« Ήδη, σας το είπα. Είναι η βαρβαρότητα. Τη βλέπω να ‘ρχεται μεταμφιεσμένη, κάτω από άνομες συμμαχίες και προσυμφωνημένες υποδουλώσεις. Δεν θα πρόκειται για τους φούρνους του Χίτλερ ίσως, αλλά για μεθοδευμένη και οιονεί επιστημονική καθυπόταξη του ανθρώπου. Για τον πλήρη εξευτελισμό του. Για την ατίμωσή του.
Οπότε αναρωτιέται κανείς: Για τι παλεύουμε νύχτα μέρα κλεισμένοι στα εργαστήριά μας; Παλεύουμε για ένα τίποτα, που ωστόσο είναι το παν. Είναι οι δημοκρατικοί θεσμοί, που όλα δείχνουν ότι δεν θ’ αντέξουν για πολύ. Είναι η ποιότητα, που γι’ αυτή δεν δίνει κανείς πεντάρα. Είναι η οντότητα του ατόμου, που βαίνει προς την ολική της έκλειψη. Είναι η ανεξαρτησία των μικρών λαών, που έχει καταντήσει ήδη ένα γράμμα νεκρό. Είναι η αμάθεια και το σκότος. Ότι οι λεγόμενοι «πρακτικοί άνθρωποι» -κατά πλειονότητα, οι σημερινοί αστοί- μας κοροϊδεύουν, είναι χαρακτηριστικό.
Εκείνοι βλέπουν το τίποτα. Εμείς το πάν. Που βρίσκεται η αλήθεια, θα φανεί μια μέρα, όταν δεν θα μαστε πια εδώ. Θα είναι, όμως, εάν αξίζει, το έργο κάποιου απ’ όλους εμάς. Και αυτό θα σώσει την τιμή όλων μας -και της εποχής μας.»
Δήλωση του Οδυσσέα Ελύτη στις 19 Οκτωβρίου 1979, με αφορμή την αναγγελία για τη βράβευσή του με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
«Αχ θάλασσα δώσε μας αγάπη. Κοίτα τι μας συνέβη. Μη στέλνεις τα κύματά σου εναντίον μας. Είμαστε σύριοι. Στ’ ορκίζομαι η ιστορία μας είναι λυπητερή. Δεν θα το πιστέψεις αλλά τα δάκρυά μας μπορούν και σένα να πνίξουν. Τόσο πολύ κλάψαμε. Δεχτήκαμε όλους τους ανθρώπους με ευγένεια κ αγάπη. Αλλά όταν πέσαμε μας πρόδωσαν. Κανείς δεν έκλαψε για μας. Αχ, σήμερα όλος ο κόσμος μας εγκατέλειψε. Αχ θάλασσα σταμάτα τα κύματα. Υπάρχουν παιδιά στις βάρκες που είναι οι αναμνήσεις μας. Είναι οι ζωές μας σε αυτές τις βάρκες. Τα παιδιά μας έχασαν την παιδικότητά τους στα κύματά σου. Και αυτά σκότωσαν τα παιδιά μας. Αχ θάλασσα άσε τα κύματά σου να μας λυπηθούν και να μας φροντίσουν σαν μητέρα»
Μια έκκληση προς τη θάλασσα να σταματήσει τα κύματά της…
«Το ελάχιστο θέλησα και με τιμώρησαν με το πολύ»
(Ελύτης, «Το φωτόδεντρο και η 14η ομορφιά»)
«Πιο κοντός από τη λύπη του ο άνθρωπος» (Ελύτης, Εκ του πλησίον)
Ο υποτιτλισμός και οι εικόνες από το Κυριακάτικο Σχολείο Μεταναστών