Home >> Αφιέρωμα >> Είναι, άραγε, επίκτητος ο ρατσισμός;

Είναι, άραγε, επίκτητος ο ρατσισμός;

Παρατηρώ καθημερινά γύρω μου πανομοιότυπες “στερεοτυπικές” συμπεριφορές. Ωστόσο, φυσικά, δε θα εστιάσω -μιας και δεν αξίζει!- σ’ όλους εκείνους τους ανώριμους, οι οποίοι δε σέβονται τίποτε απολύτως κι ό,τι ξένο προς αυτούς, ό,τι δεν είναι οι ίδιοι, το χλευάζουν και το κατακρίνουν. Οι “άνθρωποι” αυτοί, αν δε ξεφυλλίσουν μερικά βιβλία κι αν δεν ταξιδέψουν, για ν’ αποκτήσουν περισσότερες γνώσεις και βιωματική εμπειρία αντίστοιχα, αλλά κι αν δεν προβούν σε μια προσωπική ενδοσκόπηση, δε θ’ αλλάξουν ποτέ τους, οι αντιλήψεις τους θα παραμείνουν ίδιες και το “μυαλό” τους εξίσου περιορισμένο κι αμπαρωμένο. Στον αντίποδα, όμως, θα καταπιαστώ μ’ όλους εκείνους τους “υπερευαίσθητους” που συγκινούνται απ’ ό,τι “διαφορετικό” και σπεύδουν να το υπερτονίσουν ως φυσιολογικό κι ως κάτι που δε θα έπρεπε να ενοχλεί τον κόσμο στην ολότητά του -που, όντως, έτσι θα έπρεπε να έχουν τα πράγματα, δίχως διαπραγματεύσεις- καταφέρνοντας, όμως, εξαιτίας του τρόπου προσέγγισής τους -είτε αυτά είναι λόγια είτε είναι πράξεις-, να “χρωματίζουν” εντονότερα την εκάστοτε διαφορετικότητα και να συμβάλλουν στη “στοχοποίησή” της.

Έχεις ακούσει ποτέ σου ότι “ο αντιρατσιστικός λόγος, ενίοτε, μπορεί να γίνει περισσότερο ρατσιστικός”;

Ε, λοιπόν, στην ουσία, αυτό κατορθώνουν κάποιοι άνθρωποι.

“Τι εννοείς, όμως, αρθρογράφε, μ’ αυτά που λες;”, σίγουρα θ’ αναρωτηθείς. Γι’ αυτό κι εγώ θα σού εξηγήσω ευθύς αμέσως. Πρέπει, όμως, να πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή!

Όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι. Όλοι, ανεξαιρέτως! Κι αυτό θα το βροντοφωνάζω στη Ζωή μου έως ότου κλείσω μια για πάντα τα μάτια μου.

Με κάποιους συμφωνούμε, με κάποιους διαφωνούμε. Κάποιοι, αντικειμενικά, έχουν ορθή κρίση κι αντίληψη και κάποιοι εσφαλμένη. Κάποιους τούς θέλουμε στη Ζωή μας και κάποιους άλλους όχι, διότι δεν ταιριάζουν οι απόψεις και τα χνώτα μας -κι αυτό είναι ανθρώπινο και σεβαστό, παράλληλα. Ωστόσο, ένα πράγμα πρέπει να παραδεχτούμε. Είμαστε όλοι ίσοι. “Μα, εσύ αρθρογράφε, παραπάνω αποκάλεσες ανώριμους μια σημαντική μερίδα του πληθυσμού και, επιπροσθέτως, δε θέλησες να ξοδέψεις γι’ αυτούς παραπάνω από οκτώ αράδες. Επίσης, ειρωνεύτηκες κάποιους αποκαλώντας τους “υπερευαίσθητους” με καυστική χροιά. Τώρα τι μάς λες;”. Πράγματι, θ’ απαντούσα πως έχεις δίκιο. Είναι, όμως, αυτή η μερίδα του πληθυσμού που δε θα επέλεγα για παρέα μου. Είναι αυτή η μερίδα του πληθυσμού που δεν έγκειται στα γούστα μου. Δεν είναι ότι τούς θεωρώ κατώτερούς μου. Άλλωστε, οι έννοιες της ανωτερότητας και της κατωτερότητας είναι τόσο ρευστές και στο δικό μου λεξιλόγιο ανύπαρκτες. Είναι που, εκ των πραγμάτων, δεν ταιριάζουμε μ’ όλους τους ανθρώπους αλλά, παράλληλα, που όλοι είμαστε άνθρωποι κι αυτό πρέπει να γίνεται σεβαστό. Τούς σέβομαι, λοιπόν, απλά διαφωνώ με το σκεπτικό τους, όπως κι αυτοί έχουν κάθε δικαίωμα να διαφωνούν με το δικό μου. Διότι η ουσία έγκειται στα επιχειρήματα! Άλλωστε, “διαφωνώ μ’ αυτό που λες, αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες”. Κι έπειτα, μέσα απ’ τις αντιπαραθέσεις, πάντα, δημιουργείται κάτι καλύτερο. Φτάνει να έχουν τη διάθεση και οι δυο πλευρές!

Όλοι μας, λοιπόν, ανεξάρτητα από εγγενή ή επίκτητα κι εξωτερικά ή εσωτερικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα, επιλογές, πεποιθήσεις, προτερήματα κι ελαττώματα ή ό,τι άλλο, είμαστε άνθρωποι, είμαστε ίσοι και μοναδικό μας καθήκον είναι να ζούμε! Αυτό και μόνο!

Ωστόσο, οι δήθεν ευαισθησίες δεν έχουν νόημα. Τα πολλά λόγια είναι περιττά και η ουσία έγκειται μονάχα στα ξεκάθαρα. Γι’ αυτό και δεν έχει νόημα να κρυβόμαστε πίσω απ’ το δάκτυλό μας. Αν το κάναμε αυτό, θα κοροϊδεύαμε όχι μόνο τους εαυτούς μας τους ίδιους αλλά και τους γύρω μας. Υπάρχουν άνθρωποι υγιείς κι άνθρωποι άρρωστοι. Υπάρχουν άνθρωποι που αντιμετωπίζουν προβλήματα -όποιας μορφής κι αν είναι αυτά- και κάποιοι που δεν κατατρύχονται ιδιαίτερα στη Ζωή τους. Και πόσα άλλα που, το δίχως άλλο, αποτελούν μέρος της Ζωής. Σήμερα βιώνει κάτι περίπλοκο ο διπλανός σου κι αύριο, ίσως, να το βιώνεις κι εσύ. Δανεικά είναι αυτά. Γι’ αυτό, μη σπεύσεις να κρίνεις, διότι δε ξέρεις τι ελλοχεύει στη γωνία, διότι δε ξέρεις τι σού επιφυλάσσει η επόμενη μέρα.

Υπάρχουν, λοιπόν, άνθρωποι -για να επανέλθουμε στο θέμα μας- που τείνουν να είναι υπέρ του δέοντος “ευσυγκίνητοι” φέρνοντας τους γύρω τους σε δύσκολη θέση -περισσότερο κι από εκείνους που “χλευάζουν”- για κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους γνώρισμα.

“Είναι ομοφυλόφιλος αλλά και τι πειράζει; Άνθρωπος είναι κι αυτός!”.

“Ο τάδε παίκτης της τάδε ομάδας δέχτηκε να βγει φωτογραφία μ’ αγοράκι σ’ αμαξίδιο. Μπράβο του. Μόνο αυτό. Τίποτε άλλο!”.

“Παχουλές γυναίκες σαρώνουν, πλέον, στις πασαρέλες. Η ομορφιά του να είσαι διαφορετικός, λοιπόν. Μπράβο τους!”.

“Αυτός είναι ο καλύτερος χορός που έχω δει ποτέ μου. Πόσο κουράγιο χρειάζεται ένας άνθρωπος που πάσχει από Σύνδρομο Down να χορεύει σαν τους υγιείς;”.

Αυτά είναι κάποια απ’ τα παραδείγματα που αποτελούν δυνατές σφαλιάρες και χτυπήματα, τα οποία πιστοποιούν καθημερινά γύρω μας ότι, στην ουσία, δεν έχουμε, ακόμη, μάθει ν’ αποδεχόμαστε, όντως, και να συνυπάρχουμε με το “διαφορετικό”, μ’ αυτό που τυχαία ή μη δεν είμαστε εμείς. Διότι η πραγματική αποδοχή είναι αθόρυβη. Δεν την βροντοφωνάζεις για κανένα λόγο. Διότι, διαφορετικά, το μόνο που καταφέρνεις είναι να την υπερτονίσεις.

Κι αναρωτιέσαι πώς; Απλά, σκέψου το εξής.

Γιατί δεν κάνεις λόγος γι’ ανθρώπους που έλκονται ερωτικά απ’ ανθρώπους τ’ αντίθετου φύλου; Γιατί δε δίνεις συγχαρητήρια στον εκάστοτε παίκτη, όταν φωτογραφίζεται μ’ οποιονδήποτε άλλο φίλαθλο, ο οποίος δεν κάνει χρήση του βοηθητικού αμαξιδίου; Γιατί δεν κάνεις λόγο για όλες τις γυναίκες της πασαρέλας παρά ξεχωρίζεις και συγχαίρεις ιδιαιτέρως τις παχουλές; Γιατί δεν κοινοποιείς στο διαδικτυακό/κοινωνικό σου προφίλ ένα βίντεο οποιουδήποτε χορού, παρά επιλέγεις αυτό το συγκεκριμένο της κοπέλας που νοσεί και ζει με Σύνδρομο Down συνοδεύοντάς το, μάλιστα, με δακρύβρεχτα λόγια;

