Η ανάλυση του αγώνα: Σαν το παράπονο στη φράση εδώ και τώρα
Σε ακόμη μία διοργάνωση έγινε κατανοητό ότι η αγωνιστική φόρμα υπερισχύει έναντι της ποιότητας και της εμπειρίας. Οι γηπεδούχοι ξεκίνησαν τον αγώνα με μεγάλη αυτοπεποίθηση στο μακρινό σουτ. Χτυπούσαν με προσήλωση στο πλάγιο πικ εν ρολ και με επιθέσεις δύο εναντίον δύο τον Παπαγιάννη. H αναδρομή στην αναμέτρηση με την Τσεχία δείχνει ότι είχαμε πίεση στη μπάλα, αρνήσεις, άμυνα στο λόου ποστ, επικοινωνία. Ο Παπαγιάννης θυσιάστηκε στο σμολ μπολ. Με άλλα λόγια, έγιναν οι απαραίτητες τακτικές προσαρμογές. Όλα αυτά ήταν το απαραίτητο μάθημα για τον προημιτελικό. Κάπου, όμως, χάθηκε το μέτρο. Δυστυχώς, στον κρίσιμο αγώνα και με το σύνολο το οποίο σε όλο το τουρνουά μετακινεί τη μπάλα με μεγαλύτερη ταχύτητα από κάθε άλλη εθνική ομάδα στο πέντε-πέντε.
Μέχρι το 19-9 όλες οι φάσεις στην άμυνά μας, με σκριν στη μπάλα, είχαν εμπλοκή του παίκτη του Παναθηναϊκού. Το παράδοξο ήταν ότι αυτό συνέβη και μετά το τάιμ άουτ, με το σκορ να διαμορφώνεται στο 22-11. Το αντίβαρο στο έξοχο ατομικό ταλέντο των Γερμανών με την άψογη κυκλοφορία, ήταν να ξεκινούν ή να καταλήγουν, με εμμονικό τρόπο, όλες οι επιθέσεις στο Γιάννη. Όταν υποδεχόταν τη μπάλα στο χαμηλό ποστ, τότε, η τακτική οδηγία έφερνε τέσσερις παίκτες να πατούν τη ρακέτα. Παράλληλα με τις ανακύπτουσες δυσκολίες, η ελληνική ομάδα έκανε το πρώτο της φάουλ στο 3’08” για το τέλος της πρώτης περιόδου!
Η πρώτη απόπειρα ανατροπής έγινε με το Θανάση και τον Παπανικολάου σε θέση αιχμής να βάζουν χέρια στη μπάλα και να βγαίνουν από μπροστά στη δεύτερη γραμμή άμυνας. Ο Κώστας Σλούκας ήταν κακός και πιέστηκε σε κάθε εισαγωγική πάσα που προσπάθησε να κάνει, ιδίως στο αριστερό του χέρι. Το δίδυμο Καλάθης, Λαρετζάκης, ήταν μια κάποια λύσις… Με το Γιάννη να κάνει υπερωρίες στο παρκέ και να είναι ο απόλυτος δημιουργός και εκτελεστής, οι υπόλοιποι, δοκίμαζαν, απλοϊκά, αντίθετα σκριν για ξεμαρκάρισμα, με επικεφαλής της προσπάθειας το Ντόρσεϊ. Ο τελευταίος, στα νοκ άουτ, θύμισε τον παίκτη των πλέι οφς στη σειρά, Ολυμπιακός-Μονακό.
Το δεύτερο ημίχρονο, παρά το ευτυχές τελείωμα του ημιχρόνου με το τρίποντο…Κωνσταντινούπολης του Σλούκα, δεν είχε ανάλογη συνέχεια. Ξεκινήσαμε στο επιθετικό κομμάτι με επιθέσεις, έπειτα από 1-2 εναλλαγών της μπάλας, οι οποίες εκτός από άστοχες ήταν και επιζήμιες καθώς έφερναν ανισορροπία στο αμυντικό τρανζίσιον. Αξίζει να σημειωθεί πως πετύχαμε τους πρώτους μας πόντους ενώ είχαν κυλήσει 7′ στο χρονόμετρο. Παρενθετικά, αναφέρουμε ότι η κεντρική κατεύθυνση των διαιτητών είναι να δίνονται με ευκολία τα φάουλ σε παίκτες-πρωταγωνιστές και NBAερς.
Η άμυνά μας έδινε, αφειδώς, την αλλαγή στο μαρκάρισμα από τα πρώτα δευτερόλεπτα της επίθεσης των Γερμανών, ενώ με το Γιάννη στο κέντρο και τους δύο Παπ στην πεντάδα, εκτοξευόταν η αμυντική απόδοση της ομάδας. Το σύνολο του Γκόρντον Χέρμπερτ σημάδευε το εσωτερικό πλεονέκτημα ψηλού με περιφερειακό. Ακόμη και όταν δεν ευστοχούσαν (17/31 τρίποντα, 55%), είχαν εύκολο επιθετικό ριμπάουντ. Τότε, η διαφοροποίηση ήρθε με άμυνα 4/4 και μέσα την αδύναμη πλευρά. Ωστόσο, οι Λο και Σρέντερ τακτοποίησαν τη γερμανική ομάδα και όρισαν οι ίδιοι το ρυθμό των επιθέσεων. Με 2′ να απομένουν, ο Γιάννης με τρίποντο και δίποντο προσπάθησε να μας δώσει τη δυνατότητα να τα παίξουμε όλα για όλα στην τέταρτη περίοδο αλλά…φευ!
H ευστοχία των Γερμανών πίσω από τη γραμμή, με τους Βάγκνερ και Ομπστ (αθλητής δημιούργημα του Αντρέα Τρινκέρι όταν αποδεκατίστηκε η Μπάγερν από τους τραυματισμούς και τον κόβιντ) να έχουν 10/14 τρίποντα, δεν άφησε περιθώρια για να αναζητήσουμε επιθέσεις στον αιφνιδιασμό και επιπρόσθετα, κόστισε στο αμυντικό ριμπάουντ, 46-32 στο σύνολο (στοιχείο απαραίτητο για την προηγούμενη κατάσταση). Παράλληλα, από την ελληνική πλευρά παρατηρήθηκε βιασύνη για την ανατροπή, η οποία δεν δικαιολογείται λαμβάνοντας υπόψιν ότι με τις ταχύτητες που παίζεται το άθλημα στα χρόνια μας, κάτι τέτοιο είναι όλο και πιο συχνό φαινόμενο. O Βάγκνερ απειλούσε τόσο μετά από σκριν, μακριά από τη μπάλα, παρέα με τον Ομπστ όσο και με στιγμές στο ενδιάμεσο ποστ. Αμφότεροι εκμεταλλεύτηκαν τις κακές βοήθειες και το λάθος τρέξιμο στην ανακατανομή μαρκαρισμάτων, της ελληνικής ομάδας.
Γενικότερα, οι Γερμανοί παρουσίασαν: ταλέντο+αποφασιστικότητα+στόχευση+ρόλους+σύγχρονο μπάσκετ.
Κλείνουμε με ορισμένα συμπεράσματα. Η ομάδα του Δημήτρη Ιτούδη έκανε ορισμένα σοβαρά βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση για τη λειτουργία εθνικών ομάδων. Δίχως τα παλιά τεχνάσματα με τους τραυματισμούς και τις αόριστες απαντήσεις, με ένα πλάνο το οποίο περιελάμβανε, ειλικρίνεια προς το κοινό, τρέξιμο (75% επιτυχία), καλές αποστάσεις στην επίθεση, σκληρή άμυνα με πολλές αλλοιώσεις, αναζήτηση της βέλτιστης επιλογής στον επιθετικό τομέα, ατομικές φάσεις μετά από ντρίμπλα και αξιοποίηση του πικ εν ρολ. Το τελευταίο σκέλος, εμφανώς, έπασχε, όταν βρισκόταν στο παρκέ ο Παπαγιάννης αντί του Γιάννη. Όμως, αυτό το σημειώσαμε, έγκαιρα, από την αναμέτρηση με την Ουκρανία. Είναι δύσκολο σε μικρό χρονικό διάστημα, οποιοσδήποτε προπονητής να συγκεράσει προσωπικότητες με διαφορετικές παραστάσεις, να έχει επιρροή στην εξέλιξη του παιγνιδιού, να είναι παρεμβατικός και συνάμα, με τη συνδρομή και της ομοσπονδίας, να πρέπει να αντικρούει τους ομόκεντρους και παράκεντρους κύκλους… Επίσης, για να είμαστε δίκαιοι, η μοναδική στιγμή που η συγκεκριμένη ομάδα μάς ταρακούνησε από τις θέσεις ήταν στο τρίποντο παράτασης του Ντόρσεϊ στο Βελιγράδι, με τη Σερβία, για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου.
Το σχόλιο του αγώνα: Οδυνηρός αποκλεισμός για την εθνική μας και ταφόπλακα στα όνειρα για μετάλλιο στο φετινό Ευρωμπάσκετ. Ένα πολύ μεγάλο κρίμα για αυτή την εθνική, η οποία στα χαρτιά ήταν εκ των κορυφαίων ομάδων που κατεβάσαμε σε τουρνουά τα τελευταία 10 χρόνια και θεωρούνταν φαβορί μέχρι και τον αποκλεισμό της. Πέσαμε, δυστυχώς, απέναντι σε ένα τρομερό κρεσέντο τρίποντων και σωστού μπάσκετ από την Γερμανία και δεν σταθήκαμε ιδιαίτερα ανταγωνιστικοί, παρά μόνο στο πρώτο ημίχρονο. Παρόλα αυτά η ομάδα θα μπορούσε να τα είχε καταφέρει, αλλά δεν πειράζει, αυτά έχει ο αθλητισμός. Τώρα πια στόχος το επόμενο παγκόσμιο κύπελλο. Πάμε Ελλάδα!