Προτού προκύψει η αιφνιδιαστική εκδίωξη του Ιβάν Γιοβάνοβιτς από την τεχνική ηγεσία του Παναθηναϊκού, είχαμε σχηματίσει την εξής εικόνα. Ο Γερεμέγεφ δείχνει άνεση στο σκοράρισμα. Στο γκολ με το Βόλο, στο τετ-α-τετ, δεν είναι μόνο ότι επιτυγχάνει το τέρμα αλλά το πράττει με ευκολία! Όχι μόνον ο Σποράρ αλλά ούτε και ο Ιωαννίδης δεν θα είχαν τόση διαύγεια για τέτοιο πλασέ. Ο Σέρβος προπονητής ήταν καλός, με “εγκλήματα” κατά διαστήματα. Δηλαδή, ανήκει στην παλιά σχολή των προπονητών, όπως οι Φέργκιουσον, Μουρίνιο και στην Ελλάδα ο Μπάγεβιτς, οι οποίοι εμπιστεύονταν συγκεκριμένους παίκτες και δύσκολα τους αλλάζουν. Παρά την κριτική που ασκείτο στον Γιοβάνοβιτς, παρατηρώντας επισταμένα το φετινό Παναθηναϊκό, οφείλουμε να απονείμουμε τα εύσημα στον προπονητή διότι η περυσινή τακτική του προσέγγιση είχε βάσεις στα προβλήματα που έπρεπε να λύσουν οι πράσινοι. Έτσι, ήταν αναγκαία η συγκρότηση στον αμυντικό τομέα και η προσδοκία για αποτέλεσμα στο 1-0. Επίσης, η έλλειψη του Πέρεθ είναι εμφανής, κυρίως σε κάθε λεπτό που αμύνεται η ομάδα. Παράλληλα, η απουσία του Μάγκνουσον, παρά τα στραβά και τα καλά του, ήταν ο πιο πλήρης αμυντικός. Με εκείνον ο Παναθηναϊκός θα είχε 2-3 βαθμούς περισσότερους, στο πρωτάθλημα και θα είχε προκριθεί και στο Κόνφερενς.
Αναφορικά με τον Λουτσέσκου και τον ΠΑΟΚ, ο Ρουμάνος τεχνικός, έχει καταλάβει πολύ καλά, λόγω της προϋπηρεσίας του στην Ξάνθη, το τι γίνεται στην Ελλάδα αλλά και το πώς εξελίσσεται το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της επιδραστικότητάς του είναι ο Μουργκ. Παρότι δεν είναι ένας άτσαλος παίκτης, όπως τον παρουσίαζαν, αθλητής που ερχόταν από τον πάγκο ή είχε συνεισφορά σε γκολ, η φετινή εικόνα του ΠΑΟΚ, τον βοηθά να γίνει σημαντικός. Αθόρυβα, οι Θεσσαλονικείς έχουν καταφέρει να είναι η πιο σταθερή ελληνική ομάδα. Σύνολο που καταξιώνεται σε θέσεις πρωταθλητισμού.
Συγκριτικά με τις επιτυχίες των άσπονδων γειτόνων, ο Άρης επέλεξε να φέρει πίσω τον Άκη Μάντζιο. Στο τέλος της πρώτης του παρουσίας, θεωρήθηκε αποδιοπομπαίος τράγος και εκδιώχθηκε κακήν κακώς. Αποψιλώθηκε ο έμπειρος και ανθεκτικός κορμός της ομάδας και θυσιάστηκαν ποδοσφαιριστές όπως οι Τζέγκο-Μπερτόλιο, επειδή η μεγαλοσύνη απαιτούσε τεχνίτες, ντριμπλαδόρους… Ο μηδενισμός οδήγησε στην απαξίωση ανθρώπων που έφεραν τον Άρη στη δεύτερη θέση του βαθμολογικού πίνακα.
Η ΑΕΚ είναι γρίφος. Ο Αλμέιδα ευτύχησε την περασμένη περίοδο να αντιμετωπίσει μικρομεσαίες ομάδες με χαμηλό ταβάνι ακόμα και με τη δυναμική που οι ίδιες ανέπτυξαν τη σεζόν 2021/2022. Ειδικά οι ΟΦΗ, ΠΑΣ Γιάννινα και ο Βόλος. Φέτος, οι προαναφερθείσες αλλά και η Κηφισιά με τον Πανσερραϊκό και τον Ατρόμητο, διεκδικούν κάθε ματς. Όταν οι αντίπαλες φοβούνται και οπισθοχωρούν, σύνολα όπως την ΑΕΚ, είναι ισχυρά και κυριαρχικά. Αντιθέτως, όταν δεν πανικοβάλλονται, εκεί δυσκολεύεται η Ένωση. Παρόλο που η πρωταθλήτρια έχει καλούς και ποιοτικούς παίκτες, δεν έχει εκείνες τις προσωπικότητες που να κάνουν τη διαφορά. Με εξαίρεση τον Τζούμπερ. Εννοώντας ότι σε έναν αγώνα που η ομάδα δεν θα παίζει καλά, θα έρθει ως αλλαγή για να τη σώσει ή να αλλάξει τη ροή του παιχνιδιού με την ουσία στις προσπάθειές του. Ταυτόχρονα, η ΑΕΚ, δεν έχει και μικρό μέσο όρο ηλικίας, της τάξης των 25-26 χρόνων, για να προσδοκά να φτιάξει κάτι για το μέλλον με τους πειραματισμούς του προπονητή της για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Τέτοιοι είναι οι Μάνταλος, Άμραμπατ, Τζούμπερ αλλά ακόμα και ο Γκατσίνοβιτς που βρίσκεται στα 28 του. Οι αμυντικές παθογένειες της ΑΕΚ, κρύφτηκαν επιμελώς και τα βέλη εκτοξεύθηκαν στους Ρότα, Τζαβέλλα, Μήτογλου κατά την αγωνιστική περίοδο 2022/23 εξαιτίας του εξοντωτικού πρέσινγκ. Επί της ουσίας, πρόσθεσε πολλά θετικά στην ομάδα, τα οποία έλλειπαν, και έβαλε τις πινελιές του χωρίς να καλύψει τις αδυναμίες. Φέτος, αυτό φαίνεται. Οι μεσοαμυντικοί της ΑΕΚ δεν είναι τόσο κακοί και ετούτο φάνηκε και στον αγώνα με τον Παναθηναϊκό όπου ο Μήτογλου ανταπεξήλθε έξοχα στο μαν του μαν με τη μπάλα κάτω. Όμως, είναι άτυχοι γιατί μένουν εκτεθειμένοι με τον τρόπο που αγωνίζονται.
Για τον Ολυμπιακό δεν μπορεί να πει κανείς τίποτα! Σηκώνεις τα χέρια επάνω! Πάσχει από έλλειψη στόχου-σκοπού-ύπαρξης ομάδας. Τι αναζητά ο Ολυμπιακός; Να πάρει το πρωτάθλημα; Να φτιάξει ανταγωνιστική ομάδα στην Ευρώπη; Θέλει να πουλήσει παίκτες; Θέλει να τα κάνει όλα αυτά μαζί; Μπορεί. Αλλά δεν είμαστε στο 2019 ούτε στο 2020, 2021, 2022 όταν οι υπόλοιποι ήταν ανύπαρκτοι και ο Ολυμπιακός παντοκράτορας. Ο κόσμος του Ολυμπιακού είναι κορεσμένος που χρειάζεται ένα άλμα για να ενθουσιαστεί ξανά με την ομάδα κάτι που απαιτεί πολλά εκατομμύρια ευρώ για να συμβεί. Τα πιθανά 70-80 εκατομμύρια που χρειάζεται για να ανέβει μια κλάση είναι όσα απαιτούνται για κάποιον πιθανό ημιτελικό στο Γιουρόπα Λιγκ. Oι εποχές που τα κατάφερναν οι Ρέιντζερς και η Βέρντερ ανήκουν στο μακρινό παρελθόν. O ισχύων πληθωρισμός στο ποδόσφαιρο δημιουργεί μονοπώλια, τα οποία με τη σειρά τους διαμορφώνουν τις αντίστοιχες ταχύτητες ώστε να μην μπορούν να ακολουθήσουν οι υπόλοιποι. Δυστυχώς, ο κόσμος του Ολυμπιακού, είναι ο τελευταίος που ασχολείται με την ομάδα του στο ποδόσφαιρο. Ο τελευταίος που νοιάζεται και στενοχωριέται σε μαζικό επίπεδο.