Διότι, πάντα, το φυσιολογικό θεωρείται αυτονόητο και δεν ασχολείσαι μαζί του! Διότι, κατά βάθος, αυτές τις συμπεριφορές, που τάχα επικροτείς, πρώτος απ’ όλους εσύ ο ίδιος δεν τις θεωρείς φυσιολογικές. Διότι, στην πραγματικότητα, δεν είσαι έτοιμος να δεχτείς τη διαφορετικότητα και ν’ αντιληφθείς το μεγαλείο του πλούτου αλλά και τις δυσκολίες που συναπαρτίζουν την όποια ξεχωριστή κατάσταση. Διότι περνιέσαι για φιλεύσπλαχνος, αλλά κάτω απ’ το μανδύα, αν κοιτάξεις βαθιά μέσα σου, δεν υπάρχει τίποτα.

Σπεύδεις ν’ ανοίξεις τις φτερούγες σου και να τούς σκεπάσεις όλους.

Όμως, σώπα βρε “μεγάλε”.

Σπεύδεις να χειροκροτήσεις ό,τι διαφορετικό, αφού πρώτα έχεις μπει στη διαδικασία της σύγκρισης με τον εαυτό σου κι ανακουφισμένος ξεφυσάς. Παραδέξου το! Κι, εν συνεχεία, ενεργοποιείς την, κατά τ’ άλλα, ευαίσθητη πλευρά σου σαν έναν open mind, μα δίχως ουσία, εαυτό.

Και να σού πω και κάτι;

Εσένα ή τον κάθε εσένα περίμενε ο άλλος, για να τον εκτιμήσεις; Εσένα περίμενε, για να επιβραβεύσεις το καθετί που πράττει;

Κι εκείνοι, όπως κι όλοι οι άνθρωποι, πράττουν το καλύτερο για τον εαυτό και τη Ζωή τους. Δεν κάνουν τίποτε, για ν’ ασχοληθείς εσύ, εγώ, όλοι μας μαζί τους. Αν έχεις αυτή την εντύπωση, απλά, κάνεις λάθος. Προσπαθούν, μονάχα, να εδραιώσουν τη δική τους θέση και παρουσία σε μια απολυταρχική, στερεοτυπική, φασιστική, αμόρφωτη κι απαίδευτη κοινωνία.

Και μάθε κι αυτό!

Κανείς δε ζητά περισσότερο τη διάκριση όσο τον ελεύθερο χώρο γι’ ανάσα, δημιουργία και, κυρίως, Ζωή!

Και με την ιδιότητα του Κοινωνιολόγου, που με χαρακτηρίζει, θα κλείσω τ’ άρθρο αυτό με τα εξής λόγια.

Να θυμάσαι πως, όσο περισσότερο υπερτονίζεις -έστω κι αθώα, έστω και για καλό σκοπό- το διαφορετικό -που, στην πραγματικότητα, δε θα έπρεπε να ξεχωρίζει απ’ το φυσιολογικό, αλλά, δυστυχώς, οι έννοιες και οι ταμπέλες αποτελούν κοινωνικές κατασκευές και προσκολλούνται σ’ ανθρώπους και καταστάσεις-, τόσο περισσότερο συμβάλλεις στη μεγιστοποίηση του, ήδη, υπάρχοντος στερεοτυπικού “χάσματος”. Και, όταν επιθυμείς οπωσδήποτε να μιλήσεις σχετικά -κάτι που αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμά σου, παρόλο που ενδέχεται να μην έχεις την κατάλληλη “γνώση”-, πρόσεχε ιδιαίτερα τα λόγια που θα χρησιμοποιήσεις. Διότι, ακόμη και μια ευαίσθητή σου λέξη, είναι ικανή να πονέσει περισσότερο κι απ’ τη χειρότερη βρισιά. Κανείς δε δέχεται τη λύπηση και τον οίκτο κι ελάχιστοι είναι εκείνοι που εκφέρουν τη γνώμη τους με προσεγμένα λόγια που δεν προσβάλλουν τους ανθρώπους, αλλά τούς σέβονται από καρδιάς.

Αν κι εγώ επιμένω…

Σε κάποιες περιστάσεις τ’ αθόρυβο ουρλιάζει πιο πολύ! Δείχνει περισσότερο σεβασμό και, συνάμα, περισσότερη τιμή!

Και, άλλωστε, γιατί να υπογραμμίσεις το δεδομένο; Γιατί να υπογραμμίσεις την πλούσια ποικιλομορφία που ανθίζει στη Ζωή;

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *