Καλησπέρα σας φίλοι και φίλες αναγνώστες/ριες, για την περίπτωση που δεν διαβάσατε το πολύ όμορφο αφιέρωμα των φίλων συγγραφέων σε αυτή τη σελίδα για την αναχώρηση μου στο Λονδίνο(πολύ πιθανό γιατί ποιος νοιάζεται να διαβάσει κάτι τέτοιο), πιστεύω πως πρέπει να σας δώσω ένα μικρό υπόβαθρο προκειμένου να καταλάβετε για τι πράγμα μιλάω και τι ακριβώς σημαίνει ο παραπάνω τίτλος. Πρέπει να σας πω λοιπόν πως για τους τελευταίους 4 μήνες ζούσα στο Λονδίνο και καθώς δεν είμαι απόλυτα σίγουρος για το χρονικό διάστημα που θα συνεχίσω να μένω εκεί, είχα αφήσει πίσω μου την πανέμορφη Ιταλίδα μου, την Giulietta. Αυτό προφανώς σήμαινε πως μου έλειπε -οι ερωτευμένοι με τα αυτοκίνητα σας εκεί έξω θα με καταλάβετε- και έκανα απίστευτα σχέδια για την επανασύνδεση μου με αυτή, βόλτες, βραδινές εξόδους ακόμα και το πως και πότε θα την έπλενα. Όταν λοιπόν ήρθε η στιγμή να επιστρέψω για τις διακοπές των Χριστουγέννων, κατέστρωσα ένα σχέδιο, έναν αγώνα ενάντια στον χρόνο, να φτάσω από τον Πειραιά στο Σούνιο για να δω τον ήλιο να ανατέλλει.
Η ώρα 6:30, είχα καταφέρει να κοιμηθώ μόλις μερικές ώρες το προηγούμενο βράδυ από την ανυπομονησία μου. Πίνω ένα γάλα στα όρθια και ξεκινάω. Βγαίνω έξω από το σπίτι και κατευθύνομαι προς την Giulietta. Την ξεσκεπάζω και ανοίγω τον κινητήρα για ένα pre-flight check- λάδια, υγρά φρένων, νερό στο ψυγείο και άλλα τέτοια. Όλα είναι έτοιμα. Η ώρα είναι 6:45 και είμαι έτοιμος να ξεκινήσω, ο ήλιος εκείνη την ημέρα θα ανέτειλε κατά τις 7:50, άρα θα είχα πολύ λίγα περιθώρια για καθυστερήσεις, η θερμοκρασία στους 3 και ξεκινάω. Βάζω μπροστά την Ιταλίδα και ο κινητήρας ξυπνάει με ένα άγριο γρύλισμα, φαίνεται πως την ενόχλησα από τον ύπνο της. Αρχίζω να απομακρύνομαι από την γειτονιά μου και συνειδητοποιώ πως έχω διαλέξει την ιδανική ώρα για να ξεκινήσω, όλοι οι δρόμοι είναι άδειοι άρα δεν θα ενοχλήσω κανέναν που θα πηγαίνει εκείνη την ώρα στην δουλειά του. Ένα τέταρτο μετά είμαι στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας και πλέον η Giulietta έχει ζεσταθεί, αρχίζω να γαργαλάω λίγο παραπάνω το γκάζι, 110-120-130-140, μου θύμισε το τι είχα χάσει τόσο καιρό μακριά της, εντάξει λέω φτάνει μέχρι εδώ πιο κάτω τα καλύτερα. Στο ύψος της Βούλας πετυχαίνω μια παιχνιδιάρα 155, λέω εδώ είμαστε για να δούμε αν η κυρία έχει όρεξη, πλησιάζω πίσω της και παίζω φώτα, ακούω τον οδηγό της μπροστινής κυρίας να κατεβάζει ταχύτητα, λέω εδώ είμαστε θα διασκεδάσουμε, πατάω και εγώ και πλησιάζω φτάνω δίπλα της με 3η γεμάτη αλλά όχι γκαζωμένος στο τέρμα. Χαιρετώ τον οδηγό της κυρίας και καρφώνω το πετάλι στο πάτωμα, εξαφανίζεται η κυρία από τον πίσω καθρέπτη μου, εντάξει λέω λογικό είναι να έχω περισσότερη έκρηξη.
Φτάνω στην Βάρκιζα και σταματάω να αγοράσω έναν καφέ στα γρήγορα από τα everest, από εδώ και μπροστά ήξερα ότι με περιμένει πολύ διασκεδαστική διαδρομή. Φορτώνω τον οργανισμό μου με καφεΐνη και ξεκινάω και πάλι, απενεργοποιώ το start-stop και ενεργοποιώ το πρόγραμμα Dynamic στον επιλογέα οδήγησης. Φτάνω στο Ribas και ως φόρο τιμής στην ιστορία εκείνης της ευθείας περνάω από εκεί με το κοντέρ να δείχνει 150. Και ξεκινάμε τις απολαυστικότατες στροφές με κατεύθυνση προς το Σούνιο, στην πρώτη στροφή ανοίγομαι στην 2 λωρίδων κατεύθυνση μου και κατεβάζω σε τρίτη μπαίνω στην στροφή με 70χλμ/ώρα, νιώθω την ουρά του αυτοκινήτου πρόθυμα να ακολουθεί με τον εμπρός άξονα κολλημένο στο οδόστρωμα. Σε αυτή τη στιγμή νιώθω πιο ζωντανός από ποτέ μου, η προσοχή μου αυτή τη στιγμή είναι απολύτως εστιασμένη, όλες μου οι αισθήσεις με γαργαλούν. Είναι αυτό ακριβώς το συναίσθημα που περίμενα να νιώσω από χθες το βράδυ, είναι ο λόγος που δεν κατάφερα να κοιμηθώ καλά το προηγούμενο βράδυ. Και οι στροφές συνεχίζονται συνεχείς εναλλαγές ευθειών με στροφές. Τα χιλιόμετρα όλο και να ανεβαίνουν όσο περισσότερο εμπιστευόμουν τα πλέον ζεσταμένα λάστιχα 160-170-180, ένιωθα σαν να είμαι σε τρενάκι του λούνα παρκ. Φτάνω σε ένα μικρό λόφο και νιώθω να αφήνω το οδόστρωμα, γελάω σαν 5 χρόνο παιδί που πρώτη φορά νιώθει σαν να πετάει.
Είμαι πλέον μόλις 10 λεπτά από το Σούνιο λίγο μετά την Βάρκιζα, πλέον είναι εμφανές πως σε πολύ λίγο ο ήλιος θα φανεί στον ορίζοντα. Η ώρα είναι 8:05, σε κάθε στροφή περιμένω τον ήλιο να με χαϊδέψει το πρόσωπο και να μου δηλώσει με περισσή αυθάδεια πως έχασα. Αριστερές στροφές, δεξιές στροφές, η μια διαδέχονται την άλλη, το αυτοκίνητο χορεύει κάτω από τα πόδια μου, ο πίσω άξονας παλεύει να έρθει να συναντήσει τον μπροστά, τον δαμάζω όμως, τον έχω στο χέρι δεν πρόκειται να μου ξεφύγει, όμως στάσου, στάσου όχι, όχι. Το αυτοκίνητο παίρνει μια αριστερή στροφή και τι να δω μπροστά μου, αυτό που περίμενα, είμαι μόλις 5 λεπτά πριν το Σούνιο και ο ήλιος έχει μόλις ανατείλει, έχω χάσει, δεν κατάφερα να πετύχω τον στόχο μου, ο χρόνος με νίκησε. Φτάνω στον ναό του Ποσειδώνα και αντικρίζω τον πρωινό ήλιο να λούζει το ναό, ξέρετε τι μπορεί να έχασα, αλλά το θέαμα αυτό είναι αρκετό για να μου αποδείξει πως άξιζε η προσπάθεια μου. Τώρα που το σκέφτομαι ίσως και να ήταν καλύτερα που δεν κατάφερα να νικήσω αυτή την φορά γιατί τώρα θα πρέπει να το ξανά προσπαθήσω και αυτή τη φορά είμαι σίγουρος θα τα καταφέρω. Μέχρι την επόμενη φορά φίλοι αναγνώστες και αναγνώστριες, σας χαιρετώ και σας εύχομαι ασφαλείς βόλτες.