Η σχέση του Μιχάλη Κωνσταντίνου με τα αντίπαλα δίχτυα υπήρξε ερωτική από την εποχή που έπαιζε στην πατρίδα του την Κύπρο με τη φανέλα της Ένωσης Νέων Παραλιμνίου, με την οποία αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος την αγωνιστική περίοδο 1996-97.
Ένα χρόνο αργότερα μετακόμισε στην Ελλάδα για λογαριασμό του Ηρακλή και το πλούσιο ταλέντο του δεν άργησε να φανεί και στη Θεσσαλονίκη με τον Μιχαλάκη να πετυχαίνει 61 τέρματα με τη φανέλα του Γηραιού σε τέσσερις αγωνιστικές περιόδους.
Οι τρομερές επιδόσεις του Κωνσταντίνου δεν πέρασαν απαρατήρητες και πολύ γρήγορα μετατράπηκε σε μήλον της έριδος για τους δύο αιώνιους της Αθήνας και γενικότερα του ελληνικού ποδοσφαίρου Παναθηναϊκό και Ολυμπιακό, που επιδόθηκαν σε ένα τρομερό μπρα ντε φερ για τα μάτια του Μιχαλάκη με τον Παναθηναϊκό τελικά να βγαίνει νικητής, αλλά για να συμβεί αυτό χρειάστηκε να χρυσοπληρώσει τόσο τον ίδιο τον παίκτη (700 εκατομμύρια δραχμές εκείνη την εποχή) όσο και τον Ηρακλή (2,7 δισεκατομμύρια δραχμές) προσφέροντας και τους Κώστα Χαλκιά, Βαγγέλη Κουτσουρέ και Γιώργο Νασιόπουλο ως έμψυχα ανταλλάγματα.
Η μεταγραφή του Μιχάλη Κωνσταντίνου σκόρπισε ντελίριο ενθουσιασμού στους φιλάθλους του Παναθηναϊκού, που φρόντισαν να κάνουν ανάρπαστη τη φανέλα του Κύπριου, ο οποίος παραμένει μέχρι σήμερα η πιο ακριβή μεταγραφή στην ιστορία του συλλόγου. Για τέσσερα χρόνια (2001-05) ο Κωνσταντίνου υπήρξε το αγαπημένο παιδί της πράσινης εξέδρας με το «Μιχαλάκη είσαι τρέλα με την πράσινη φανέλα» να δονεί την ατμόσφαιρα σε κάθε παιχνίδι του Παναθηναϊκού στο Απόστολος Νικολαϊδης. Κανείς δεν φανταζόταν ότι αυτή η σχέση αγάπης και λατρείας των φιλάθλων του Τριφυλλιού προς το πρόσωπο του Κωνσταντίνου θα μπορούσε να διαταραχθεί και να μετατραπεί σε μίσος μέχρι τη στιγμή που …
Ο Μιχαλάκης έγινε … Αντωνάκης
Τον Ιούνιο του 2005 το «χρυσό» τετραετές συμβόλαιο του Μιχάλη Κωνσταντίνου με τον Παναθηναϊκό είχε λήξει, ο τότε πρόεδρος του Τριφυλλιού Γιάννης Βαρδινογιάννης δεν «καιγόταν» να του το ανανεώσει και ο Κύπριος επιθετικός είχε δώσει εντολή στον μάνατζερ του να του βρει την επόμενη ομάδα του με προτεραιότητα το εξωτερικό.
Οι φήμες όμως για μετακίνηση του Κωνσταντίνου στον Ολυμπιακό οργίαζαν, αλλά στις 17 Ιουνίου του 2005 ο Κύπριος τις διέψευδε κατηγορηματικά, ξεκαθαρίζοντας ότι … Αντώνης δεν θα γίνει ποτέ και δεν θα φορέσει τη φανέλα με τα κόκκινα, στηλιτεύοντας την επιλογή του Αντώνη Νικοπολίδη να μετακινηθεί στον Ολυμπιακό ένα χρόνο νωρίτερα.
Ο χρόνος όμως περνούσε, η πολυπόθητη πρόταση από το εξωτερικό δεν ερχόταν και όταν ο Κωνσταντίνου επέστρεψε από τις καλοκαιρινές του διακοπές, έμαθε από τον μάνατζερ του ότι θα πρέπει να περιμένει μέχρι τέλος Ιουλίου, αρχές Αυγούστου για ομάδα στην Ευρώπη. Ωστόσο, όπως του είπε υπήρχε η προοπτική της παραμονής στην Ελλάδα και μία ομάδα που τον ήθελε πολύ και αυτή ήταν ο Ολυμπιακός.
Ο Μιχάλης Κωνσταντίνου έπρεπε να αποφασίσει και ένα μήνα μετά το «ποτέ στο λιμάνι», υπέγραψε τριετές συμβόλαιο με τον Ολυμπιακό και έκανε τις πρώτες του δηλώσεις σαν παίκτης της ομάδας που δεν θα πήγαινε ποτέ:
«Γυρίζω σελίδα και δεν θέλω να αναφερθώ στο παρελθόν. Ξέρω ποιος είναι ο Ολυμπιακός, ο Ολυμπιακός ξέρει ποιος είμαι. Πιστεύω πως τίμησα επί τέσσερα χρόνια το συμβόλαιό μου με τον Παναθηναϊκό, το οποίο τελείωσε και έλαβα μια καλή πρόταση από τον Ολυμπιακό.»
Από εκείνη τη στιγμή ο Μιχαλάκης έγινε εχθρός, Ιούδας για τους φιλάθλους του Παναθηναϊκού. Μάλιστα, η μοίρα τα έφερε έτσι ώστε να ανταμώσουν με το πρώην αγαπημένο τους παιδί από πολύ νωρίς για την ακρίβεια στις 28 Αυγούστου του 2005 όταν ο Παναθηναϊκός υποδέχτηκε τον Ολυμπιακό στην Καλογρέζα στην πρεμιέρα του νέου πρωταθλήματος.
Ο Κωνσταντίνου συγκέντρωσε πάνω του όλα τα φώτα σε εκείνο το παιχνίδι με τους φιλάθλους του Παναθηναϊκού να αναρτούν πανό εναντίον του που αμφισβητούσε τον ανδρισμό του, ενώ τον αποκαλούσε και λυγούρη. Ο Μιχαλάκης πάντως στο τέλος της βραδιάς έφυγε νικητής από το ΟΑΚΑ, καθώς ο Ολυμπιακός είχε επικρατήσει του Παναθηναϊκού με 2-0 με τα τέρματα των Στολτίδη, Τζόρτζεβιτς.
Εν κατακλείδι, ο Μιχάλης Κωνσταντίνου, που αποχώρησε από την ενεργό δράση τον Ιανουάριο του 2014, θα μείνει για πάντα στην ιστορία ως ένας από τους πιο χαρισματικούς γκολτζήδες που πέρασαν από το ελληνικό ποδόσφαιρο. Υπήρξε είδωλο αλλά και ο λόγος που αρκετά μικρά παιδιά θέλησαν να ασχοληθούν με το ποδόσφαιρο. Κατάφερε να κατακτήσει τίτλους, προσωπικές διακρίσεις, να αγαπήσει, να αγαπηθεί, να μισηθεί, να διχάσει, να γίνει ένα με την εξέδρα, αλλά και να μάθει πολύ καλά σε όλους πως όταν είσαι επαγγελματίας δεν χωράνε ρομαντισμοί.