. Πάντα στόχευε το πώς να σταματήσει την άλλη πλευρά. Μας έστηνε έτσι ώστε να μην χάσουμε. Εμείς είχαμε συνηθίσει να παίζουμε για τη νίκη»,«Οι προπονητικές του μέθοδοι, ήταν ερασιτεχνικές. Προκαλούσαν τεράστια σύγχυση και αρνητικό κλίμα ανάμεσα στους ποδοσφαιριστές. Το μεγαλύτερο μπέρδεμα ήταν ο τρόπος με τον οποίο ήθελε να απλώνουμε το παιχνίδι μας και να φτάνουμε στην αντίπαλη περιοχή. Μας έλεγε να παίξουμε με ψηλές μπαλιές. Ορισμένες φορές θεωρούσα ότι κάναμε τόσες μπαλιές, όσες δεν είχαμε κάνει ποτέ στην καριέρα μας! Ήταν ντροπιαστικό όλο αυτό! Σε παιχνίδι απέναντι στη Φούλαμ, είχαμε 81 σέντρες και σκεφτόμουν αν είχε κανένα νόημα όλο αυτό! Δεν είχαμε… τον Άντι Κάρολ στην ομάδα μας για να τον ψάχνουμε μέσα στην περιοχή! Ο τρόπος που προσεγγίζαμε τα παιχνίδια ήταν πραγματικά… από άλλον πλανήτη. Μας έλεγε ο Μόγιες ότι ήθελε να κάνουμε 600 πάσες, γιατί είχαμε κάνει μόνο 400 στο αμέσως προηγούμενο ματς. Ποιος ο λόγος; Προτιμώ να βάλω πέντε γκολ, παρά να κάνω δέκα πάσες περισσότερες»,«Ήταν πραγματικά η χειρότερη στιγμή της θητείας μου στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Το άκουσα και ειλικρινά εκείνη τη στιγμή ήθελα να φωνάξω και να τον αρπάξω! Είμαι ομαδικός παίκτης όμως και αυτό που έκανα ήταν να… δαγκώσω τα χείλη μου για να μιλήσω και απλά να τον ακούω… Ποτέ δεν μου το είχε ξανακάνει αυτό προπονητής πριν από ένα τόσο σημαντικό παιχνίδι και μάλιστα, να το λέει δημόσια έχοντάς με δίπλα του…».
Ως κατακλείδα του σημερινού κειμένου, παραθέτουμε το δόγμα του ίδιου του Ολλανδού τεχνικού για τις ομάδες,τις οποίες φτιάχνει: “Η πειθαρχία είναι η η πηγή της δημιουργικότητας”.