Home >> Αφιέρωμα >> Γιώργος Μουζάκης: Η ανάσα του καλοκαιριού

Γιώργος Μουζάκης: Η ανάσα του καλοκαιριού

Βίρα τις άγκυρες. Όχι για το τάχα και το τάχαμου. Δηλαδή, για το πουθενά. Βίρα τις άγκυρες για να πάμε σε ένα μαγικό νησί που λέγεται Γιώργος Μουζάκης. Άλλες θάλασσες, άλλα χρώματα, μεγάλα τα κύματα και ένας ουρανός με αστέρια. Μαζί του μεγάλωσαν και τον τραγούδησαν τρεις γενιές Ελλήνων!

Σήκωσε την μπαγκέτα του για πρώτη φορά το 1940 και από τότε έως ότου φύγει από το μάταιο κόσμο έγραψε πανέμορφα τραγούδια. Γεννήθηκε της Παναγίας, στις 15 Αυγούστου του 1922. Μεγάλη τύχη, μεγάλη τέχνη, χρήμα, δόξα, επιτυχία. Τα παιδικά χρόνια είχαν ανέχεια και ποδόσφαιρο στη Δάφνη. Μαζί και χωματένιους βόλους. Το ατέλειωτο μελωδικό παράδοξο!

Σε βλέπω μες στη φαντασία, παραμυθένια οπτασία, το πεπρωμένο μου εσύ. Ο Τώνης Μαρούδας ήταν ένας από τους βάρδους του. Μεγάλωσε στο Μεταξουργείο. Σε ένα υπόγειο. Το μόνο που έβλεπε μέσα ήταν τα πόδια των περαστικών. Στα οκτώ του χρόνια, ο πατέρας του τον έκλεισε στο αναμορφωτήριο. Για να τον μαζέψει από τους δρόμους αλλά και να έχει επαρκή σίτιση.

Εκεί, ήταν ατίθασο παιδί και έκανε ό,τι του κατέβαινε. Έπαιζε με το ξυλοπόδαρο. Έμεινε οκτώ μήνες και ήθελε να μπει στη μπάντα. Ο δάσκαλος της μουσικής, όμως, δεν τον δέχτηκε. Παρακολουθούσε λαθραία τα μαθήματα και τον τρέλαινε η τρομπέτα!

Η τρομπέτα του βγήκε σε καλό. Με τον παιάνα του, άνοιξαν οι ουρανοί. Ο δάσκαλος τον άκουσε, τον άρπαξε από το αφτί και τον έβαλε μέσα…για να ακούει καλύτερα το όργανο!

Όταν μπήκε στην ορχήστρα, η τρομπέτα έγινε καθημερινή συντροφιά. Φαίνεται ότι στο αναμορφωτήριο, τα παιδιά της πείνας, της ανέχειας, της κοινωνικής δυσκολίας, έμπαιναν με το κεφάλι κάτω και έβγαιναν με φτερά!

Πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια. Σε ηλικία 14 ετών έφαγε πρώτη φορά αβγό. Για να επιβιώσει, πούλαγε εφημερίδες, έκανε θελήματα, κουβάλαγε βαλίτσες και ό,τι άλλο βρισκόταν. Όταν βγήκε από το αναμορφωτήριο, ήξερε το πεντάγραμμο, τις νότες.

Έγραψε τα πρώτα του τραγούδια τα οποία πούλησε ο πατέρας του για να φάνε. Στα 12 του χρόνια, έγραψε επώνυμα την Τσιγγάνα Μαυρομάτα, με δικά του λόγια. Το τραγούδησε η Σοφία Βέμπο!

Ο μαέστρος έφυγε από το ίδρυμα με την τρομπέτα στη μασχάλη. Έβλεπε στο δρόμο τις τσιγγάνες και του άρεσαν πολύ! Γυναικάρες! Οι αδυναμίες της ζωής του ήταν το καλό φαγητό, οι γυναίκες και ο Παναθηναϊκός. Όταν η Βέμπο είδε ποιος το έγραψε, έτριβε τα μάτια της.

Στα 15 του, μπήκε για πρώτη φορά σε επαγγελματική ορχήστρα. Ο μαέστρος ήταν Αρμένης. Για να παίξει, πλήρωνε ένα δεκάρικο.  Το δούλευε όλη την ημέρα. Ανέβαινε στο πάλκο, έριχνε το κέρμα στην τσέπη του, έπαιρνε την τρομπέτα και απογειωνόταν. Όταν δεν είχε δεκάρικο αλλά τάλιρο, εκείνος το καταλάβαινε από τον ήχο, και τον κατέβαζε κάτω. Το τάλιρο όμως, το κρατούσε. Όλα αυτά τον πόνεσαν, τα ξεπέρασε αλλά δεν τα ξέχασε. Η ζωή του έφερε πολλές χαρές.

Γύρισε όλη την Ελλάδα με το τσαντίρι του Καρανικόλα. Εκείνος, έσπαγε αλυσίδες και ο Μουζάκης έπαιζε το Μαύρη είναι η νύχτα στα βουνά. Όταν έβγαλε τα πρώτα του λεφτά από τη μπάντα του δήμου Αθηναίων, νοίκιασε ένα ποδήλατο και το βράδυ κοιμήθηκε μαζί του.

Μετά τα 15 του, έπαιζε με τις ορχήστρες του Σπάρτακου και του Σουγιούλ. Μετά στη μπάντα της αεροπορίας, σε θητεία 48 μηνών. Όλο αυτό το διάστημα, έγραφε τραγούδια τα οποία πουλούσε για να ζήσει. Δυστυχώς, κανένα από αυτά δεν έχει, τώρα, το όνομά του.

Τα αδέσποτα τραγούδια του, τον έκαναν και πονούσε. Οι συνθέσεις του ήταν διαχρονικές. Έφτιαξε αργά τη δική του ορχήστρα. Το 1948. Στην Όαση του Ζαππείου. Είχε τρία βιολιά, δύο τρομπέτες, ένα τρομπόνι, τρία σαξόφωνα, πιάνο, ντραμς, κοντραμπάσο και…δικός μας ο καιρός!

Από το 1948-1951 έπαιζε σε κοσμικά κέντρα μέχρι να ανοίξει την αυλαία των επιθεωρήσεων. Η μεγαλύτερη χαρά στη ζωή του ήταν όταν άκουσε μια παρέα νέων ανθρώπων να τραγουδά δικές του δημιουργίες, επάνω σε ένα φορτηγό την ώρα που πήγαιναν διακοπές!

Η επιθεώρηση ήταν αυτό που λάτρεψε όσο τίποτε άλλο. Της δόθηκε ολοκληρωτικά. Το 1951 του ανατέθηκε να γράψει τη μουσική, στο θέατρο Παπαϊωάννου. Τίτλος της; Ο Μανώλης ο Τραμπαρίφας. Των Σακελλάριου και Γιαννακόπουλου.

Ανοίχτηκε η θύρα του παραδείσου. Το μουσικό θέατρο του έδωσε πολλά αλλά και εκείνος το υπηρέτησε δίνοντας την ψυχή του. Έμπαινε σε έναν κόσμο μαγικό όπου οι νότες συναντούσαν τα μεγάλα ταλέντα και την καλαισθησία. Κάθε νούμερο και τραγούδι. Κάθε τραγούδι και η επανάληψη από τη φωνή του κόσμου. Θεατρικοί συγγραφείς, ηθοποιοί, μουσικοί, χορογράφοι. Με όλους πέρασε ανεπανάληπτα!

Η σάλσα, η ρούμπα, το τσατσά, οι εξωτικοί ρυθμοί που μας ήρθαν από την αδερφή ψυχή. Τη Λατινική Αμερική. Οι Έλληνες δημιουργοί τους αγκάλιασαν και σκάρωσαν εφάμιλλους ήχους. Η Σπεράντζα Βρανά έλεγε ότι ο Μουζάκης ήταν ο πιο επιτυχημένος μαέστρος της επιθεώρησης. Είχε ωραίες ιδέες για την παρτιτούρα αλλά και τα κείμενα. Τα θυμόταν όλα απ’έξω. Εάν καμιά φορά, κάποιος ηθοποιός ξεχνιόταν και έχανε τα λόγια του, κοίταζε τον Μουζάκη. Αυτός του πέταγε την ατάκα. Είτε ήταν λόγος είτε βήμα. Ήταν ο βασιλιάς της επιθεώρησης.

Η μητέρα του έπασχε από παραμορφωτική αρθρίτιδα. Την έφερνε στις πρεμιέρες των παραστάσεων με το καροτσάκι και όλος ο θίασος έπαιζε μπροστά της. Ο πατέρας του είχε πεθάνει. Τότε, του έρχονταν οι μνήμες από τα παιδικά χρόνια και το υπόγειο. Το χωμάτινο πάτωμα και μια μάνα να προσπαθεί να ξεγελάσει την πείνα τους με νεροζούμια.

Ο Γιώργος Μουζάκης έλαβε πολλές διακρίσεις σε εγχώρια και ξένα φεστιβάλ. Το 1951-52 κέρδισε το βραβείο επιθεώρησης, τον ασημένιο φοίνικα στο φεστιβάλ μεσογειακού κινηματογράφου και το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Επίσης, βραβεύτηκε στην Πολωνία.

Ήταν καλός πυγμάχος. Γράφτηκε στον Πανελλήνιο για να κάνει μαθήματα γιατί αλλιώς δεν ξέμπλεκες εύκολα στο Μεταξουργείο. Το νταηλίκι και ο δυναμισμός του έβγαινε σε αγάπη. Στην ορχήστρα, στην επιθεώρηση, τις προσωπικές σχέσεις.

Η μούσα του ήταν η Μάγια Μελάγια. Συνεργάστηκε με τις μεγαλύτερες τραγουδίστριες, τραγουδιστές και τα τρίο της εποχής. Συνήθιζε να τους χρησιμοποιεί και στους δίσκους του. Το Τρίο Μπελκάντο, το Τρίο Κιτάρα, το Τρίο Μπραζίλ, το Τρίο Αρμόνικα, έκαναν επιτυχίες από τα τραγούδια του Μουζάκη.

Καλώς ή κακώς, τα όμορφα κρατάνε λίγο. Ο Γιώργος Μουζάκης έγραψε πάνω από 150 επιθεωρήσεις και πάνω από 2500 τραγούδια. Μαέστρο σε ευχαριστούμε για όλα εκείνα που μας κάνουν να ονειρευόμαστε, να ερωτευόμαστε, να χορεύουμε!

Ο Μιχαήλ Άγγελος είπε: Ένα έργο τέχνης είναι μια εξομολόγηση. Είδα τον άγγελο μέσα στο μάρμαρο και το σμίλεψα μέχρι που τον απελευθέρωσα!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *