Home >> Sports >> Η μεγέθυνση της αξίας

Η μεγέθυνση της αξίας

Aπολογισμός, του Τ.Λειβαδίτη

Νύχτωσε. Ώρα πού αναρωτιέται κανείς τι έπραξε στη ζωή του.

Κι οι νεκροί πλάγιασαν και σταύρωσαν τα χέρια, σαν αυτό που

ψάχναν

να το αγγίζουν, επιτέλους, μέσα τους.

Την εποχή της πλήρους εμπορευματοποίησης των σχέσεων, της αθλιότητας των βασικών και των απλών αρχών που διέπουν τις σχέσεις δύο μελών, η αλληλεπίδραση και η κοινή δημιουργία είναι το έδαφος της ανέλιξης από τον εμπειρισμό της υλικής πραγματικότητας στη σύνθεση ιδεών με στόχο την απεμπόλιση όλων εκείνων των δεσμών κράτησης, οι οποίοι εμποδίζουν την υπέρβαση των όρων για την πρόοδο.

Το Σάββατο, η Λίβερπουλ αντιμετωπίζει την Τότεναμ στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ και η αναμέτρηση έχει το εξής παράδοξο. Συγκρούονται δύο προπονητές δίχως τίτλους με τις ομάδες τους. Η εμβάθυνση στα πεπραγμένα, είναι πάντοτε καλύτερος τρόπος αξιολόγησης μιας κατάστασης. Ο Κλοπ δεν έχει χάσει ούτε ένα νοκ-άουτ, έχει οδηγήσει τη Λίβερπουλ σε τρεις ευρωπαϊκούς τελικούς σε ισάριθμες αγωνιστικές περιόδους, την έχει μεγαλώσει, την έχει ενώσει, την έχει κάνει ελκυστικό προορισμό για κάθε παίκτη. Αλλά δεν έχει φτιάξει το δικό του ράφι στο μουσείο τροπαίων του συλλόγου αντιτείνει κάποιος εμπαθής. Σταθείτε όμως. Μετρά μονάχο το περιτύλιγμα ή μήπως οφείλουμε να κοιτάξουμε και τους δείχτες προόδου;

Δεν φτάνουν για όλους οι τίτλοι. Ένα είναι το Τσάμπιονς Λιγκ, μία η Πρέμιερ. Είναι απολύτως λογικό να είσαι καλός, εξαιρετικός και παρόλα αυτά να μείνεις με άδεια χέρια. Δεν είναι παράδοξο, είναι λογικό. Συμβαίνει κάθε χρόνο. Όχι στην Τότεναμ και στη Λίβερπουλ, σε πολλές ομάδες. Μπορεί να είσαι καλός, εξαιρετικός, μπορεί να είσαι και καλύτερος από όσο θα έπρεπε. Και δεν παίρνεις τίποτα. Επειδή πολύ απλά μπορεί να υπάρχει τουλάχιστον ένας καλύτερος από σένα ή και περισσότεροι. Ή απλά μπορεί να είσαι άτυχος, γιατί στις διοργανώσεις δεν κερδίζει πάντα ο καλύτερος. Ή μπορεί απλά να χάσεις από κάποιον που έχει περισσότερες λύσεις, γιατί ξοδεύει περισσότερα από εσένα. Δεν φτάνουν οι τίτλοι για όλους. Δεν μπορεί όλοι όσοι κάνουν καλή δουλειά να κερδίζουν κάθε χρόνο από κάτι. Κάποιοι θα χάσουν. Γιατί κανένα τρόπαιο δεν θα μοιραστεί στα δύο. Κανόνας.

Έτσι, μια ομάδα μπορεί να ελέγξει μόνο το πόσο καλή είναι. Αν φροντίσει να φτάσει το μέγιστο την κατάλληλη στιγμή, τότε δεν έχει άλλο έλεγχο. Από εκεί και πέρα αναλαμβάνουν πράγματα που δεν εξαρτώνται από την ίδια. Η τύχη και οι αντίπαλοι. Αν μια ομάδα είναι όσο καλύτερη μπορεί, οι άλλοι αποφασίζουν τι θα κερδίσει και τι όχι. Αν καταρρεύσουν, μπορεί να πάρει το πρωτάθλημα με 81 βαθμούς όπως έκανε η Λέστερ. Αν κάνουν ιστορική κούρσα, μπορεί να τερματίσουν δεύτεροι με 97 όπως έκανε φέτος η Λίβερπουλ. Η ομάδα με τον Κλοπ εξελίσσεται και στην πραγματικότητα οδηγεί το ποδόσφαιρο στην επόμενη ημέρα.

Σε μια καταπληκτική μπροσούρα με τίτλο «Μισθός, Τιμή και Κέρδος» δημοσιεύεται μια ομιλία του Μαρξ του 1865 (Σύγχρονη Εποχή, 1976/2016). Τα επιχειρήματα στα οποία απαντάει ο Μαρξ και τα οποία προέρχονταν τότε από εργάτες χωρίς συνείδηση για τον εαυτό τους. Ο μισθός φαίνεται σαν αμοιβή για την εργασία, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτε άλλο παρά η αξία της αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης. Πόσο περίεργο θα ήταν αλήθεια το πρώτο με δεδομένο ότι διαφορετικές εργασίες αμείβονται με τον ίδιο μισθό και ότι ο μισθός προσυμφωνείται χωρίς κανείς να έχει ιδέα για την πραγματική εργασία που θα παρασχεθεί.

Η εργατική δύναμη κάποιων ελάχιστων χαρακτηριστικών (ειδίκευσης κλπ) μπορεί να προσδιοριστεί a priori, επιτρέποντας τον υπολογισμό των αναγκαίων εμπορευμάτων που χρειάζονται ώστε αυτή να εμφανίζεται κάθε εργάσιμη ημέρα στο ναό της εκμετάλλευσης με αυτά τα χαρακτηριστικά και όχι με λιγότερα. Όλα τα παραπάνω φαινόμενα, που είναι ανεξήγητα αν ο μισθός θεωρηθεί σαν αμοιβή της εργασίας, γίνονται απολύτως κατανοητά και αναμενόμενα, αν ο μισθός θεωρηθεί σαν το μέσο για την αναπλήρωση της εργατικής δύναμης.

Στατιστική ανάλυση

Η Λίβερπουλ έπεσε πολύ λίγο στην απειλή σε σχέση με πέρυσι (2.01-1.96), γιατί δεν είχε την ίδια ανάγκη για επιθετικότητα, και βελτίωσε την ήδη καλή αμυντική λειτουργία, κατεβαίνοντας από τα 0.84 xGoals κατά στα 0.78.

Η Λίβερπουλ μπορεί να κατέβασε ταχύτητα στον ρυθμό που είχε φέτος, αλλά κατάφερε στην ουσία να επαναλάβει ακριβώς την περσινή της σεζόν και να βρει πέντε γκολ περισσότερα απ’τα προσδοκώμενα 89 ( υπό κανονικές συνθήκες, 79-74).Παρένθεση εδώ. Η μέτρηση αυτή βασίζεται στην ποιότητα των ευκαιριών και από τη θέση των παιχτών ανάλογα με το χώρο του γηπέδου από το οποίο εκτελούν. Γι’αυτό, άλλη βαρύτητα έχει ένα σουτ εκτός περιοχής (λιγότερες πιθανότητες) κι άλλο ένα από τη μικρή περιοχή.

Σημαντικό επίτευγμα, αν σκεφτούμε πως δεν έτρεξε όπως πέρυσι και σε περισσότερο οργανωμένο παιγνίδι δεν είχε καθοδηγητή σαν τον Κουτίνιο απέναντι σε οργανωμένες άμυνες ή ακόμα και τον Τσάμπερλεϊν με τη σημαντική παρουσία το 2017/18. Η αμυντική της λειτουργία ήταν καλή και την αγωνιστική περίοδο που παρήλθε, αλλά Μινιολέ ή Κάριους χαλούσαν την εικόνα. Ήρθε ο Άλισον και έτσι η Λίβερπουλ δέχθηκε μόνο 22 γκολ, ενώ δέχθηκε “απειλή” για 30 και μόλις ένα με υπαιτιότητα του τερματοφύλακα της. Η συγκεκριμένη θέση στο σύγχρονο ποδόσφαιρο είναι πολύ σημαντική. Ο άνθρωπος στα δοκάρια πρέπει να εγγυάται πως θα βγάλει αυτά που ανήκουν στην δικαιοδοσία του, θα πάρει τις σωστές αποφάσεις χωρίς να εντυπωσιάσει και θα ξεκινήσει το χτίσιμο των επιθέσεων. Επίσης, οφείλει να απορροφά την πίεση στην κυκλοφορία της μπάλας και να διορθώνει τα λάθη των αμυντικών, τα οποία λόγω της θέσης, στοίχισης και παράταξης στο γήπεδο, είναι καθρέπτης και δεν επιδέχονται καλλωπισμών.

Κατ’ουσίαν, η Λίβερπουλ έβαλε δυσκολίες στον προσδοκώμενο περίπατο της Σίτι από τον Αύγουστο. Η διαφορά των δύο ομάδων θα έπρεπε να είναι κοντά στους 10 πόντους, όχι κοντά στο μηδέν. Οι κόκκινοι έβαλαν λίγο περισσότερα γκολ απ’όσα θα έπρεπε, δέχθηκαν λιγότερα απ’όσα θα έπρεπε, ήταν πιο αποτελεσματικοί στις μεγάλες ευκαιρίες που είχαν και σε αυτές που δέχθηκαν, βρήκαν τα περισσότερα γκολ από παίκτες που ήρθαν από τον πάγκο.

Το ποδόσφαιρο έχει πάει στην ταχυδύναμη, στη μετάβαση με ευκολία από άμυνα σε επίθεση με συμμετοχή πολλών παιχτών, στο κάθετο τρέξιμο και στην πίεση στην κατοχή του αντιπάλου. Αυτό το ποδόσφαιρο το διδάσκει ο Κλοπ στο Λίβερπουλ, αυτό το ποδόσφαιρο άξιζε να πάει σε δεύτερο και συνολικά σε τρίτο τελικό και τα κατάφερε όταν όλες οι συνθήκες έδειχναν πως είναι αδύνατον να συμβεί κάτι τέτοιο στον επαναληπτικό με την Μπαρτσελόνα.

Η ουσιώδης διαφοροποίηση έγκειται στο γεγονός ότι φέτος δεν πέφτει η καμπύλη των δυνάμεων κατά τη διάρκεια των αγώνων. Πέρυσι, η φούρια αναδείκνυε την ένδεια επιλογών όταν η παρτίδα μεταφερόταν από το χόρτο στον πάγκο. Απέναντι στη Σίτι, στη Ρόμα, η Λίβερπουλ μπορούσε στον ίδιο αγώνα να τρέχει σαν το Κογιότ και μετά να μοιάζει με το Μπιτζιμπιτζίδη στην επίσκεψή του στην αεροπορία, έστω κι αν κινδύνευσε να μείνει εκτός στον πολύ δύσκολο όμιλο με Παρί και Νάπολι.

Το καλοκαίρι της ενσωμάτωσης

Η Λίβερπουλ ξεκίνησε τον Αύγουστο έχοντας ως προτεραιότητα να καλύψει την απόσταση μεταξύ ενός καλό συνόλου με άρτιο πλάνο αλλά προκαθορισμένη δυναμική σε εκείνο που θα περιέχει παίχτες με προσωπικότητα, προσόντα και χαρακτηριστικά τέτοια ώστε να συμπαρασύρουν και να εμπνεύσουν. Ενώ,  λοιπόν, το 2017/18 οΣαλάχ σκόρπισε τρόμο στην Πρέμιερ Λιγκ και η τριάδα με Μανέ-Φιρμίνο φύτεψε τους σπόρους για τα προσεχή. Η άμυνα είχε σοβαρά θέματα, αλλά η κατάσταση άρχισε να αλλάζει μετά την 9η αγωνιστική και την ήττα με 4-0 απ’την Τότεναμ. Στην ουσία η αμυντική λειτουργία βελτιώθηκε και πριν έρθει ο Φαν Ντάικ, αλλά μ’αυτόν έδεσε σίγουρα και σκλήρυνε ταυτόχρονα. Ο Ολλανδός δε δέχτηκε ντρίμπλα από αντίπαλο κατά τη διάρκεια του πρωταθλήματος!

Η σεζόν ξεκίνησε και τελείωσε με αιφνιδιασμούς. Κανείς δεν περίμενε πως πριν καν μπει ο Ιούνιος η Λίβερπουλ θα έδινε 45 εκατομμύρια για να πάρει τον Φαμπίνιο απ’την Μονακό, κανείς δεν περίμενε πως η τελευταία κίνηση θα ήταν ο ερχομός του Άλισον για 62.5 εκατομμύρια.

Ενδιάμεσα έγιναν τα αναμενόμενα, δηλαδή ήρθε ο Σακίρι ως μία ακόμα λύση μεσοεπιθετικά και φόρεσε τα κόκκινα ο Ναμπί Κεϊτά, που είχε συμφωνήσει από το περασμένο καλοκαίρι για 60 εκατομμύρια. Μετά από δύο χρονιές με θετικό πρόσημο στο ταμείο εσόδων-εξόδων συνέβησαν αυτό. Καταλήξαμε με αυτή τη λογική, ο Σακίρι που έψαχνε χρόνια το κεφάλι του Κράουτς στη Στόουκ να καθορίζει μετά από ένα κακό πρώτο ημίχρονο, τον ημιτελικό με την ομάδα του Μέσι. Επιπλέον, ο Φαμπίνιο πέρασε το χρόνο του μέσα στη θερμοκοιτίδα και μετά από τις πιέσεις του Τύπου, τις οποίες με μαεστρία απέφυγε ο Κλοπ, ο Βραζιλιάνος με το μεγάλο διασκελισμό και τα ανοίγματα στα πλάγια, από τα χρόνια της γαλλικής ριβιέρας ακόμη, να πρωταγωνιστήσει όταν απέκτησε ρυθμό κι ένταση στο μαρκάρισμα.

“Ήταν ο πιο δύσκολος τίτλος της καριέρας μου, μακράν”

Πεπ Γκουαρδιόλα

Για να κλείσει τη διαφορά, για να περάσει μπροστά, για να κρατήσει το προβάδισμα μέχρι τέλους, η Σίτι έκανε έναν δεύτερο γύρο με 18 νίκες και μία ήττα. Με αγώνες Κυπέλλου και Λιγκ Καπ, με αγώνες Τσάμπιονς Λιγκ. Χωρίς να αφήσει σε δεύτερη μοίρα καμία διοργάνωση, έδωσε 19 αγώνες για τον δεύτερο γύρο της του αγγλικού πρωταθλήματος και πήρε τους 18.

Πέρυσι μάζεψε εκατό βαθμούς, 98 φέτος, σήκωσε τον πήχη εκεί που κανείς δεν μπορούσε ποτέ να φανταστεί. Οι είκοσι πόντοι χαοτικής διαφοράς με τη Γιουνάιτεντ ήταν η ρεαλιστική διαφορά πρώτου με δεύτερου σύμφωνα με τα κατορθώματα των αθλητών του Καταλανού. Το ότι πριν από τρεις εβδομάδες ο τίτλος κρίθηκε την τελευταία αγωνιστική, οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στη Λίβερπουλ που έκανε ένα ανέλπιστο άλμα έδωσε χιτσκοχικό και γρανγκινιολικό φινάλε σε μια κούρσα με ξεκάθαρο διεκδικητή και παρόδοξο προσεταιρισμό της γνώμης όσων άρθρωναν λέξεις αμφισβήτησης και κλονισμού της κυριαρχίας. Τώρα απομένει ο αυριανός τελικός.

Πηγές: understat.com, whoscored.com

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *