Το 2000, την εποχή των… παχέων αγελάδων στο ελληνικό πρωτάθλημα, παίκτες με όνομα βαρύ σαν ιστορία όπως ο Πάολο Σόουζα, εν ενεργεία διεθνείς με την εθνική ομάδα της Πορτογαλίας, με πλούσιο παλμαρέ των δύο Champions League και μάλιστα με δύο διαφορετικές ομάδες αλλά και με θητεία σε μεγάλα ευρωπαϊκά κλαμπ (Γιουβέντους, Ίντερ, Πάρμα, Μπορούσια Ντόρτμουντ, Σπόρτιγνκ Λισαβόνας, Μπενφίκα), δεν πείθονταν εύκολα να έρθουν στην ποδοσφαιρική… ψωροκώσταινα.
Και, όμως, αυτός ο μεγάλος «αρτίστας» του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, αυτή η τεράστια προσωπικότητα που λέγεται Πάολο Σόουζα είπε το «ναι» στην πρόταση του Παναθηναϊκού και ήρθε στην Ελλάδα.
Βέβαια, εκτός από λαμπρή καριέρα κουβαλούσε και προβλήματα τραυματισμών, αλλά όλα αυτά μικρή σημασία είχαν. Τουλάχιστον, για τους φιλάθλους του «τριφυλλιού», που τον λάτρεψαν σαν Θεό και ακόμη θυμούνται το υπέροχο γκολ με απευθείας εκτέλεση φάουλ στο 3-1 επί της Γιουβέντους στο ΟΑΚΑ και τον τρόπο με τον οποίο… χάιδευε τη μπάλα όσες φορές την ακουμπούσε.
Τα πρώτα χρόνια
Ο Πάολο Σόουζα γεννήθηκε στις 30 Αυγούστου 1970. Στο ζενίθ της καριέρας του ήταν ένας από τους καλύτερους αμυντικούς μέσους στον κόσμο και παρά τους τραυματισμούς που του στέρησαν πολλές ευκαιρίες πρόλαβε να καταξιωθεί στην ποδοσφαιρική ιστορία. Στα 19 του χρόνια έγινε ήδη παγκόσμιος πρωταθλητής νέων με την ομάδα της Πορτογαλίας με συμπαίκτες τους Φίγκο και Ρούι Κόστα.
Με την εθνική της Πορτογαλίας έπαιξε και στα Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα του 1996 (έφτασε στα προημιτελικά) και του 2000 (αποκλείστηκε στα ημιτελικά) καθώς και στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002 (βρέθηκε στην αποστολή).
Η συλλογική καριέρα του
Σε επίπεδο συλλόγων ξεκίνησε την καριέρα από την Μπενφίκα το 1989. Με τους «αετούς» αγωνίστηκε ως το 1993, όπου και έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό. Ακολούθως αγωνίστηκε για μία σεζόν στη Σπόρτινγκ Λισσαβόνας με επιτυχία, και ύστερα έκανε το μεγάλο άλμα στο εξωτερικό υπογράφοντας στη Γιουβέντους, την οποία υπηρέτησε για μία διετία και το 1996 κατέκτησε μαζί της το Champions League!
Ωστόσο, η «Μεγάλη Κυρία» δεν τον κράτησε στις τάξεις της και εκείνος την τιμώρησε στον επόμενο τελικό του Champions League που τον βρήκε αντίπαλό της ως παίκτη της Μπορούσια Ντόρτμουντ. Σε εκείνο τον αγώνα ο Πάολο Σόουζα έπαιξε εκπληκτικά, σκόραρε, πήρε την προσωπική του ρεβάνς και έγινε ο πρώτος παίκτης που κατακτούσε το Champions League με δύο διαφορετικές ομάδες.
Στη συνέχεια επέστρεψε στην Ιταλία, για λογαριασμό της Ίντερ, στην οποία δεν «έπιασε» κυρίως λόγω των προβλημάτων τραυματισμών που τον ταλαιπωρούσαν. Το 2000 δόθηκε δανεικός στην Πάρμα, από όπου… πέρασε και δεν ακούμπησε πριν πάει στον Παναθηναϊκό για 1,5 χρόνο. Μετά τους «πράσινους» αγωνίστηκε για λίγο στην Εσπανιόλ όπου και ολοκλήρωσε την καριέρα του.
Οι τίτλοι του
Στην τροπαιοθήκη του Πάουλο Σόουζα βρίσκονται, μεταξύ άλλων, το Παγκόσμιο Κύπελλο Νέων του 1989, που πήρε με την εθνική K20 της χώρας του, ένα πρωτάθλημα (1991) και ένα Κύπελλο Πορτογαλίας (1993), που τα κατέκτησε με την Μπενφίκα, ένα πρωτάθλημα (1995), ένα Κύπελλο (1995), και το Champions League του 1996, τα οποία κατέκτησε με τη Γιουβέντους, καθώς και το Champions League και το Διηπειρωτικό Κύπελλο που κέρδισε το 1997 με την Μπορούσια Ντόρτμουντ!
Πάταγος με τη μεταγραφή του
Στις 2 Ιουλίου του 2000, λοιπόν, αυτός ο σπουδαίος ποδοσφαιριστής είπε το «ναι» στον Παναθηναϊκό. Η διοίκηση του «τριφυλλιού» τίναξε την μπάνκα στον αέρα και τον έντυσε στα πράσινα. Συγκεκριμένα έδωσε το ποσό των 500 εκατομμυρίων δραχμών στην Ίντερ και είχε συνάψει συμβόλαιο συνεργασίας με τον Πορτογάλο άσο έναντι 1,1 δισεκατομμυρίων δραχμών το χρόνο (κοντά στα 3,7 εκατομμύρια ευρώ!). Η άφιξή του στην Αθήνα προκάλεσε παροξυσμό στις τάξεις των οπαδών του Παναθηναϊκού, που τον υποδέχθηκαν με το δέοντα ενθουσιασμό.
Το εκπληκτικό γκολ με τη Γιουβέντους
Μπορεί σε γενικές γραμμές να μη δικαιολόγησε τα πολλά χρήματα που δαπανήθηκαν για χάρη του (κυρίως λόγω τραυματισμών), όμως ο κόσμος του Παναθηναϊκού τον αγάπησε έντονα. Ακόμη θυμάται το εκπληκτικό γκολ του με απευθείας εκτέλεση φάουλ στο 3-1 επί της Γιουβέντους στο κατάμεστο ΟΑΚΑ στις 8 Νοεμβρίου 2000, το οποίο έδωσε στο «τριφύλλι» την πρόκριση για την επόμενη φάση του Champions League και άφησε την πρώην ομάδα του εκτός συνέχειας.
Ο Σόουζα ήταν παίκτης για τα μεγάλα ματς. Έτσι, και την επόμενη χρονιά (2001/2002) η συμβολή του κυρίως στα παιχνίδια στο «Απόστολος Νικολαΐδης» με την Άρσεναλ και τη Σάλκε υπήρξε καθοριστική για την πρόκριση του Παναθηναϊκού στον επόμενο γύρο του Champions League.
«Δεν μπορεί το παλικάρι»
Τα προβλήματα τραυματισμών που τον ταλαιπωρούσαν καθώς και η κόντρα του με τον Άγγελο Αναστασιάδη τον οδήγησαν στην έξοδο. Ο τότε κόουτς του «τριφυλλιού» δεν άντεχε από τις συχνές απουσίες του, πιστεύει ότι κοροϊδεύει τον ίδιο και την ομάδα και σε μία συνέντευξη Τύπου-σταθμός στο «Απόστολος Νικολαΐδης» είπε την αμίμητη φράση. «Υπακοή ίσον ζωή, ειδάλλως θάνατος!», πριν αναφέρει πως: «Δεν ήταν έτοιμος ο κύριος Σόουζα να παίξει σήμερα στον Παναθηναϊκό, δεν ήταν έτοιμος να μαρκάρει, να βάλει τα πόδια του στη φωτιά, αλλά μόνο για να κάνει πασούλες και να περπατάει. Δεν μπορεί το παλικάρι!».
Η αφορμή με το κρασί
Ο Σόουζα τέθηκε στο περιθώριο από τον Αναστασιάδη, ο οποίος, όμως, έφυγε νωρίτερα από τον Πορτογάλο. Το τέλος του από τον Παναθηναϊκό ήρθε μετά την αναμέτρηση με τη Ρεάλ Μαδρίτης και τη βαριά ήττα των «πράσινων» τον Δεκέμβριο του 2001. Ή τουλάχιστον η αφορμή του τέλους του. Ο Πορτογάλος ήρθε σε κόντρα με τον τότε βοηθό προπονητή της ομάδας, Στράτο Αποστολάκη και λίγο αργότερα αποδεσμεύθηκε, έχοντας χρησιμοποιηθεί σε μόλις 10 αγώνες πρωταθλήματος.
Η αφορμή ήταν ένα φραστικό επεισόδιο που είχε με τον Στράτο Αποστολάκη και ο λόγος ένα μπουκάλι κρασί, η αποστολή δειπνούσε στη Μαδρίτη με το κλίμα να μην είναι το ιδανικό εξαιτίας της ήττας με 3-0 από τη Ρεάλ. Ο Σόουζα αποτέλεσε παρελθόν μετά από 1,5 χρόνο στον Παναθηναϊκό.
Ο προπονητής Σόουζα
Μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής καριέρας του και κατόπιν ώριμης σκέψης ο Πάολο Σόουζα αποφάσισε να ακολουθήσει το δρόμο της προπονητικής. Το 2008 ανέλαβε βοηθός προπονητή στην Εθνική Πορτογαλίας, αλλά στη συνέχεια της ίδιας χρονιάς κλήθηκε να γίνει προπονητής της ΚΠΡ όπου και έμεινε έως το τέλος της ίδιας σεζόν (2008-2009).
Το 2009 «μετακόμισε» στη Σουόνσι, που αγωνιζόταν στην Championship Αγγλίας και με την οποία τερμάτισε στην έβδομη θέση. Το καλοκαίρι του 2010 ανέλαβε προπονητής της Λέστερ. Από το 2011 έως το 2013 βρέθηκε στον πάγκο της Βιντεότον. Ακολούθησαν περάσματα από τους πάγκους των Μακάμπι Τελ Αβίβ, Βασιλεία, Φιορεντίνα, Τιατζίν Τιανχάι, Μπορντό, εθνική Πολωνίας και Φλαμένγκο. Στις 15 Φεβρουαρίου 2023 ανέλαβε τη Σαλερνιτάνα υπογράφοντας συμβόλαιο μέχρι το τέλος της τρέχουσας σεζόν με προοπτική ανανέωσης και για την επόμενη.