Home >> Αφιέρωμα >> Οι μεγάλες ερμηνεύτριες του ρεμπέτικου (Μέρος 8ο)

Οι μεγάλες ερμηνεύτριες του ρεμπέτικου (Μέρος 8ο)

Μπορεί να πέρασαν επτά χρόνια από την αρχική προσπάθεια κορφολογήματος-καταγραφής της πορείας των γυναικείων φωνών από το λαϊκό, αστικό τραγούδι του τόπου μας (σε επτά προηγούμενα μέρη), αλλά ποτέ δεν είναι αργά! Απόψε, στο πάλκο, η Ρίτα Αμπατζή.

Παρατηρώντας το ιστορικό περιβάλλον σημειώνουμε πως στις αρχές του 20ου αιώνα, συντελείται κοσμογονία για το γυναικείο κίνημα και το ιστορικό παρελθόν δίνει το έναυσμα για ταχύτατες αλλαγές σε σύντομο χρονικό διάστημα. Αναλυτικότερα, στις 8/3/1917, γυναίκες από βιομηχανίες κλωστοϋφαντουργίας στο Πέτρογκραντ, την πρωτεύουσα της τσαρικής Ρωσίας, ξεκίνησαν μια απεργία διαρκείας. Ήταν η έναρξη της αστικής Επανάστασης του Φλεβάρη. Πιο πίσω, στη διεθνή διάσκεψη γυναικών το 1910, προτάθηκε η συγκεκριμένη ημέρα για διεθνής ημέρα της γυναίκας. Όταν οι γυναίκες, μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση κέρδισαν το δικαίωμα ψήφου, το 1917, το Σοβιετικό κράτος θέσπισε την 8η Μάρτη ως εθνική αργία. Οι γυναίκες στη Σοβιετική Ένωση, από τότε, απολάμβαναν ίσα δικαιώματα με τους άνδρες. Στην ελεύθερη Ελλάδα του ΕΑΜ, οι γυναίκες ψήφισαν το 1944, ενώ το ελληνικό κράτος έκανε τέτοιες παραχωρήσεις το 1952.

Ο Παναγιώτης Τούντας κατανόησε, πλήρως, τη γυναικεία φύση και έγραψε τραγούδια τα οποία ήταν αντιπροσωπευτικά μιας εποχής, πλησιάζοντας την ιδιοσυγκρασία του φύλου, το δυναμισμό, τα δικαιώματα και όχι μόνο βιωματικά όπως συνέβαινε με τους περισσότερους ρεμπέτες.

Ο Παναγιώτης Κουνάδης γράφει για τη Ρίτα Αμπατζή:

Ανήκε στη φημισμένη τριάδα λαϊκών τραγουδιστριών της δεκαετίας του 1930 που μαζί με τη Ρόζα Εσκενάζυ και τη Μαρίκα την Πολίτισσα, συνέβαλαν στη διαμόρφωση του ηχητικού κλίματος της ενδιαφέρουσας εκείνης δεκαετίας.

Γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1914. Το 1916, γεννήθηκε η αδερφή της, Σοφία Καρίβαλη. Και οι δύο έγιναν τραγουδίστριες. Ήρθαν στην Ελλάδα χωρίς τον πατέρα τους που χάθηκε στη μεγάλη καταστροφή και εγκαταστάθηκαν στην Κοκκινιά το 1922. Από μικρή ηλικία, όλοι είχαν αντιληφθεί τις τεράστιες φωνητικές της δυνατότητες και έτσι, λίγο πριν το 1930, όταν βρέθηκε σε ένα γάμο στη γειτονιά της, όπου έπαιζε ο Στελλάκης Περπινιάδης, μετά από ένα τραγούδι, την άρπαξαν και ξεκίνησε η καριέρα της. Ακολούθησε άτυχος γάμος και ένα παιδί. Κακοποιήθηκε από τον πρώτο της σύζυγο. Το αναφέρει η Αγγέλα Παπάζογλου στο βιβλίο της: “Τα χαΐρια μας εδώ”.  Ήταν μόλις 16 ετών. Ο δεύτερος σύζυγος, της απαγόρευσε να τραγουδάει, στερώντας της ανάσες ελευθερίας. Ωστόσο, οι αναποδιές δεν ανέκοψαν τη δισκογραφική της διαδρομή. Ήταν τραγουδίστρια με πιο σκληρή φωνή. Υπήρξε μούσα όλων των σπουδαίων του ρεμπέτικου. Μάλιστα, έστηναν καρτέρι στις δισκογραφικές για να τραγουδήσει η Ρίτα τα τραγούδια τους. Μεταξύ των οποίων και βαριά χασικλίδικα, τα οποία ερμήνευσε στην ηλικία των 20 ετών!

Οι εταιρίες, προκειμένου να είναι πιο εμπορικός ο δίσκος τους, έβαζαν από τη μία πλευρά τραγούδι με τη φωνή της Ρόζας Εσκενάζυ και στην από πίσω, της Ρίτας Αμπατζή. Η Ροζίτα, στην αυτοβιογραφία της θυμόταν τη Ρίτα: ” Μαζί με εμένα ήτανε τότες η ξακουσμένη Ρίτα Αμπατζή. Ήμασταν φιλενάδες αλλά ήμασταν και ο σκύλος με τη γάτα! Γιατί τσακωνόμασταν αν κάποιος συνθέτης έδινε της αλληνής κανένα τραγούδι. Σμυρνιά ήταν η Ρίτα. Ωραία φωνίτσα. Πήγα και την είδα πριν πεθάνει το πουλάκι μου. Άρρωστη ήταν με την κακιά αρρώστια”.

Η δισκογραφική της πορεία ανακόπτεται, οριστικά, μετά την έναρξη του πολέμου. Παραμένει αδιευκρίνιστο το γιατί οι δύο αδερφές δεν επανεμφανίστηκαν στη μεταπολεμική δισκογραφία, παρά μόνον σε ελάχιστα 45αρια της δεκαετίας του 1960. Η Ρίτα Αμπατζή παρέμεινε στο πάλκο, εκτός Αττικής, σε πανηγύρια, αφού με την εκπληκτική και δυναμική φωνή της ερμήνευε καλύτερα από κάθε άλλη, τα δημοτικά και βλάχικα τραγούδια.

Η Ρίτα Αμπατζή ανήκει στην κατηγορία των τραγουδιστριών που, πάντα, τραγουδούσαν καθιστές. Παρόλα αυτά, με το κέφι και τη ζωηράδα της, πολλές φορές κατέβαινε κάτω και χόρευε με τους καλούς χορευτές σε κάθε γλέντι.

Τον τελευταίο καιρό, βασανίστηκε από τον καρκίνο. Έφυγε στις 17 Ιουνίου 1969.

Οι γυναίκες του ρεμπέτικου κατάφεραν να κατοχυρώσουν σχέσεις σεβασμού. Αψηφούσαν τους κοινωνικούς κώδικες πέραν από τις τυπολογίες, την απέχθεια, τη βία, το ρομαντισμό. Αυτές οι γυναίκες εκφράζουν τη σεξουαλικότητά τους, έστω και μέσα από ετεροκαθορισμό, την επιθυμία, την περιφρόνηση στις κοινωνικές καταπιέσεις. Από το 1922 μέχρι και το 1940, η θεματολογία αλλάζει και προτάσσεται ο έρωτας με την εξύμνηση της γυναικείας ομορφιάς. Παράλληλα, τονίζεται ο πόνος που προκαλεί ο χωρισμός και η απιστία της γυναίκας, η καχυποψία και το ανικανοποίητο. Κατά τη διάρκεια του πολέμου και στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, η φτώχεια και η καταπίεση, αναδεικνύουν το ανώφελο και άπιαστο του έρωτα. Ο γάμος δεν αναφέρεται στα ρεμπέτικα διότι αποτελεί είδος σκλαβιάς και περιορισμού. Μικροαστικά ιδανικά που δεν αφορούσαν τους ρεμπέτες. Οι γυναίκες των ρεμπετών κυκλοφορούσαν ελεύθερα και χωρίς συνοδεία. Μάλιστα, ήταν στολισμένες, με σκοπό να δείξουν την άνεση και την αυτάρκεια του ρεμπέτη που μπορούσε να τα ξοδέψει για τη γυναίκα του. Η απιστία ήταν ασυγχώρητη. Η γυναίκα που τη διέπραττε, είτε σύζυγος είτε ερωμένη, ταυτιζόταν με τις πόρνες.

(Το παρακάτω το τραγούδησε και η Ρίτα Αμπατζή. Δυστυχώς, δεν το βρήκαμε. Το παρουσιάζουμε με τη φωνή της Ρόζας Εσκενάζυ)

Ξεκινήσαμε να γράφουμε το κείμενο με διαφορετική διάθεση αλλά η περίσταση απαιτεί και προτάσσει να το αφιερώσουμε στη μνήμη ενός σημαντικού Δασκάλου και Παιδαγωγού που έφυγε από κοντά μας την προηγούμενη Πέμπτη 21/3/2024. Αντίο Κύριε!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *