Home >> Αφιέρωμα >> Οι μεγάλες ερμηνεύτριες του ρεμπέτικου (Μέρος 7ο)

Οι μεγάλες ερμηνεύτριες του ρεμπέτικου (Μέρος 7ο)

Γεννημένη στις αρχές της δεκαετίας του 1910, στο Άργος, βρίσκεται στα 1933 στην Αθήνα όπου μέσω ενός εξαδέλφου της γνωρίζεται με το Μήτσο Καρυδάκη ή Καρυδάκια, -ερασιτέχνης μπουζουξής, «αφανές» μέλος της παρέας του Πειραιώτικου ρεμπέτικου και πολύ καλός φίλος του Ανέστη Δελιά. Μέσω του Καρυδάκια, γνωρίζεται με τον Ανέστη Δελιά, όταν η ξακουστή «Τετράς του Πειραιά» εμφανιζόταν στη μάντρα του Σαραντόπουλου.

Αφηγείται η ίδια σε συνέντευξή της στον Κώστα Χατζηδουλή:

«..μου είπανε να είμαι πολύ προσεκτική, όταν θα μπαίναμε στο μαγαζί. Να μην κοιτάω ούτε δεξιά ούτε αριστερά, παρά μόνο μπροστά κατευθείαν στο πάλκο, γιατί οι άντρες που πήγαιναν εκεί ήταν ζόρικοι, πολύ σκληροί και ψόφαγαν για παρεξήγηση. … Με κοίταζε ο Ανέστης, τον κοίταζα κι εγώ…Και τότε ερωτευθήκαμε ο ένας τον άλλο…»

Ο Δελιάς είχε ήδη αρχίσει να γράφει και να ηχογραφεί τα πρώτα του τραγούδια. Σε πολλές από τις πρόβες που έκανε ο Δελιάς με τον Καρυδάκια στα τραγούδια του παρευρισκόταν και η Νταίζυ. Σύντομα όμως ο Ανέστης πέφτει στην πρέζα. Στα 1938, η Νταίζυ για να τον γλυτώσει φεύγει μαζί για τη Θεσσαλονίκη, όπου ο Ανέστης κάνει κάποιες εμφανίσεις στου «Κέρκυρα» (ταβέρνα σε μια κακόφημη περιοχή στην οδό Ειρήνης). Εκεί την συναντάει ο Τσιτσάνης (με προτροπή του Τούντα) που υπηρετούσε τη θητεία του στο Τάγμα τηλεγραφητών. Τον επόμενο χρόνο η Νταίζυ ηχογραφεί τα πρώτα τραγούδια της, συνθέσεις όλα του Βασίλη Τσιτσάνη: «Φίνα θα την περνάμε», (δίσκος Columbia DG-6547),  και η Σκληρόκαρδη» (δίσκος HMV ΑΟ 2637).

Η μεγαλύτερη επιτυχία της, το τραγούδι που ουσιαστικά την έκανε γνωστή σ’ όλη την Ελλάδα ήταν το « Αφού μ΄αρέσει να γυρνώ» (δίσκος HMV AO-2655 του 1940). Η ίδια αφηγείται:

«…Ήταν μεσημέρι και είχα πιει κανά-δυο ουζάκια,.., και ο Φαλτάϊτς <ref>K. Φαλτάιτς: Προϊστάμενος στο «τμήμα διαλογής μουσικών τεμαχίων» της Columbia </ref> φαίνεται ότι τον πήρε η μυρωδιά του ούζου.

–Νταίζυ μυρίζεις ούζο, μου λέει.

–Κύριε Φαλτάϊτς, του λέω, μ’ αρέσει, κι αφού μ’ αρέσει και να γυρνώ ακόμα, τον κόσμο τι τον μέλλει; Τα λόγια του τα αψηφώ, κι ας λέει ότι θέλει!.

Ήτανε εκεί και ο Βασιλειάδης και ο Τσιτσάνης. Μ’ άρπαξε αγκαλιά ο Τσάντας και μου λέει:

-Νταίζυ μου, να σε φιλήσω, τι είπες τώρα;

Φεύγουμε και οι τρεις και πάμε σ’ ένα καφενεδάκι, …, και κάτσαμε για να φτιάξουμε το τραγούδι.»

Μέχρι το κλείσιμο του εργοστασίου παραγωγής δίσκων το 1941 μετά την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα, η Νταίζυ ηχογράφησε όχι μόνο τραγούδια του Τσιτσάνη, αλλά και του Τούντα, του Σκαρβέλη, του Κοσμαδόπουλου του Κηρομύτη, του Χρυσίνη,  κ.ά.

Η φωνή της Νταίζης –η οποία δεν ανέβηκε ποτέ στο πάλκο των λαϊκών κέντρων- έμοιαζε με αυτήν του Στράτου Παγιουμτζή, γι’ αυτό και αποκλήθηκε και «Θηλυκός Στράτος». Όμως η επιτυχία της, εξόργισε το Στράτο με αποτέλεσμα να ξεσπάσει μεταξύ των δύο σπουδαίων καλλιτεχνών, γερή κόντρα.

Μετά την κατοχή, η Νταίζυ ηχογραφεί μόνο δύο τραγούδια, συνθέσεις του Βασίλη Τσιτσάνη : «Μαζί μου δε ταιριάζεις» και «Στον Αγιο Κωνσταντίνο» (δίσκος Columbia DG-6617). Στη συνέχεια παντρεύεται. Ο άντρας της δε θέλει να ξανατραγουδήσει σε δίσκους. Έτσι αν και έχει αποκλειστικό συμβόλαιο με τη Columbia και παρά τις πιέσεις και απειλές από την εταιρεία, η Νταίζυ παύει οριστικά το τραγούδι. Όλα αυτά τα χρόνια και μέχρι το θάνατό της στα 1994:

«…πήγαινα στα διάφορα κέντρα και άκουγα τους παλιούς συναδέλφους. Χόρευα και κανένα ζεϊμπέκικο…»

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *