Home >> Αφιέρωμα >> Σεγόντο σε στερνό δρομολόγιο

Σεγόντο σε στερνό δρομολόγιο

Σκηνικό, κάπου στην Αγιά Σοφιά του Πειραιά, στην πατρίδα του λαϊκορεμπέτικου. Γεννήθηκε το 1933. Μαζί με την κιθάρα και μια οκά κρασί του πατέρα, τη φυσαρμόνικα του αδερφού της και τα σεγόντα εκείνης, αναπτύσσονται τα τραγουδιστικά ένστικτα της Βούλας Γκίκα. Από το Άργος στην Πλάκα και το νηπιαγωγείο απέναντι από την Ακρόπολη, στη Βιέννη με άδεια εργασίας, για τους γονείς, από τους ναζί για να μείνει κοντά στον αδερφό της που είχε συλληφθεί και μεταφερθεί στα στρατόπεδα συγκέντρωσης έως τα Δερβενάκια. Η μητέρα της, ενώ εργαζόταν σε εργοστάσιο για να τα βγάλουν πέρα, έσκαβε λάκκους για να εγκατασταθούν τα πολυβολεία των Ιταλών και η μικρούλα, παράλληλα με το σχολείο διάλεξε να γίνει μοδίστρα. Την Παρασκευή 19/7/2024, μόνη και ξεχασμένη στον καύσωνα, έφυγε η Βούλα Γκίκα.

Η Βούλα Γκίκα σφράγισε, ανεξίτηλα, με τη φωνή της και τα αριστοτεχνικά δεύτερα φωνητικά της, διαμάντια του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού. Το όνομά της θα γραφτεί στην ιστορία σαν το πρώτο και καλύτερο σιγόντο. Οι διφωνίες της ήταν ανεπανάληπτες! Σηματοδότησε μια ολόκληρη εποχή.

Τη δεκαετία του 1950 άρχισε να δισκογραφεί λίγα τραγούδια με σόλο ερμηνείες. Σε σύντομο χρονικό διάστημα, φάνηκε το ταλέντο της σαν συγκολλητική ουσία δίπλα στις μεγάλες φωνές. Ο Άκης Πάνου την εκτιμούσε πολύ. Κάποτε, ο Τάκης Λαμπρόπουλος της Κολούμπια, ρώτησε το δημιουργό αν έχει μεγαλύτερη σημασία ο συνθέτης- το τραγούδι ή η φίρμα. Για να το αποδείξει, έδωσε, το 1969 στη Βούλα Γκίκα ένα κορυφαίο του τραγούδι. Το ξαναγεννήθηκα!

Το μεράκι της ήταν να γίνει τραγουδίστρια και πίεζε τη μητέρα της να την πάει στα ταλέντα του Οικονομίδη. Τελικά, βρέθηκε να τραγουδάει στη Νυχτερίδα, με τον Απόστολο Χατζηχρήστο, στον Κορυδαλλό. Γλίτωσε το ξύλο όταν οι μουσικοί έπεισαν τους γονείς ότι το παιδί μπορεί να καταξιωθεί.

Η Βούλα Γκίκα ξεκίνησε στο πάλκο με τον Απόστολο Χατζηχρήστο αλλά δεν περιορίστηκε εκεί. Συνεργάστηκε με το Μάρκο Βαμβακάρη, το Βασίλη Τσιτσάνη. Μεταξύ των δεκαετιών 1950-1970 μεσουράνησε, κυρίως, με τα δεύτερα φωνητικά της, με συνεργασίες όπως με τους Πάνο Γαβαλά, το Σπύρο Ζαγοραίο, το Στράτο Διονυσίου, το Μιχάλη Μενιδιάτη, το  Στέλιο Καζαντζίδη.

Ήταν παντρεμένη με το συνθέτη, μουσικό και δεξιοτέχνη του μπουζουκιού Νίκο Καρανικόλα. Μάλιστα, ο Μπιθικώτσης τους έφερε κοντά στο πατάρι. Αρχικά, είχε ψυχρανθεί με τη στάση του Καρανικόλα διότι την είχε αγνοήσει στην πρώτη τους συνάντηση και δεν της απάντησε όταν τον χαιρέτισε. Τελικά, όμως,  της έκανε όλα τα χατίρια. Έπαιζε όσα τραγούδια του ζητούσε δίχως αντιρρήσεις ακόμα κι αν δεν τα γνώριζε ή σκαρφιζόταν δικές του εισαγωγές για να την ικανοποιήσει. Μετά από πέντε μήνες έγιναν ζευγάρι!

Ο Μπιθικώτσης ήθελε η δεύτερη φωνή να τον πλαισιώνει και να ακούγεται. Τα τραγούδια, τότε, ηχογραφούνται μαζί προτού αρχίσουν τα playbacks. Γίνονταν πρόβες μουσικών και τραγουδιστών πριν την εγγραφή. Οι δυο τους γνωρίστηκαν στον Κήπο του Αλλάχ. Η Βούλα Γκίκα έλεγε πως τον “ψώνιζε” και τραγουδούσε όπως ήθελε εκείνος. Χωρίς παραλλαγές στη φωνή του. Πλέον, οι νέες δεύτερες φωνές, λέγονται “πλάτες” και μουρμουράνε στο βάθος. Αντίθετα, η Βούλα Γκίκα στόλιζε τα τραγούδια και τα προσάρμοζε ανάλογα με το μέταλλο του τραγουδιστή. Στα πάλκα ξανατραγούδησε και αγαπημένα άσματα του παρελθόντος με τη βοήθεια του Τσιτσάνη που τα περνούσε στη νέα τεχνολογία της εποχής με καινούργια όργανα και διαφορετικές μίξεις ήχων. Επίσης, οι τραγουδιστές αλληλοβοηθούνταν παρά τις απαγορεύσεις των συνθετών να μην είναι παρόντες όσοι δεν έχουν δουλειά στην ηχογράφηση.

Τις δεκαετίες 1980-1990, ακολούθησε προσωπική δισκογραφική πορεία, αν και ήταν η αγαπημένη της ODEON καθώς, ηχογραφούσε γρήγορα τα τραγούδια, σωστά, χωρίς να είναι βραχνή και ταυτόχρονα είχε καλό αυτί, προτείνοντας καλλιτέχνες για υπογραφή συμβολαίων με τη δισκογραφική εταιρία. Ο παραγωγός Μακράκης την ενθάρρυνε να δισκογραφήσει και στίχους που η ίδια είχε γράψει και έμεναν στα συρτάρια. Μάλιστα, το απόλυτο τραγούδι για τη φυλακή το είχε σκαρφιστεί ακούγοντας το σύζυγο να παίζει μελωδίες στο μπουζούκι ενώ η ίδια έπλενε πιάτα!

Το αποτύπωμα της στο μουσικό πεντάγραμμο είναι ισχυρό αφού σκόρπιζε χαρές. Η ίδια έλεγε ότι μονάχα τα δημοτικά δεν μπορούσε να τραγουδήσει επειδή δεν είχε την ανάλογη χροιά. Η φωτογραφία της δεν έμπαινε ούτε σε μικρό μέγεθος στις αφίσες και τους δίσκους. Όλοι την αναγνώριζαν από τη φωνή και το όνομά της. Μονάχα, μια φορά, στους μεγάλους δίσκους, πίεσε το Μπιθικώτση να βάλει στο εσώφυλλο/ένθετο την εικόνα της αλλιώς δεν θα τραγουδούσε. Ο δίσκος ήταν οι Χαμένες Αγάπες, από το 1977, σε στίχους Κώστα Βίρβου και μουσική του τραγουδιστή. Εκτός των άλλων, συνεργάστηκε και με το Γιώργο Ζαμπέτα. Εδώ, το αποτέλεσμα!

Στην παιδική της ηλικία, ενώ η μητέρα εργαζόταν στην πρωινή βάρδια του εργοστασίου, η Βούλα με τον πατέρα της γύριζαν τις ταβέρνες και μαζί με τη συνοδεία κιθάρας, τραγουδούσε ελαφρά τραγούδια. Μετά τα δέκα της έτη, ήρθε σε επαφή με τον ήχο του μπουζουκιού.

Το επάγγελμα της μοδίστρας είχε πολύ δουλειά και το μικρό κορίτσι, επιστρέφοντας το ξημέρωμα στο σπίτι, άλλαζε τους δείκτες του ρολογιού για να ξεγελάσει τη μάνα και μόλις η τελευταία αποκοιμιόταν, το ρύθμιζε ξανά ώστε να λειτουργήσει, πλέον, και σαν ξυπνητήρι!

Η Βούλα Γκίκα ήθελε να είναι η πρώτη φίρμα αλλά, έλεγε με περηφάνια και κρυφό παράπονο ότι αν το έπραττε, οι δισκογραφικές δεν θα έβρισκαν παρόμοια φωνή να λειτουργεί σαν βεντούζα πάνω στην πρώτη. Με την ίδια άνεση ανταποκρινόταν σε ανδρικές, όπως ακούσαμε, αλλά και σε γυναικείες ερμηνείες. Μερικές από αυτές ήταν η Βίκυ Μοσχολιού, η Πόλυ Πάνου και η Εύα Στυλ.

Από το 1955 έως το 1961 έκανε σεγόντα στον Πάνο Γαβαλά. Δεδομένου ότι προσέγγιζε τις σχέσεις με τους μουσικούς και τους τραγουδιστές, μάλλον κάπως απόμακρα, δεν διέθετε, κατ αποκλειστικότητα, τη φωνή της αλλά τη χάριζε παντού!

Μαζί με το σύζυγό της, Νίκο Καρανικόλα, περιόδευσαν με μεγάλη επιτυχία στην Ευρώπη, την Αυστραλία (το 1962 μαζί με τον Μπιθικώτση και αργότερα στη Μπλε Αλεπού) και στην Αμερική. Το ακόλουθο, από το 1962. Γέννημα θρέμμα του ζεύγους!

Ευτύχησε να τραγουδήσει στίχους της θρυλικής γριάς του λαϊκού τραγουδιού. Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, η Εύα Στυλ, η Βούλα Γκίκα, σε δημιουργία του Γιάννη Βέλλα.

Η συνεργασία της με την παλιά γενιά του ρεμπέτικου, το οποίο ήταν σε μερική αποδρομή την εποχή που βρέθηκε στο απόγειο της καριέρας της η Βούλα Γκίκα, πήρε μορφή στη σύμπραξή της με το Στράτο Παγιουμτζή.

Ο Νίκος Καρανικόλας, γεννήθηκε στα Πετράλωνα και πέθανε το 2003. Ήταν στενός φίλος του Άκη Πάνου και ενώ ήταν συνεργάτης στα πρώτα χρόνια της σταδιοδρομίας του Μπιθικώτση, τότε που οι τραγουδιστές άλλαζαν δύσκολα μουσικούς αφού είχαν συνηθίσει το παίξιμό τους, πρωταγωνίστησε σε επανερμηνείες τραγουδιών του Μάρκου, του Παπαϊωάννου και του Γεράσιμου Κλουβάτου από τους νεότερους. Ήταν μεγάλο ταλέντο στη μουσική. Έγραφε επάνω στους πιο δύσκολους στίχους. Χαρακτηριστικές είναι οι δύο εκδοχές σε στίχους του ίδιου ποιήματος της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου. Δεν ήταν αποδεκτός στις μεγάλες εταιρείες δίσκων διότι οι βασικές θέσεις των δημιουργών ήταν λίγες και κατειλημμένες.

Το 1985, ο Νίκος Καρανικόλας έδωσε το επόμενο άσμα για να το ερμηνεύσει ο Μιχάλης Μενιδιάτης. Ωστόσο, οι επιλογές των θαμώνων και των ακροατών, στην πορεία των χρόνων, έκανε γνωστότερη την εκδοχή του Πέτρου Δουρδουμπάκη με τη Γλυκερία.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *