Τα λόγια και οι συστάσεις περισσεύουν, το όνομα μιλά από μόνο του. Ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους είναι ένας “Θρύλος” του ευρωπαϊκού μπάσκετ, ένας από τους καλύτερους μπασκετμπολίστες όλων των εποχών και πλέον ένας μεγάλος προπονητής.
Η ζωή του είναι συνυφασμένη με το μπάσκετ, τους τίτλους και τις διακρίσεις. Το ταλέντο, η διορατικότητα, η ικανότητα και η εκτέλεση αποτελούν τα στοιχεία που τον ακολούθησαν σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του. Πλέον κάποια απ’ αυτά τον ακολουθούν και στο νέο του βήμα στο χώρο του μπάσκετ, αυτό του προπονητή.
Ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους δεν αποτελεί ένα μεγάλο κεφάλαιο μόνο για το ευρωπαϊκό μπάσκετ, αλλά και για ένα ολόκληρο λαό, εκείνον της Λιθουανίας, όχι μόνο γιατί είναι ο πιο πετυχημένος παίκτης στην ιστορία της χώρας, αλλά γιατί εκπροσωπεί και μια ομάδα “θρύλο” την Ζαλγκίρις Κάουνας με το τεράστιο μπασκετικό κοινό, την οποία φέτος ο “Σάρας” επανέφερε στο χάρτη με τις τέσσερις καλύτερες ομάδες της Ευρώπης.
Από τη στιγμή που αποφάσισε η ζωή του να σημαδευτεί με το μπάσκετ, το μέλλον του ήταν προδιαγεγραμμένο. Με σκληρή δουλειά, πειθαρχία, πάθος αλλά κυρίως αγάπη γι’ αυτό που έκανε, η μπασκετική του καριέρα άρχισε να εξελίσσεται συνεχώς προς τα πάνω. Την Λιέτουβος Ρίτας διαδέχθηκε η Ολίμπια Λιουμπλιάνας, αργότερα η Μπαρτσελόνα, η Μακάμπι Τελ Αβίβ, το NBA, ο Παναθηναϊκός, η Φενέρμπαχτσε, ξανά ο Παναθηναϊκός, η Μπαρτσελόνα, η Ζαλγκίρις. Τίποτα από τα παραπάνω βεβαίως δεν ήρθε τυχαία, γιατί ο “Σάρας” δεν ήταν κάποιος τυχαίος.
Άλλωστε μια ματιά στο παλμαρέ του αρκεί, ώστε να συνειδητοποιήσει κάποιος όλα όσα έχει πετύχει. Ίσως βέβαια αντικρίζοντάς το, τον πιάσει ίλιγγος, αν θέλει πάντως να μετρήσει τα ατομικά και συλλογικά του βραβεία, σίγουρα θα χρειαστεί κομπιουτεράκι. 1 κύπελλο με την Ολίμπια Λιουμπλιάνας το 2000, 2 πρωταθλήματα Ισπανίας (2001, 2003), 3 κύπελλα Ισπανίας (2001, 2003, 2013) και 1 Ευρωλίγκα με την Μπαρτσελόνα, 2 πρωταθλήματα Ισραήλ (2004, 2005), 2 κύπελλα Ισραήλ (2004, 2005), 2 Ευρωλίγκες με την Μακάμπι Τελ Αβίβ (2004, 2005), 3 πρωταθλήματα Ελλάδας (2008, 2009, 2010), 3 κύπελλα Ελλάδας (2008, 2009, 2012) και 1 Ευρωλίγκα (2009) με τον Παναθηναϊκό, 1 πρωτάθλημα και 1 κύπελλο Τουρκίας το 2011 με την Φενέρμπαχτσε, 1 πρωτάθλημα Λιθουανίας με την Ζαλγκίρις το 2014, 1 χρυσό και 2 χάλκινα μετάλλια με την εθνική Λιθουανίας, καλύτερος Λιθουανός παίκτης το 2002, MVP του Ευρωμπάσκετ 2003, MVP των τελικών της ACB του Ισπανικού Πρωταθλήματος 2003, 2 φορές All – Star Ισπανός (2001, 2003), καλύτερος Ευρωπαίος παίκτης 2003, 2 φορές στην καλύτερη πεντάδα στην Ευρωλίγκα (2004, 2005), MVP του φάιναλ φορ στην Ευρωλίγκα (2005), πρώτος σκόρερ του τελικού της Ευρωλίγκα (2005), MVP του πρωταθλήματος Ισραήλ (2005), 2 φορές All-Europe Player of the Year (2004, 2005), μέλος των 50 κορυφαίων συντελεστών στην ιστορία της Ευρωλίγκα, μέλος στην καλύτερη πεντάδα στο Ελληνικό Πρωτάθλημα (2009), 2 φορές συμμετοχή στο Ελληνικό All-Star (2008, 2009), μέλος της καλύτερης δεκάδας παικτών στη δεκαετία 2001-2010 στην Ευρωλίγκα, MVP του τελικού στο Κύπελλο Ελλάδας για το 2012, “Θρύλος” της Ευρωλίγκα (2015), είναι κάποιες από τις διακρίσεις του.
Όπως συμβαίνει μ’ όλους τους παίκτες έτσι και για τον “Big Saras” το καλοκαίρι του 2014 μετά από μια μεγάλη και γεμάτη καριέρα, ήρθε το πλήρωμα του χρόνου. Η αποχώρησή του από την ενεργό δράση, έκανε το άθλημα μπασκετικά…φτωχότερο. Για τον Γιασικεβίτσιους όμως το μπάσκετ δεν μπορούσε να τελειώσει. Ήταν στο αίμα του, ήταν το πάθος του, ήταν το χόμπι του, ήταν η αγάπη του. Η φανέλα με το νούμερο 13 μπορεί να αποσύρθηκε για πάντα στην ντουλάπα του, ήταν όμως έτοιμος να την αντικαταστήσει με κουστούμι και γραβάτα.
Η νέα μπασκετική πρόκληση για τον μεγάλο Λιθουανό είχε πλέον ξεκινήσει αμέσως μετά την αποσυρσή του από την ενεργό δράση. Ο “Σάρας” εντάχθηκε στο προπονητικό επιτελείο της Ζαλγκίρις Κάουνας ως βοηθός του Γκιντάρας Κραπίκας. Στις 9 Ιανουαρίου 2016 όμως έγινε το μεγάλο βήμα. Μετά την απόλυση του Κραπίκας, ο Γιασικεβίτσιους έλαβε το χρίσμα από την διοίκηση να διαδεχθεί τον συμπατριώτη του στον πάγκο. Αν και “άγουρος” στα προπονητικά πράγματα, δεν φοβήθηκε την πρόκληση. Ήξερε ότι είχε μια μεγάλη ευκαιρία, την οποία όφειλε να αρπάξει. Το ντεμπούτο μάλιστα έγινε απέναντι στον Ολυμπιακό στο Κάουνας σε ένα παιχνίδι για την Ευρωλίγκα. Η αρχή εντυπωσιακή, διότι συνοδεύτηκε όχι μόνο από νίκη, αλλά και από μεγάλη εμφάνιση και έκταση σκορ (75-55). Όλα πλέον είχαν πάρει το δρόμο τους. Στο τέλος της χρονιάς οδήγησε την Ζαλγκίρις στην κατάκτηση του πρωταθλήματος, το οποίο ήταν και το πρώτο του ως προπονητής. Την επόμενη χρονιά έκανε κάτι καλύτερο, “νταμπλ” με την λιθουανική ομάδα που του χάρισε και τον τίτλο του κορυφαίου προπονητή της χρονιάς στη χώρα.
Η φετινή σεζόν ωστόσο αναμφίβολα ανήκει σ’ αυτόν. Η εντυπωσιακή πορεία της Ζαλγκίρις είναι δημιούργημά του. Αποκορύφωμα η πρόκριση στο φάιναλ φορ του Βελιγραδίου, αποκλείοντας τον Ολυμπιακό στα πλει οφ με μειονέκτημα έδρας και πρώτη φορά μετά το 1999, όταν τότε στέφθηκε Πρωταθλήτρια Ευρώπης.
Η πρόκριση δεν ήρθε τυχαία. Το μπάσκετ που παίζει η ομάδα του είναι εντυπωσιακό, με αρχή, μέση και τέλος, γιατί έχει τη “σφραγίδα” του προπονητή της. Ο Γιασικεβίτσιους έχει καταφέρει να δημιουργήσει μια ομάδα κομπιούτερ που πρεσβεύει τα στοιχεία του σύγχρονου μπάσκετ, αλλά και του ίδιου του Λιθουανού. Γρήγορο, με ταχύτητα, δημιουργία και εκτέλεση. Έχει καταφέρει να είναι ο απόλυτος ηγέτης στην ομάδα, έχει μεταδώσει το πάθος στους παίκτες του, αυτό που είχε και ο ίδιος όταν έπαιζε . Ζει τα παιχνίδια έντονα όπως τότε, παρεμβαίνει κατά τη διάρκεια τους, δεν αφήνει τίποτα στην τύχη, γιατί θέλει πάντα να κερδίζει. Αν και με μικρό μπάτζετ που δεν ξεπερνά τα 3 εκατομμύρια και χωρίς κάποιο μεγάλο όνομα στο ρόστερ του, έχει φτιάξει μια πραγματική ομάδα με όλη τη σημασία της λέξης, μια ομάδα που είναι κυριολεκτικά ομάδα του προπονητή.
Στη σειρά με τον Ολυμπιακό κυριάρχησε κατά κράτος στη μάχη των πάγκων και σε λίγες ημέρες θα δώσει το παρών για πρώτη φορά σε φάιναλ φορ ως προπονητής.
Εκεί θέλει να οδηγήσει τη Ζαλγκίρις μέχρι το τέλος και να γίνει ο πρώτος προπονητής στην ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ που θα έχει κατακτήσει την Ευρωλίγκα και με τις δύο ιδιότητες. Οι προηγούμενοι που το επιδίωξαν απέτυχαν, με τον “Σάρας” όμως ποιος μπορεί να είναι σίγουρος;
Ό,τι όμως και να συμβεί ο Λιθουανός προπονητής έχει γράψει ιστορία, έχει γίνει ένας πραγματικός προπονητής με το φετινό κατόρθωμα να το αποδεικνύει. Ήδη το όνομά του ακούγεται έντονα για τον πάγκο της ΤΣΣΚΑ και της Μπαρτσελόνα που έχουν γοητευτεί από τις προπονητικές του ικανότητες. Νέος, μοντέρνος, φιλόδοξος, παθιασμένος προπονητής που κάθε ευρωπαϊκή ομάδα θα τον ήθελε στον πάγκο της και που οι ιδέες του, συμβαδίζουν μ’ αυτά που απαιτεί πλέον το σύγχρονο μπάσκετ.
Το καλοκαίρι για τον Σαρούνας Γιασικεβίτσιους τουλάχιστον προπονητικά αναμένεται “καυτό”, γιατί πολλές ομάδες θα του “χτυπήσουν” την πόρτα. Το αν η νέα χρονιά τον βρει στο Κάουνας ή σε οποιαδήποτε άλλη χώρα είναι κάτι που θα φανεί τους επόμενους μήνες.
Το σίγουρο είναι πώς ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους έχει κάνει όλη την μπασκετική Ευρώπη να υποκλίνεται και στο προπονητικό ταλέντο του, έχει καταφέρει να καταρρίψει το μύθο πως “ο μεγάλος παίκτης δεν γίνεται και μεγάλος προπονητής”, έχει καταφέρει πλέον να είναι ένας μεγάλος προπονητής. Και είναι ο επόμενος μεγάλος προπονητής.