Μετά τον θάνατο του συζύγου της η Τόβα Ισάλιβαν άρχισε να δουλεύει ως καθαρίστρια στην νυχτερινή βάρδια στο ενυδρείο του Σόουελ Μπέι. Τα καταφέρνει καλύτερα, όταν έχει κάτι ν’ ασχολείται – αυτό κάνει, άλλωστε, από τότε που ο γιος της, ο Έρικ, εξαφανίστηκε μυστηριωδώς στα δεκαοχτώ του, πριν από τριάντα χρόνια.
Στο ενυδρείο η Τόβα γνωρίζει τον ιδιότροπο Μάρκελο, ένα γιγάντιο χταπόδι του Ειρηνικού. Ο Μάρκελος ξέρει περισσότερα απ’ όσα φαντάζεται κανείς, μα δεν θα κουνούσε ούτε ένα απ’ τα οκτώ του πόδια για τους δεσμώτες του – ώσπου, εντελώς ξαφνικά, δημιουργεί μια απροσδόκητη φιλία με την Τόβα.
Σαν καλός ντετέκτιβ, ο Μάρκελος συμπεραίνει τι συνέβη την νύχτα της εξαφάνισης του γιου της Τόβα. Και, καθώς η στοργή του για την φίλη του μεγαλώνει, ξέρει πως πρέπει να χρησιμοποιήσει ό,τι τέχνασμα μπορεί να επιστρατεύσει τ’ ασπόνδυλο σώμα του, για ν’ ανακαλύψει για χάρη της την αλήθεια, πριν να είναι πολύ αργά.
Ήμουν επιφυλακτική για δυο λόγους για το εν λόγω βιβλίο. Αφενός γιατί ήταν ψηλά στις προτιμήσεις του Booktok κι, προσωπικά, όταν βλέπω πολυδιαφημισμένο βιβλίο σκέφτομαι “κράτα μικρό καλάθι”. Αφετέρου, όταν διάβασα την περίληψη και είδα για χταπόδια που μιλάνε είπα “ρε παιδιά, τι άλλο θα διαβάσουμε”…
Σάς πληροφορώ πως το διάβασα, για να σάς το παρουσιάσω κι έμεινα με το στόμα ανοικτό. Χωρίς υπερβολή αποτελεί ένα απ’ τα καλύτερα (αν όχι το καλύτερο!) βιβλία που κυκλοφόρησαν το 2023 στην μεταφρασμένη λογοτεχνία!
Είναι ένα σύγχρονο feelgood ανάγνωσμα που τα έχει όλα στις σωστές δόσεις κι αναλογίες. Τρυφερό, μελαγχολικό, χιουμοριστικό, καυστικό, σκοτεινό, αισιόδοξο. Με συνεπήρε!
Η εναλλαγή της πρωτοπρόσωπης με την τριτοπρόσωπη αφήγηση του χταποδιού και της ζωής της Τόβα αντίστοιχα κεντρίζουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη κι αυξάνουν τη περιέργεια.
Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, μάλιστα, διάβασα για ατελείς χαρακτήρες που, ωστόσο, αποδίδουν καθημερινές φιγούρες του οικείου περιβάλλοντος μας. Πράγματι! Πέρα απ’ την Τόβα και το χταπόδι που, αν και θαλάσσιο ον, παίρνει ανθρώπινες διαστάσεις, στο βιβλίο βλέπουμε και τις φίλες της Τόβα, οι οποίες η καθεμιά ξεχωριστά αποτελούν “περιπτώσεις”, τον Ίθαν που εργάζεται στο ντελικατέσεν της περιοχής κι αποτελεί πιστό “φίλο” της Τόβα, τον Κάμερον, έναν εύστροφο, νεαρό που, ενίοτε, φαίνεται τεμπέλης, ανώριμος, μπερδεμένος. Στην πραγματικότητα, κυνηγάει την άκρη ενός κουβαριού και δε μένει παρά να δούμε αν θα τα καταφέρει. Παράλληλα, παρεμβάλλονται κι άλλοι ήρωες που δίνουν την πινελιά τους, όπως ο ιδιοκτήτης του ενυδρείου. Με την απουσία τους, ωστόσο, είναι παρόντες τόσο ο γιος κι ο νεκρός άνδρας της Τόβα όπως κι ο αδελφός της που απεβίωσε στην ροή της αφήγησης… Μέσα απ’ αυτές τις σχέσεις και τις αλληλεπιδράσεις των ηρώων καθώς και των σκέψεων της πρωταγωνίστριας γινόμαστε κοινωνοί της ιστορίας της με τον πόνο που νιώθει για τον χαμό του γιου της, για την απώλεια του άνδρα της, για τη μοναξιά, για την αποξένωση απ’ το αδελφό της, για τις ιδιαίτερες φίλες της…
Πολλοί θα πουν “έλα τώρα που θα διαβάσω για μια εξηντάχρονη και τις παραξενιές της”. Ωστόσο, το βιβλίο μού θύμισε αρκετά τα δυο βιβλία της Κλερ Πούλι, όπου οι γηραιοί πρωταγωνιστές αποτελούν τον πυλώνα της ιστορίας και κρατούν το αναγνωστικό ενδιαφέρον αμείωτο.
Εγώ απήλαυσα την παρέα της Τόβα, είδα κομμάτια μου στην σ’ εκείνη.
Πολύ περισσότερο με κέρδισε η ιδιαίτερη σχέση που δημιούργησε η Τόβα με το χταπόδι, τόσο απρόσμενη, παράλογη, αξιοζήλευτη αλλά και το γεγονός ότι ο Μαρκέλος, όπως ονομάζεται εκείνο, διαθέτει περισσότερη ενσυναίσθηση από πολλούς ανθρώπους. Ακούγεται αστείο αλλά στέκεται φίλος πραγματικός!
Τέλος, το αίμα της οικογενείας έχει τον πρώτο λόγο και φαίνεται πως ό, τι κι αν κάνουμε ή αν προσπαθούμε να κάνουμε, το κόκκινο υγρό στις φλέβες μας κάνει την δική του θαυματουργή δουλειά; Ή όχι πάντα. Ποιος ξέρει…
Τα “πανέξυπνα πλάσματα” κυκλοφορούν απ’ τις εκδόσεις Μεταίχμιο!